Αγρότης, τεύχος 480

A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 2 0 / T E Υ Χ Ο Σ 4 8 0 51 Η ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΜΑΣ ΕΡΕΥΝΑ γεωργοί/κτηνοτρόφοι με ποσοστό 38% και οι αλιείς/ ιχθυοκαλλιεργητές με ποσοστό 61,5%, υπέδειξαν την ανάγκη συμπερίληψης στην εθνική νομοθεσία για τις ΑθΕΠ των ίδιων των επαγγελματικών τους κατηγοριών. Από περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι το εκτιμώμενο κόστος των ΑθΕΠ, ως ποσοστό (%) του ετήσιου κύκλου εργασιών, συσχετίζεται αρνητικά και στατιστικά σημαντικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών, καθώς και με τον αριθμό των απασχολουμένων, υποδεικνύοντας ότι οι επιχειρήσεις με μεγαλύτερο ετήσιο κύκλο εργασιών ή/ και μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων τείνουν να έχουν χαμηλότερο κόστος από τις ΑθΕΠ ή, αντίστροφα, ότι οι επιχειρήσεις με μικρότερο ετήσιο κύκλο εργασιών ή/ και μικρότερο αριθμό εργαζομένων τείνουν να έχουν υψηλότερο κόστος από τις ΑθΕΠ. Συνεπώς, οι μικρές επιχειρήσεις, ως προς τον αριθμό εργαζομένων ή τον ετήσιο κύκλο εργασιών, φαίνεται να επηρεάζονται περισσότερο από την ύπαρξη των ΑθΕΠ. Καταληκτικά, τα κυριότερα συμπεράσματα και εισηγήσεις που προκύπτουν από την έρευνα είναι τα εξής: (α) Οι ΑθΕΠ αποτελούν υπαρκτό και, σε ορισμένες περιπτώσεις, σοβαρό φαινόμενο στην κυπριακή αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών τροφίμων, ενώ το κόστος τους συνιστά ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό του ετήσιου κύκλου εργασιών των εμπορευόμενων. Για τον λόγο αυτό, αδήριτη η ανάγκη για ρύθμιση των ΑθΕΠ με εθνική νομοθεσία η οποία θα διασφαλίζει τα συμφέροντα των εμπορευόμενων, θέση με την οποία συμφωνεί η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα. (β) Η εθνική νομοθεσία θα ήταν ορθό να υιοθετήσει τις συστάσεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/633 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ΑθΕΠ στις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών τροφίμων. Τα θέματα των ΑθΕΠ που έχουν εντοπισθεί στην παρούσα έρευνα καλύπτονται πλήρως από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. (γ) Στις πρόνοιες της εθνικής νομοθεσίας προτείνεται να συμπεριληφθεί το σύνολο των εμπορευόμενων, αφού, όπως προκύπτει από την έρευνα, ΑθΕΠ επιβάλλονται μονομερώς όχι μόνο από τους μεγάλους «παίκτες» της αλυσίδας εφοδιασμού γεωργικών τροφίμων αλλά και από μεμονωμένους γεωργούς/κτηνοτρόφους. (δ) Λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία της αλυσίδας εφοδιασμού γεωργικών τροφίμων, η εθνική νομοθεσία για τις ΑθΕΠ θα πρέπει να συμβάλλει στη διατήρηση ενός ανταγωνιστικού αγροτικού τομέα, να αντιμετωπίζει τη μεταβλητότητα των τιμών και των ποσοτήτων περιορίζοντας τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις, ιδίως στους μικρούς παραγωγούς (αλιείς και αγρότες), και να διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη προοπτική της προσφοράς γεωργικών τροφίμων, ικανοποιώντας την αυξανόμενη και διαφοροποιημένη ζήτηση. (ε) Σε ό,τι αφορά την ίδια τη νομοθετική ρύθμιση για την αντιμετώπιση των ΑθΕΠ, αυτή θα μπορούσε να είναι ένα μίγμα πολιτικών που να συνδυάζει ιδιωτικές, διοικητικές και δικαστικές μεθόδους παρακολούθησης και επιβολής. Η μικτή αυτή προσέγγιση θα πρέπει να επιτρέπει σε εθελοντικά συστήματα και πρότυπα να λειτουργήσουν και να συμπληρώνεται με αξιόπιστα και αποτελεσματικά θεσμικά όργανα ελέγχου και επιβολής του νόμου. Η χρήση των φυτών για τις φαρμακευτικές τους ιδιότητες είναι τόσο αρχαία όσο και ο ανθρώπινος πολιτισμός. Υπάρχουν ευρήματα από την Παλαιολιθική εποχή που περιγράφουν τη χρήση των φυτών για φαρμακευτικούς σκοπούς από τους Νεάντερνταλ. Οι Αιγύπτιοι, οι Κινέζοι, αλλά και οι αρχαίοι Έλληνες ήταν εξοικειωμένοι με τη χρήση των φυτών αυτών, ενώ η σημαντικότερη καταγραφή και ταξινόμησή τους έγινε από τον αρχαίο Έλληνα Διοσκουρίδη, που θεωρείται πατέρας της Φαρμακολογίας, στο σύγγραμμά του «Περί Ύλης Ιατρικής» τον 1 ο αιώνα μ.Χ. Μετά τη βιομηχανική επανάσταση και την ανάπτυξη της οργανικής χημείας παρατηρήθηκε στροφή προς τα συνθετικά φάρμακα. Παρόλα αυτά, εκτιμάται ότι το 25% των σύγχρονων φαρμάκων είναι φυτικής προέλευσης. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ το 80% του πληθυσμού στις αναπτυσσόμενες χώρεςστηρίζεταιστηθεραπευτική ικανότητα των φυτών για ιατρική φροντίδα. Το ένα τέταρτο του συνόλου των φαρμακευτικών πατεντών στηρίζεται σε ουσίες φυτικών ειδών ή συνθετικές ουσίες φυτικής προέλευσης. Στις βιομηχανοποιημένες χώρες η υιοθέτηση της παραδοσιακής ιατρικής αποδίδεται με τους όρους «συμπληρώματα» ή «εναλλακτικά» φάρμακα, τα Κωνσταντίνα Σταυρίδου Λειτουργός Γεωργικών Ερευνών Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών Τα φαρμακευτικά φυτά και η χρήση τους στην Κύπρο Ο όρος φαρμακευτικά φυτά χρησιμοποιείται κυρίως για να καταδείξει το γεγονός ότι τα φυτά αυτά περιέχουν βιολογικά δραστικές ουσίες με φαρμακευτικές ιδιότητες, έχουν δηλαδή αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματικά ως φάρμακα ή περιέχουν συστατικά που χρησιμοποιούνται ως φάρμακα. Η θεραπευτική ιδιότητα μπορεί να σχετίζεται με την επιτυχή πρόληψη ή και τη θεραπεία σωματικών και ψυχικών ασθενειών, καθώς και με την ευεργετική μετατροπή της σωματικής και ψυχικής κατάστασης. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ορίζει τα παραδοσιακά φυτικά φάρμακα ως τις ουσίες εκείνες που απαντώνται σε φυτά με φυσικό τρόπο και οι οποίες χρησιμοποιούνται με ελάχιστη ή καθόλου βιομηχανική επεξεργασία για τη θεραπεία ασθενειών σε τοπική ή ευρύτερη κλίμακα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0