Αρμάνδος Τζιοζεφέν 1931-2011

154 Θυμάμαι τον Αρμάνδο, σαν παλιά φωτογραφία από άλμπουμ, ζωσμέ- νο με το ακορντεόν, να το έχει αγκαλιά σαν ερωμένη, βυθισμένο σε σκέψεις, με κείνη την αφηρημάδα που έχουν οι άνθρωποι όταν είναι αφοσιωμένοι σε κάτι. Ακουμπισμένο στο στήθος, το ανοιγόκλεινε με πάθος, κρατώντας έντονα τον ρυθμό με το πόδι, ενώ η ασημένια σε μορφή αλυσίδας «ταυτότητα» που είχε στο δεξί του χέρι συμμετείχε στον ρυθμό, γιατί χτυπούσε κι αυτή με την κίνηση του χεριού στο μέ- ταλλο του οργάνου. Πάντα κομψός, με αγγλοσαξονικές προτιμήσεις στο ντύσιμο, είχε το ύφος δανδή, με την καλή σημασία του όρου, αλλά κι έναν εγωισμό, που δύσκολα επέτρεπε στον άλλον να τον θίξει˙ απόλυτος, χωρίς, εντούτοις, να είναι εριστικός. Πριν από το ακορντεόν είχε μυηθεί σε άλλα μουσικά όργανα από τα γυμνασιακά του χρόνια με καθηγητές από το σχολείο. Αρχικά έμαθε να παίζει πιάνο και αμέσως μετά φλάουτο, συμμετέχοντας έτσι στο μουσικό σύνολο που υπήρχε στο Παγκύπριον Γυμνάσιον, ένα σχολείο περιωπής, από τα καλύτερα τότε σ’ όλον τον ελληνισμό. Εκεί ανέ- πτυξε το μουσικό του αισθητήριο και είχε ένα αυτί περίπου ισάξιο ειδικού στα μουσικά θέματα. Τον βοήθησαν, επίσης, οι οικογενειακές του καταβολές. Η μητέρα του ήταν μια δυναμική γυναίκα αρμενικής καταγωγής, με κάποιο ταλέντο στη ζωγραφική όταν φοιτούσε στη Σχολή Καλογραιών. Ο πατέρας του ήταν Λατίνος με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη, καθολικός, άνθρωπος ευγενικός, χαμηλών τόνων, ο οποίος έπαιζε βιολί. Αυτουνού ο πατέρας, παππούς του Αρμάνδου, είχε κάνει μουσικές σπουδές στη Γαλλία και υπήρξε μαέστρος. Όλα αυτά ήταν ένα θετικό φορτίο από το παρελθόν για τον Αρμάνδο, που δεν θα ήταν αρκετό αν ο ίδιος δεν διέθετε μια εκ βαθέων αγάπη για τη μουσική, η οποία μετεξελίχθηκε σε διάφορα στάδια. Τότε ήταν εμποτισμένος με αποκλειστικά διεθνή ακούσματα. Λάτρευε τον Νατ Κινγκ Κόουλ με τη ρομαντική, βελουδένια φωνή. Ανάμεσα στις άλλες προτιμήσεις του περιλαμβάνονταν ο Φρανκ Σινάτρα, ο Έλβις Πρίσλεϊ, ο Πολ Άνκα, ο Πατ Μπουν, παρόλο που θεωρούσε πως το μέταλλο της φωνής του δεν είχε το αναγκαίο συναίσθημα. Δεν θυμάμαι αν είχε ιδιαίτερη αγάπη στους Μπιτλς, παρόλο που είχε τραγούδια τους στην τεράστια δισκοθήκη που είχε δημιουργήσει. Από την ιταλική μουσική ο Ρενάτο Καροσόνε ήταν στην επικαιρότητα. Τις ιδιαίτερες προτιμήσεις του συγκέντρωναν τα γνωστά συγκροτήματα της Λατινικής Αμερικής, όπως το «Τρίο Λος Πάντσος», το «Τριο Λος Ίντιος» και οι «Λος Παραγουάιος», τους οποίους, όταν ήρθαν στην Κύπρο, πήγαμε να τους ακούσουμε στο κέντρο «Σιαντεκλέρ», κορυφαίο της νυχτερινής Λευκωσίας με εξαιρετικά συγκροτήματα σε θέαμα και μουσική. Όταν αντιλήφθηκαν την αγάπη που είχαμε για τις μελωδίες και τους ρυθμούς της Λατινικής Αμερικής και ειδικά για τα τραγούδια τους, αυτό έκανε τον Λούις Αλμπέρτο ντελ Παρανά, πρώτο ερμηνευτή του συγκροτήματος, να παραμείνει για λίγο στο τραπέζι μας, κι από τη συνάντηση αυτή διατηρώ στο αρχείο μου, με προσωπική αφιέρωσή του, τον δίσκο τους που περιλάμβανε το δημοφιλές τραγούδι «Πεπίτα ντελ Μαγιόρκα». Ο Αρμάνδος Τζιοζεφέν το 1959

RkJQdWJsaXNoZXIy MTA5NDYxNw==