16 στην κατεχόμενη γη μας ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΥΠΡΙΩΝ ΑΠΟΔΗΜΩΝ & ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΣΘΕΝΤΩΝ Αναστάσιου Λεβέντη 5Α, 6ος όροφος, Λευκωσία Αρ.Τηλεφώνου: 22572804 ΓΤΠ 101/2024 ISSN 1986-2407 Έκδοση: Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών Φωτογραφικό Υλικό: Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων. * Πηγή κειμένων και φωτογραφιών: Έκδοση ΓΤΠ 253/2019 Μνήμες Κατεχόμενης Γης- Εκτοπισμένοι Δήμοι και Κοινότητες Επιτροπή Κατεχόμενων Κοινοτήτων Επιτροπή Κατεχόμενων Δήμων Κύπρου Η Βατιλή βρίσκεται στην καρδιά της Μεσαορίας, σχεδόν στο κέντρο του παλαιού δρόμου Λευκωσίας – Αμμοχώστου. Είναι 55 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, με ξηρό κλίμα, και γι’ αυτό προσέλκυε τα άτομα που είχαν πνευμονικές παθήσεις. Το χωριό πήρε το όνομά του από τον Στέφανο Βατιλή, που ήταν φορολόγος άλατος και ήταν κάτοχος ολόκληρης της περιοχής κατά τη Λατινοκρατία. Μεταξύ Βατιλής και Σίντας υπήρξαν αρχαίοι οικισμοί της ελληνιστικής περιόδου. Αυτό μαρτυρούν σχετικές ανασκαφές, καθώς και αναφορά των «Κυπριακών Χρονικών» ότι σχεδόν ολόκληρη η περιοχή μεταξύ Βατιλής και Σίντας ήταν γεμάτη αρχαιότητες. Σε δυο περιπτώσεις μετά την τουρκική εισβολή, σε εκσκαφές βρέθηκαν αρχαιότητες, όπως έγραψαν οι τουρκοκυπριακές εφημερίδες. Το 1973, έναν χρόνο πριν την τουρκική εισβολή, η Βατιλή είχε 3.161 κατοίκους, εκ των οποίων 2.318 Ελληνοκύπριους (ποσοστό 75%) και 843 Τουρκοκύπριους (ποσοστό 25%). Οι Ελληνοκύπριοι ξεριζώθηκαν τον Αύγουστο του 1974 και είναι τώρα διεσπαρμένοι σε όλη την Κύπρο, αλλά και στο εξωτερικό. Την 1.1.2017 οι ψηφοφόροι ήταν 2.750 περίπου, δηλαδή οι Ελληνοκύπριοι κάτοικοι γύρω στους 4.000, αν υπολογιστούν μόνο οι εκ πατρογονίας. Οι κάτοικοι ασχολούνταν, κυρίως, με τη γεωργία και κτηνοτροφία, ενώ πολλοί ήταν τεχνίτες και εργαζόμενοι στις πόλεις, κυρίως στη Λευκωσία, Αμμόχωστο και Λάρνακα. Η έκταση της γης της Βατιλής ήταν 26.000 σκάλες και από αυτές μόνο οι 316 ήταν οι αρδευόμενες. Έτσι, από τις ξηρικές καλλιέργειες παράγονταν, κυρίως, σιτάρι και κριθάρι και παλιά οι κάτοικοι της Βατιλής επένδυαν τα πάντα στον καιρό, στη βροχή, για να έχουν καλή χρονιά, παραγωγή και τροφή για την οικογένειά τους. Επίσης, η Βατιλή ήταν ο κυριότερος τόπος παραγωγής τριφυλλιού και κάθε μέρα πολλά αυτοκίνητα φορτωμένα με τριφύλλι έφευγαν από τη Βατιλή για να το διανέμουν σε ολόκληρη την Κύπρο. Στα περιβόλια, που ήταν δεκάδες, παράγονταν λαχανικά, ελιές και καρπούζια. Υπήρχαν και λίγα αμπέλια, αμυγδαλιές, σουσάμι, φρούτα, μήλα και εσπεριδοειδή, αλλά και βαμβάκι. Ανεπτυγμένη ήταν και η κτηνοτροφία. 376 κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν μέχρι το 1974 με την εκτροφή αιγοπροβάτων και αγελάδων. Η Βατιλή είχε δύο εκκλησίες, τον Άγιο Γεώργιο που ήταν η κύρια εκκλησία του χωριού, και την Αγία Βαρβάρα. Είχε επίσης δύο ξωκκλήσια, την Παναγία και τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, τα οποία κατεδαφίστηκαν πλήρως κατά την τουρκική εισβολή. Βατιλή Βιτσάδα Η Βιτσάδα είναι χωριό της επαρχίας Αμμοχώστου και ανήκει στη γεωγραφική περιφέρεια της Μεσαορίας. Το χωριό βρίσκεται σχεδόν στους πρόποδες του Πενταδακτύλου και από εκεί και πέρα αρχίζει ο απέραντος κάμπος της Μεσαορίας. Το όνομα του χωριού προέρχεται από όνομα φυτού. Ο ανθοφόρος βλαστός του ασφοδέλου (αβρόσκυλλας) είναι γνωστός σε όλη την Κύπρο με το όνομα βίτσα. Το ίδιο όνομα έχει και ο ανθοφόρος βλαστός του ασφοδέλου της σπουρτούλλας και της αγριαγκινάρας. Ο τόπος, στον οποίο οι ανθοφόροι βλαστοί (βίτσες) των φυτών αυτών αφθονούν και δασώνονται, ονομάζεται βιτσάδα. Στην κυπριακή διάλεκτο η κατάληξη -αδα αυτή τη σημασία έχει κι επειδή το χωριό είναι τόπος με πολλές βίτσες ονομάστηκε Βιτσάδα. Στα βορειοδυτικά του χωριού υπάρχουν κοιτάσματα γύψου, πιθανόν της Μειόκαινης γεωλογικής περιόδου. Γι’ αυτό οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν παλαιότερα με το ψήσιμο γύψου σε καμίνια. Ο πληθυσμός του χωριού γνώρισε σημαντικές αυξομειώσεις μεταξύ των χρόνων 1881 και 1973. Το 1973 οι κάτοικοι ήταν 317. Η οικονομία του χωριού στηριζόταν κατά κύριο λόγο στη γεωργία και την κτηνοτροφία. Επιπρόσθετα, οι κάτοικοι ασχολούνταν με την πτηνοτροφία, καθώς και με την καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών. Τα κυριότερα προϊόντα της Βιτσάδας ήταν τα δημητριακά, ενώ αφθονούσαν και φρούτα, όπως σύκα, σταφύλια και ρόδια. Παράλληλα, υπήρχε άφθονη παραγωγή λεμονιών και κιτρόμηλων, που συμπληρωνόταν με τα λαχανικά. Η Βιτσάδα είχε πλούσια παραγωγή από ντομάτες, μελιτζάνες, αγγούρια, σέλινα, κρεμμύδια, λουβιά, πιπέρια, καθώς και άνυδρα καρπούζια και πεπόνια. Ο Τζέφρυ μνημονεύει τη Βιτσάδα αναφέροντας πως ήταν γνωστή στους χαρτογράφους του Μεσαίωνα και πως σε αυτήν, το 1893, ανακαλύφθηκε ελληνιστικό ιερό με αγάλματα. Ο Γκάννις αναφέρεται στην εκκλησία του Αγίου Μάμαντος που κοντά της βρίσκονται τα ερείπια της παλαιάς μεσαιωνικής εκκλησίας. Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου, Τάλα, Πάφος. Γνωστό και ως «Εγκλείστρα», το μοναστήρι ιδρύθηκε από τον Άγιο Νεόφυτο το 1170. Ο αρχικός πυρήνας του αποτελείτο από τις λαξευμένες σπηλιές στον φυσικό βράχο, όπου ασκήτευσε ο Άγιος. © Υφυπουργείο Τουρισμού, Ρώμος Κοτσώνης
RkJQdWJsaXNoZXIy MTUzMzM1NQ==