Το τετραμηνιαίο περιοδικό του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος το οποίο εκδίδεται από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών.

AΓΡΟΤΗΣ 2024 / TEΥΧΟΣ 490 68 ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ Κυβερνητικό νηματουργείο βάμβακος στη Λευκωσία (Μέρος Α’) Στάλω Κωνσταντίνου Ανώτερος Λειτουργός Γεωργίας Τμήμα Γεωργίας Για τις ανάγκες του κυβερνητικού νηματουργείου στα μέσα του 1944 εγκαταστάθηκε στην Κύπρο ο J.P. Hilton, στον οποίο ανατέθηκε η ευθύνη της ανέγερσης και λειτουργίας του εργοστασίου, ενώ στη συνέχεια θα παρέμενε στην Κύπρο ως Διευθυντής του. Η εικόνα του νηματουργείου αποτυπώθηκε μέσα από την έκθεση του περιφερειακού μηχανικού του Τμήματος Δημοσίων Έργων. Η έκθεση αναφέρει ότι το νηματουργείο βρισκόταν σε απόσταση 100 μέτρων από τη σιδηροδρομική αποθήκη στο Καϊμακλί, με ασφαλτωμένο δρόμο προσέγγισης. Κάλυπτε έκταση 11500 τετραγωνικών μέτρων περίπου, από τα οποία μόνο τα 3750 τετραγωνικά μέτρα καλύπτονταν από κτηριακές εγκαταστάσεις. Τα κτήρια ήταν τοποθετημένα αρκετά μέσα από τον δρόμο, δίνοντας στον περιβάλλοντα χώρο αρκετό περιθώριο για διακίνηση οχημάτων και διαμόρφωση κήπων. Τα κτήρια ήταν λίθινα με μπετόν. Όλες οι εγκαταστάσεις είχαν πρόνοια σε περίπτωση πυρκαγιάς, όπως κατασκευές από μπετόν, πυρίμαχες θύρες και σύστημα πυρόσβεσης με αντλία και ειδικό ντεπόζιτο νερού από ιδιόκτητη γεώτρηση. Ο διάδρομος της κεντρικής εισόδου οδηγούσε στα δεξιά σε τρία γραφεία προσωπικού που επικοινωνούσαν μεταξύ τους, και τα οποία ήταν επενδυμένα με ξύλινο πάτωμα. Στα αριστερά, στον διάδρομο, ήταν η αποθήκη, ενώ απέναντι ήταν διαμορφωμένοι τρεις χώροι, μεγάλα δωμάτια επεξεργασίας και διαλογής βαμβακιού, τα οποία στην επίσημη αλληλογραφία αναφέρονται ως ring room, reeling room και card room. Τα δωμάτια αυτά συνδέονταν από την πίσω πλευρά με τις δύο τουαλέτες ανδρών και τις τέσσερεις τουαλέτες γυναικών. Στα δυτικά του κτηρίου ήταν τοποθετημένα η αίθουσα πλυσίματος μαλλιού (wool washing plant), το δωμάτιο αέρα (blowing room), όπου μεγάλη εκσκαφή από κάτω οδηγούσε σε χώρο που ονομαζόταν ως θάλαμος σκόνης (dust chamber). Στην ανατολική πλευρά του κτηρίου βρισκόταν ο χώρος εστίασης και ο χώρος αποθήκευσης του εκκοκκισμένου βαμβακιού4. Η δυσμενής κατάσταση που επικρατούσε κατά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οδήγησε την αποικιακή κυβέρνηση σε βεβιασμένες αποφάσεις σε σχέση με το νηματουργείο. Τα μεταχειρισμένα μηχανήματα από τη Μεγάλη Βρετανία κατέφθασαν στην Κύπρο πριν ακόμη εξευρεθεί χώρος φύλαξής τους, με αποτέλεσμα να φθαρούν λόγω των καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στο νησί. Αυτό επιβάρυνε επιπλέον τον προϋπολογισμό του έργου, εφόσον η αποκατάσταση της ζημιάς που προκλήθηκε στοίχισε στην αποικιακή κυβέρνηση £2,500 σε ημερομίσθια και χημικά καθαρισμού. (Περισσότερα σχετικά με την πορεία του νηματουργείου στο επόμενο τεύχος) 1 «Σκαλιώτικο Ρεπορτάζ», Αλήθεια, Λευκωσία 27 Ιανουαρίου 1928 2 Κυπριακός Φύλαξ, Λευκωσία 16 Νοεμβρίου 1922 3 «Ο κος. Σαρριτζ εις Ινδίας», Ανεξάρτητος, Λεμεσός 8 Ιανουαρίου 1943. Σημειώνεται ότι ο Surridge γνώριζε σημαντικά την κυπριακή ύπαιθρο λόγω και των διαφόρων πόστων στα οποία υπηρέτησε, αλλά και λόγω της μελέτης που διενήργησε το 1928 σχετικά με την αγροτική ζωή της Κύπρου. 4 ΚΑΚ:SA1:SA1/783/1949/1, Έκθεση του Περιφερειακού Μηχανικού του Τμήματος Δημοσίων Έργων με τις λεπτομέρειες των κτηρίων του κυβερνητικού νηματουργείου, Λευκωσία 31 Μαΐου 1944 Η αποικιακή κυβέρνηση, από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, βολιδοσκοπούσε τη δυνατότητα ανέγερσης κυβερνητικού νηματουργείου βάμβακος στην Κύπρο. Δημοσίευμα στον Τύπο της εποχής ανέφερε πιθανή ίδρυση νηματουργείου στη Λάρνακα, η οποία είχε κάνει αλματώδη πρόοδο στον τομέα της βιομηχανίας, φέρνοντας στην πόλη εμπορική και οικονομική ζωή1. Η ανέγερση του νηματουργείου στη Λάρνακα συνδέθηκε τότε και με το ενδεχόμενο καθόδου αρκετών προσφύγων από την Ελλάδα, «…..η ήδη ληφθείσα απόφαση θα έπρεπε να υλοποιηθεί αμέσως για να δώσει εργασία στους πρόσφυγες..»2. Περί τα τέλη του 1942, λόγω του ιδιαίτερα χαμηλού αποθέματος σε υφάσματα και ρουχισμό στο νησί, ο Surridge, ο οποίος τη δεδομένη στιγμή ήταν ο Επίτροπος Προμηθειών της αποικιακής κυβέρνησης, ταξίδεψε στην Ινδία με σκοπό τη διερεύνηση εξασφάλισης νέων πηγών νημάτων και υφασμάτων, με στόχο την εισαγωγή τους στην Κύπρο. Παρόλο που η Κύπρος διέθετε 19000 αργαλειούς, εντούτοις οι πρώτες ύλες δεν επαρκούσαν για τις ανάγκες του νησιού σε ρουχισμό εν μέσω του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου3. Η Μεγάλη Βρετανία, από την άλλη, δεν μπορούσε να διαθέσει σημαντική ποσότητα νήματος ή και υφασμάτων για την Κύπρο, λόγω της έλλειψης που υπήρχε στην αγορά. Επιπρόσθετα, προτεραιότητα στη διάθεση νημάτων και υφασμάτων ανά το παγκόσμιο δόθηκε στη χρήση τους για στρατιωτικούς σκοπούς, ενώ η μεταφορά τους θα ήταν πολύ περίπλοκη λόγω της συνεχούς ανάγκης μεταφοράς πολεμοφόδιων. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω δεδομένα, ο Surridge εισηγήθηκε στην αποικιακή κυβέρνηση τη δημιουργία μονάδας επεξεργασίας πρώτων υλών στην Κύπρο. Αυτό θα γινόταν εφικτό με την αγορά μεταχειρισμένων μηχανημάτων από τη Βρετανία και την ντόπια παραγωγή νήματος. Στη συνέχεια, τα νήματα θα αποστέλλονταν στους χιλιάδες αργαλειούς στα διάφορα χωριά του νησιού για παραγωγή υφασμάτων και ρουχισμού, για κάλυψη των αναγκών της εγχώριας αγοράς. Η εισήγησή του έγινε άμεσα αποδεκτή από την αποικιακή κυβέρνηση αφού θα αποτελούσε άμεση και εφικτή λύση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι στη διαπραγμάτευση με την κυβέρνηση στη Μεγάλη Βρετανία ο τότε Αναπληρωτής Κυβερνήτης J.V.W. Shaw τον Μάρτιο του 1943 χρησιμοποίησε τη γνωστή φράση του W. Churchill “If they give us the tools, we will finish the job”, «εάν μας δώσουν τα εργαλεία, θα φέρουμε εις πέρας την εργασία». Λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η χρονική περίοδος της λήψης αυτής της απόφασης ήταν δύσκολη για την εξεύρεση και τη μεταφορά μηχανημάτων. Παρ’ όλες τις δυσκολίες, με τη βοήθεια του εκπροσώπου από το Συμβούλιο Εμπορίου της Παλαιστίνης, το εγχείρημα έγινε κατορθωτό και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTUzMzM1NQ==