Η Κύπρος μας #37

13 Ολοκληρώθηκε, στις 22 Ιουλίου, μια από τις πιο πολύκροτες και πιο χρονοβόρες περιπτώσεις επαναπατρισμού κυπριακών αρχαιοτήτων. Έκλεισε τυπικά η πολύκροτη υπόθεση του αρχαιοκάπηλου και μεγαλέμπορου Aydin Dikmen με τον επαναπατρισμό στην Κυπριακή Δημοκρατία και των τελευταίων 60 κυπριακών αρχαιοτήτων (από 318 αρχικά), που κατακρατούνταν στο Μόναχο μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής δικαστικής διαδικασίας. Είχε προηγηθεί ο σταδιακός επαναπατρισμός των υπολοίπων, το 2013 και το 2015. Όπως ανέφερε ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων κ. Γιώργος Γεωργίου, κατά την τελετή επαναπατρισμού των αρχαιοτήτων από το Μόναχο, «οι προσπάθειες επιστροφής των αρχαιοτήτων που εντοπίστηκαν στο Μόναχο χρονολογούνται από το 1997 όταν, κατόπιν πληροφοριών και ενεργειών διάφορων θεσμών της Κυπριακής Δημοκρατίας, εντοπίστηκαν στην κατοχή του Dikmen αρχαιότητες που είχαν εξαχθεί παράνομα από το κατεχόμενο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και είχαν καταλήξει στο Μόναχο, του Κρατιδίου της Βαυαρίας στη Γερμανία. Εκκλησιαστικές αρχαιότητες είχαν λεηλατηθεί από περισσότερες από 50 Ελληνορθόδοξες και Μαρωνίτικες εκκλησίες. Δεν ήταν μόνο κινητές εικόνες και ιερά σκεύη, αλλά τοιχογραφίες και ψηφιδωτά, που κυριολεκτικά είχαν ξεριζωθεί από τα μνημεία». «Το Μόναχο», συνέχισε, «προοριζόταν ως ενδιάμεσος σταθμός, για να διοχετευθούν στη διεθνή μαύρη αγορά, όπου τα μνημεία πολιτισμού υποβιβάζονται σε εμπορεύσιμα αγαθά. Οι εκκλησιαστικές αρχαιότητες συνοδεύονταν και από σημαντικό αριθμό έργων του αρχαίου κυπριακού πολιτισμού. Κατόπιν μιας δύσκολης, δαιδαλώδους και πολύχρονης δικαστικής μάχης επιστράφηκαν σταδιακά όλοι οι κυπριακοί θησαυροί που είχαν εντοπιστεί, μετά από έφοδο της Αστυνομίας του Μονάχου σε υποστατικά του αρχαιοκάπηλου». Ο κ. Γεωργίου σημείωσε ότι «η συμβολή του Τμήματος Αρχαιοτήτων στην υπόθεση Dikmen αποτελεί ένα μόνο τμήμα της πολυεπίπεδης εργασίας και προσπαθειών του για την πάταξη της σύλησης και παράνομης διακίνησης της αρχαιολογικής κληρονομιάς της χώρας. Προς την κατεύθυνση αυτή έχουμε ενισχύσει και καταστήσει αυστηρότερη την εθνική νομοθεσία, η Δημοκρατία έχει επικυρώσει σχετικές διεθνείς συμβάσεις και συνυπογράψει διακρατικές και διεθνείς συμφωνίες και μνημόνια. Εργαζόμαστε, παράλληλα, για την προβολή και προστασία των μουσείων, των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων, αλλά και για να διατηρήσουμε το κύρος της κυπριακής αρχαιολογίας ψηλά, όπως το παραλάβαμε. Διατηρώντας ανοιχτά και φιλόξενα τα σύνορα μας σε ξένες αρχαιολογικές αποστολές, το Τμήμα Αρχαιοτήτων συνεχίζει να διεξάγει το μεγαλύτερο μέρος των ανασκαφών στην Κύπρο. Ιδιαίτερης μνείας χρήζει μια λεπτομερής ψηφιακή βάση δεδομένων που έχει δημιουργήσει και αναπτύξει το Τμήμα, που, ανάμεσα σε άλλα, τού επιτρέπει να παρακολουθεί συστηματικά τις δημοπρασίες αρχαιοτήτων στο διαδίκτυο». Καταλήγοντας ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων είπε: «Μέσω της Κυπριακής Αστυνομίας βρισκόμαστε σε καθημερινή επικοινωνία με την Interpol και μέσω αυτού του μηχανισμού επιτήρησης το τελευταίο διάστημα έχουμε σημειώσει σειρά επιτυχιών επαναπατρισμού αρχαιοτήτων. Συνεργάτες μας σε αυτήν την ασταμάτητη προσπάθεια συμπαρατάσσονται συναρμόδιες υπηρεσίες και Τμήματα του κράτους, το Υπουργείο Εξωτερικών, η Νομική Υπηρεσία, η Αστυνομία Κύπρου και το Τμήμα Τελωνείων. Μαζί, συμπράττουν η Εκκλησία της Κύπρου, η συμβολή της οποίας είναι πάντα καίρια και πολύτιμη σε υποθέσεις εκκλησιαστικών αρχαιοτήτων και το Ίδρυμα Α. Γ. Λεβέντης με τη συνεχή πολυεπίπεδη στήριξή του. Ιδιαίτερη συμβολή στην υπόθεση του Μονάχου είχαν η Τασούλα Χατζηττοφή, καθώς και οι εμπειρογνώμονες Johannes Deckers και Κατερίνα Χατζηστυλλή. Πρόσθετο βήμα για τον συντονισμό όλων [ήταν] η Εθνική Επιτροπή για την Πάταξη ΟΛΟΚΛΗΡΏΘΗΚΕ Ο ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΣΜΌΣ ΚΥΠΡΙΑΚΏΝ ΑΡΧΑΙΟΤΉΤΩΝ ΑΠΌ ΤΟ ΜΌΝΑΧΟ Έκλεισε η πολύκροτη υπόθεση του αρχαιοκάπηλου Aydin Dikmen Από την πλευρά της, στον δικό της χαιρετισμό, η Διευθύντρια του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών κα Αλίκη Στυλιανού ανέφερε ότι «τόσο στη συγκινητική φωτογραφική έκθεση όσο και στο συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ, η Αμμόχωστος γίνεται, για άλλη μια φορά, η πόλη-σύμβολο του δράματος του νησιού μας και διακύβευμα στις προσπάθειες για επίτευξη μιας συνολικής λύσης που θα επανενώνει την πατρίδα μας και τον λαό της». Η κα Στυλιανού σημείωσε ότι «οι εικόνες που μας κατακλύζουν δεν είναι απλώς καλλιτεχνικά έργα, αλλά μάρτυρες μιας σκληρής πραγματικότητας που εγείρει αισθήματα πικρίας και θυμού για το άδικο, αλλά, την ίδια στιγμή, εμπνέει αντοχή και ελπίδα για δικαίωση και αναγέννηση. Πρόκειται για ένα έργο, το οποίο, πέρα και πάνω από οτιδήποτε, αποτελεί μια κατάθεση ψυχής που δύσκολα αφήνει κάποιον ασυγκίνητο: Το πριν και το μετά μιας πόλης που έχει βιώσει τον πόλεμο και ό,τι αυτός συνεπάγεται. Έτσι με ρεαλισμό, αλλά και τρυφερότητα και ενσυναίσθηση, ο δημιουργός πετυχαίνει αβίαστα να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά της ατομικής και συλλογικής μνήμης». Αναφερόμενη στο φετινό καλοκαίρι στην Κύπρο, η κα Στυλιανόυ επισήμανε ότι αυτό «είναι φορτισμένο, αν όχι φορτωμένο, με το ασήκωτο βάρος των πενήντα χρόνων από την τουρκική εισβολή και κατοχή. Πενήντα χρόνια προσπαθειών, 50 χρόνια προσδοκιών, 50 χρόνια απογοητεύσεων». Πρόσθεσε πως για όλους τους Κύπριους, ακόμη και για όσους δεν έχουν άμεση καταγωγή από την Αμμόχωστο, η πόλη αυτή έχει ταυτιστεί με την τελευταία πράξη της τραγωδίας, και συνέχισε: «Χαράματα της 14ης Αυγούστου 1974 ο ‘Αττίλας’ ξαναχτυπά με τη δεύτερη φάση της εισβολής. Οι τουρκικές δυνάμεις, παρά την εκεχειρία που είχε συμφωνηθεί, βομβαρδίζουν την Αμμόχωστο. Οι κάτοικοι εκδιώκονται. Η πόλη καταλαμβάνεται από τον τουρκικό στρατό. Χαράματα της 14ης Αυγούστου 1974, ο χρόνος στην Αμμόχωστο παγώνει για πάντα. Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης παραμένει κλειστό και ερημωμένο, με τον κατοχικό στρατό να μην επιτρέπει την επιστροφή των νόμιμων κατοίκων της, παρά τα σχετικά ψηφίσματα και τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών». Στον χαιρετισμό της, η κα Στυλιανού στάθηκε στα ακόλουθα λόγια του ποιητή Κυριάκου Χαραλαμπίδη για την Αμμόχωστο Βασιλεύουσα, βγαλμένα από τη σειρά παραγωγής του ΓΤΠ «Penna»: «Η Αμμόχωστος δεν είναι μια πόλη που χάνεται πάνω στην επιφάνεια της γης. Βασιλεύει και σε ένα επίπεδο που κανένα βέβηλο χέρι δεν μπορεί να τη μαγαρίσει και να την καταστρέψει. Γι΄ αυτό την ονόμασα βασιλεύουσα της καρδιάς μας, βασιλεύει στον ουρανό για πάντα. Έχει, δηλαδή, πάρει έναν χαρακτήρα σχεδόν εσχατολογικό, θεολογικό, μεταφυσικό» και κατέληξε με το ηχηρό μήνυμα της θλιβερής επετείου των 50 χρόνων τουρκικής εισβολής και κατοχής: «Πενήντα χρόνια είναι πάρα πολλά. Είναι καιρός για ειρήνη».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTUzMzM1NQ==