Αγρότης, τεύχος 479

11 10 A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 2 0 / T E Υ Χ Ο Σ 4 7 9 A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 2 0 / T E Υ Χ Ο Σ 4 7 9 ΓΕΩΡΓIΑ ΓΕΩΡΓIΑ Η καλλιέργεια του κολοκασιού «Τα τρυφερά καταπράσινα φύλλα του κολοκασιού που φθάνουν σε ύψος αρκετών ποδών και μέχρι δύο πόδια σε πλάτος, αποτελούν χάρμα οφθαλμών για τον ξένο ταξιδιώτη» ανάφερε χαρακτηριστικά η γερμανίδα περιηγήτρια του 19 ου αιώνα, Μάγδα Ρίχτερ, ερχόμενη στην Κύπρο. Πράγματι, το κολοκάσι είναι ένα εντυπωσιακό φυτό που δίνει ένα εξωτικό χρώμα στην κυπριακή ύπαιθρο και παρέχει μία πλήρως υγιεινή και εύγευστη τροφή. Καλλιεργείται κυρίως στην περιοχή των Κοκκινοχωρίων. Από τις 23 Αυγούστου 2016 έχει καταχωρηθεί ως προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) με την ονομασία «Κολοκάσι Σωτήρας/ Κολοκάσι-Πούλλες Σωτήρας». διάνοιξη 2 αυλακιών με διπλό υνί, την τοποθέτηση του πολλαπλασιαστικού υλικού στον πυθμένα των αυλακιών και το αυτόματο παράχωμά τους κατά την απομάκρυνση του διπλού υνιού από το σημείο της φύτευσης. Η φύτευση γίνεται σε βάθος 5 εκ. περίπου με ημιαυτόματο φυτευτήρα, όπου ο εργάτης κάθεται σε αυτόν και τοποθετεί το φυτό μέσω ειδικού μηχανισμού. Καλλιεργητικές φροντίδες Εκτόςαπότουςψεκασμούςπουεφαρμόζονταιπροφυτρωτικά για τον έλεγχο των ζιζανίων, πραγματοποιούνται 2-3 μεταφυτρωτικά βοτανίσματα με το χέρι, μιας και δεν υπάρχουν αδειοδοτημένα μεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα για το κολοκάσι. Αυτός είναι και ο λόγος που συστήνεται όπως αποφεύγεται η φύτευση χωραφιών με δυσεξόντωτα ζιζάνια και γίνεται όσο πιο καλή προετοιμασία του εδάφους πριν τη φύτευση, περιορίζοντας το πρόβλημα. Στους 2-3 μήνες από τη φύτευση, όταν το φυτό φτάσει σε ύψος περίπου 70-80 εκ. από το έδαφος γίνεται το λεγόμενο «σχίσιμο», δηλαδή μεταφέρεται το χώμα από την κορυφή των αυλακιών στις βάσεις τους, ούτως ώστε να σκεπαστεί το στέλεχος του κολοκασιού κατά 30-40 εκ. με χώμα. Αυτό γίνεται είτε με την τσάπα, με μεγαλύτερη δυσκολία, αλλά δίνοντας πρωιμότητα στη φυτεία, είτε πιο εύκολα με μηχανικά μέσα, προκαλώντας όμως μεγαλύτερη διαταραχή στο φυτό, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει οψίμιση. Τονίζεται ότι πριν «σχιστεί» η καλλιέργεια, πρέπει να μείνει μία εβδομάδα χωρίς νερό, ενώ μετά το «σχίσιμο» το σύστημα άρδευσης τοποθετείται στη ράχη της αυλακιάς και ακολουθεί ικανοποιητικό πότισμα. Ανάγκες σε νερό Οι υψηλές απαιτήσεις του κολοκασιού σε νερό, και μάλιστα καλής ποιότητας, είναι ο λόγος για τον οποίο έχουν μειωθεί οι καλλιεργούμενες με κολοκάσι εκτάσεις τα τελευταία χρόνια. Το γεγονός αυτό οδήγησε το Τμήμα Γεωργίας στο να προχωρήσει σε παρατηρήσεις και να εφαρμόσει διαφορετικές πρακτικές σε δοκιμαστικούς αγρούς. Από αυτές τις εργασίες φάνηκε πως το κολοκάσι μπορεί να καλλιεργηθεί με σημαντικά μειωμένες από τη συνήθη Θέκλα Κωνσταντίνου Λειτουργός Γεωργίας Α’ Τμήμα Γεωργίας Εδαφοκλιματικές απαιτήσεις Ως φυτό της τροπικής και υποτροπικής ζώνης ευδοκιμεί σε περιοχές με υψηλή υγρασία, αλλά μπορεί να προσαρμοστεί και σε πιο ξηροθερμικές περιοχές όταν έχει στη διάθεσή του ικανοποιητική εδαφική υγρασία. Όσον αφορά τη θερμοκρασία, το κολοκάσι προτιμά μέσες ημερήσιες θερμοκρασίες πάνω από 20 o C, ενώ σαφώς δεν ανέχεται συνθήκες παγετού, κάτι που το καθιστά φυτό χαμηλού υψομέτρου. Το κολοκάσι επιβιώνει και πολλαπλασιάζεται ως πολυετές φυτό σε φυσικές συνθήκες μέσω του υπόγειου μέρους του φυτού, που ονομάζεται βοτανικά κορμός ή κονδυλώδης βλαστός, κοινώς «μάππα», και των κορμιδίων αλλιώς «πούλλων». Στην Κύπρο καλλιεργούνται με κολοκάσι περίπου 800-900 δεκάρια, με μέση παραγωγή περίπου 4.000 kg / δεκάριο. Το φυτό καλλιεργείται σε βαθιά, γόνιμα εδάφη. Μπορεί να καλλιεργηθεί και σε βαριά εδάφη, αλλά καλύτερα αποτελέσματα λαμβάνονται σε αμμοπηλώδη και αργιλοπηλώδη εδάφη όταν εξασφαλίζεται επαρκής εδαφική υγρασία. Αρχικά, επιλέγεται χωράφι στο οποίο δεν καλλιεργήθηκε τα τελευταία 4 χρόνια με κολοκάσι. Συστήνεται να γίνεται μία καλλιέργεια με άροτρο μετά τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου με αρχές του χειμώνα. Αν θα ενσωματωθεί κοπριά, αυτή προστίθεται πριν από την καλλιέργεια του εδάφους. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα γίνεται μία καλλιέργεια με σβάρνα για καταστροφή των ζιζανίων και, πριν τη φύτευση, το έδαφος ψιλοχωματίζεται με φρέζα. Φύτευση Κατά τη φύτευση, που πραγματοποιείται από τέλος Φεβρουαρίου μέχρι τέλος Απριλίου, δημιουργούνται αυλακιές με απόσταση περίπου 75-80 εκ. η μία από την άλλη. Τα πολλαπλασιαστικά όργανα του κολοκασιού φυτεύονται σε αποστάσεις 30 εκ. επί της γραμμής. Ως πολλαπλασιαστικά όργανα μπορούν να χρησιμοποιηθούν κορμίδια («πούλλες»), τα οποία φυτεύονται απευθείας, ή κορμοί («μάππες») οι οποίες πρώτα τεμαχίζονται σε 3-4 κομμάτια, καθένα από τα οποία πρέπει να φέρει οφθαλμό. Το τεμάχιο της «μάππας» που έχει και λίγο από τον μίσχο του φύλλου (περίπου 10 εκ.) θεωρείται ο καλύτερος τρόπος πολλαπλασιασμού. Η φύτευση γίνεται με την ταυτόχρονη πρακτική ποσότητες νερού, περίπου 1.500-1.600 κ.μ. το δεκάριο, με ικανοποιητική παραγωγή προϊόντος. Σημαντικοί παράγοντες στην άρδευση είναι η συχνότητα άρδευσης, το ποσοστό εξάντλησης στο οποίο επαναλαμβάνεται το πότισμα και ο τρόπος με τον οποίο δίνεται το νερό. Ιδανικά, η άρδευση γίνεται με το αρδευτικό σύστημα τύπου σταγόνας χαμηλής παροχής, σε πυκνή τοποθέτηση (ανά 30 εκ.). Άρδευση γίνεται συχνότερα, σε χαμηλή εξάντληση της εδαφικής υγρασίας και με σχετικά μικρές δόσεις. Αμέσως μετά τη φύτευση ακολουθεί καλό πότισμα, το οποίο θα αρκέσει μέχρι και τη βλάστηση. Παρά την επικρατούσα αντίληψη, το νερό δεν πρέπει να λιμνάζει στις αυλακιές, γιατί συμπιέζεται το έδαφος και μειώνεται ο αερισμός του ριζικού συστήματος. Ειδικά μετά τον σχηματισμό των σαμαριών, η υγρασία πρέπει να παραμένει σε αυτά και να μην τρέχει στις αυλακιές, δίνοντας τη δυνατότητα καλύτερης αξιοποίησης του χώρου και καλύτερες συνθήκες ανάπτυξης των «μαππών» και των «πούλλων». Λίπανση Ογεωργόςπρέπει ναγνωρίζει πωςηλίπανση τουκολοκασιού επιβάλλεται πλέον να στηρίζεται σε χημικές αναλύσεις εδάφους που γίνονται πριν τη φύτευση του κολοκασιού κάθε χρόνο. Έτσι, σε συνεργασία με τον σύμβουλο γεωπόνο, ετοιμάζονται εισηγήσεις λίπανσης που να βασίζονται στις πραγματικές ανάγκες της εκάστοτε φυτείας. Ο γεωργός είναι επιπλέον υποχρεωμένος να ακολουθεί τις οδηγίες του αναθεωρημένου προγράμματος δράσης για τις ευαίσθητες από τη νιτρορύπανση περιοχές εφόσον εμπίπτει σε μία από αυτές. Συνήθως, κατά την προετοιμασία του εδάφους τοποθετούνται 3-4 τόνοι κοπριάς πουλερικών καλύπτοντας το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών σε λιπάσματα, κυρίως αζώτου. Η κοπριά βοηθά, επίσης, στη βελτίωση της δομής του εδάφους. Εάν δεν τοποθετηθεί κοπριά, τοποθετείται βασική λίπανση. Μετά το αυλάκωμα και μέχρι το τέλος Αυγούστου μπορούν να τοποθετηθούν αζωτούχα λιπάσματα. Οι αζωτούχες λιπάνσεις δίνονται σε μικρές δόσεις ώστε να εξασφαλιστεί η αποδοτικότητά τους, γιατί με τις μεγάλες ποσότητες νερού άρδευσης αυξάνονται οι απώλειες. Εχθροί και ασθένειες Το κολοκάσι είναι ένα φυτό ιδιαίτερα ανθεκτικό σε εχθρούς και ασθένειες με αποτέλεσμα να μην χρειάζεται πολλές εφαρμογές φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΦΠ). Εχθροί που πιθανόν να χρειαστεί να αντιμετωπιστούν είναι ο τετράνυχος, ο θρίπας φρακλινιέλα, διάφορα είδη αφίδων, ο κολοκυθάς και σκουλήκια εδάφους. Τονίζεται ότι κατά την παρασκευή του ψεκαστικού διαλύματος τοποθετείται πάντοτε προσκολλητική ουσία (εκτός από τα ζιζανιοκτόνα) διασφαλίζοντας την παραμονή του ψεκαστικού διαλύματος για μεγαλύτερη διάρκεια πάνω στο φύλλο του κολοκασιού, ώστε να απορροφηθεί και να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση ο γεωργός οφείλει να εφαρμόζει τις πρόνοιες της νομοθεσίας για τα ΦΠ. Εκρίζωση Τα πρώτα σημάδια που δείχνουν ότι πλησιάζει η περίοδος της συγκομιδής είναι η φυσική γήρανση των φύλλων. Τα φύλλα αρχίζουν να μαραίνονται και κιτρινίζουν. Η συγκομιδή αρχίζει από τον Αύγουστο και μπορεί να παραταθεί μέχρι και τον επόμενο Μάιο. Αρχικά, κόβονται με μαχαίρι τα φύλλα του φυτού σε ύψος κάπου 10 εκ. πάνω από το έδαφος και, ακολούθως, με ειδικό μηχάνημα που φέρει 2 μαχαίρια και εφαρμόζεται σε γεωργικό ελκυστήρα, κόβεται τελείως ο μίσχος των φύλλων. Έπειτα με το υνί «σχίζονται» οι αυλακιές και βγαίνουν οι κορμοί («μάππες») του κολοκασιού στην επιφάνεια του εδάφους. Οι «μάππες» χτυπιούνται στη συνέχεια με κάποιο αντικείμενο, π.χ. ξύλο, για να φύγει το χώμα και μετά αφαιρούνται με το μαχαίρι τα ριζίδια. Η διαδικασία του ξυσίματος δεν εφαρμόζεται πλέον και με αυτό τον τρόπο μπορεί να διατηρείται για αρκετό χρονικό διάστημα στην αποθήκη χωρίς αλλοιώσεις. Σημειώνεται ότι όλα τα μέρη του φυτού, αλλά κυρίως οι «μάππες», όταν είναι ανώριμα προκαλούν φαγούρα και δυσφορία στον άνθρωπο σε περίπτωση που αυτός έρθει σε επαφή μαζί τους (είτε μέσω του στόματος είτε μέσω του δέρματος). Αυτό οφείλεται στην παρουσία δεσμίδων οξαλικού κρυσταλλικού ασβεστίου (ραφίδες) στους ιστούς του κολοκασιού. Αυτή η παρενέργεια του κολοκασιού εξαφανίζεται με το μαγείρεμά του. Τα χαρακτηριστικά των κύριων αμερικανικών υποκειμένων της αμπέλου που διατηρεί το Τμήμα Γεωργίας Η χρήση των αμερικανικών υποκειμένων της αμπέλου αποτελεί βασικό στοιχείο της σύγχρονης αμπελουργίας σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι ελάχιστες οι εξαιρέσεις (μεταξύ των οποίων και η Κύπρος), δηλαδή οι περιπτώσεις στις οποίες ακόμη και σήμερα η φύτευση νέων αμπελώνων γίνεται κυρίως με χρήση αυτόριζων μοσχευμάτων των ποικιλιών της αμπέλου. Ο κύριος λόγος χρήσης των αμερικανικών υποκειμένων της αμπέλου είναι η προστασία της καλλιέργειας από τη φυλλοξήρα, η οποία περί τα τέλη του 19 ου αιώνα είχε προκαλέσει μεγάλη καταστροφή στον ευρωπαϊκό αμπελώνα. Μαρίνος Μερκουρίου Λειτουργός Γεωργίας Α΄ Τμήμα Γεωργίας Η φυλλοξήρα (επ. όνομα Dactylosphaera vitifoliae ) εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ευρώπη το 1863. Είναι έντομο που ανήκει στην τάξη των Ημιπτέρων και είναι αφίδα πολυμορφική, εμφανίζοντας διάφορες μορφές (φυλλόβια και ριζόβια, ριζόβια κ.λπ. ). Προσβάλλει και ζημιώνει το είδος της ευρωπαϊκής αμπέλου Vitis vinifera L. με τη ριζόβια μορφή της. Η προσβολή του ριζικού συστήματος της αμπέλου οδηγεί σε καθυστερημένη βλάστηση, χλώρωση, ξήρανση φύλλων, φυλλόπτωση και τελικώς ξήρανση όλου του φυτού. Η αντιμετώπιση του

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0