ΚΑΡΜΙ Νυν και αεί

ΚΑΡΜΙ ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ 164 Εκείνη τη στιγμή από ένδεκα γίναμε εικοσιπέντε , περισσότεροι από μια διμοιρία . Από εκεί και πέρα η κίνησή μας ήταν πολύ αργή , μυστική , αφανής και αθόρυβη , γιατί δε γνωρίζαμε μέχρι που είχε φθάσει ο εχθρός . Διψασμένοι και σχεδόν αφυδατωμένοι με τη ζέστη των πυρκαγιών να βαράει τα πρόσωπά μας , φθάσαμε σ΄έναν λόφο περίπου ένα χιλιόμετρο πάνω από το χωριό Τριμίθι . Για να μη δίνουμε στόχο στις κινήσεις μας , λουφάξαμε κάπου μέχρι που νύχτωσε . Είχαμε πλέον σύμμαχό μας τη νύχτα . Ο λοχαγός μάς κάλεσε να συνεχίσουμε . Κινηθήκαμε με πολλές προφυλάξεις και κάποιοι από μας , για να βρούμε νερό , μπήκαμε σε μια απόμερη εξοχική κατοικία . Το σπίτι ήταν εγκαταλελειμμένο και πουθενά δεν υπήρχε νερό . Πήραμε όμως το μικρό ραδιόφωνο , που ήταν στην κουζίνα , για να ακούμε τις ειδήσεις . Σε κάποια στιγμή το ανοίξαμε και όλως τυχαίως ακούαμε τον παράνομο τουρκοκυπριακό ραδιοσταθμό Μπαϋράκ να μεταδίδει στα ελληνικά τα ακόλουθα : « Τα τουρκικά άρματα προελαύνουν προς όλες τις κατευθύνσεις και καταστρέφουν τις εχθρικές δυνάμεις . Οι αιχμάλωτοι συνεχώς αυξάνονται . Έλληνα οπλίτη , πέταξε το όπλο σου για να γλιτώσεις . Μην ξεχνάς ότι τα Μεχμετζίκ δεν αστειεύονται .» Εμείς βέβαια δεν πτοηθήκαμε , γιατί καταλάβαμε ότι ο τουρκοκύπριος εκφωνητής έκανε ψυχολογικό πόλεμο . Ξαφνικά ένας από την ομάδα , ήρθε πιο κοντά και μου ψιθύρισε στο αυτί λέγοντάς μου : « Δέχομαι να πετάξω το όπλο μου αλλά μόνο πας τη κκελλέν του ». Παρά τη δυσχερή θέση και απόγνωση που βρισκόμασταν εκείνη τη στιγμή , το ρίξαμε στο γέλιο και αυτό μας βοήθησε να συνέλθουμε κάπως ψυχολογικά . Συνεχίσαμε την πορεία μας και φθάσαμε στην περιοχή « Μάντρες του Κοζάκου ». Ήταν ένα χιλιόμετρο βορειοδυτικά του χωριού Κάρμι που λίγο πιο κάτω ( δύο χιλιόμετρα περίπου ) βρισκόταν το σημείο της εχθρικής απόβασης . Το γνώριζα αλλά δεν το ανέφερα σε κανένα , για να μην πανικοβληθούν . Ο λοχαγός βλέποντας μας καταπονημένους διέταξε να βγάλουμε μερικές σκοπιές και οι υπόλοιποι να ξεκουραστούμε . Ήταν Δευτέρα , 22.7.1974 γύρω στις 2:00 μετά τα μεσάνυχτα . Κοιμήθηκα τουλάχιστον μιαν ώρα και για μένα ήταν μάννα εξ ουρανού . Τότε ο λοχαγός με άρπαξε από το χέρι και με τράβηξε σιγά - σιγά και αμέσως ξύπνησα . Πετάχτηκα επάνω . Αφού μας μέτρησε , προχωρήσαμε και φθάσαμε δυτικά του χωριού Κάρμι στην περιοχή « Πηαούλια ». Καλυφτήκαμε σε τόπο που είχαμε αρκετή οπτική επαφή γύρω μας . Χάραξε και το φως . Ήταν ημέρα Τρίτη 23.7.1974 και ώρα 4:30 τα ξημερώματα . Ο λοχαγός με ρώτησε : « Το Κάρμι είναι ελεύθερο »; Του απάντησα : « Δε γνωρίζω ». Τότε με διέταξε να πάω με τον συνάδελφο Κυριάκο Πούμπα , για να κάνουμε αναγνώριση . Ζωσμένοι με τις χειροβομβίδες και κρατώντας τα αυτόματα , ανηφορίσαμε και οι δύο στη δυτική πλευρά του χωριού . Προσεγγίσαμε τα πρώτα σπίτια και διακρίναμε κάποιον , που ξεκουραζόταν στη βεράντα του σπιτιού και είχε στα πόδια του σεντόνι με κόκκινες γραμμές .

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0