Τα πρωινά στο γραφείο του Sylvain Beraud δεν μπαίνει ο ήλιος. Γι’ αυτό προτιμά οι συναντήσεις μας να γίνονται το πρωί. Το μεγάλο κυπαρίσσι έξω από το παράθυρο του νότου αφήνει να περάσουν δέσμες φωτός μόνο μετά το μεσημέρι. Το δωμάτιο είναι γεμάτο αντικείμενα, παντού, δεν μπορείς να τα δεις όλα, τα μάτια σου πνίγονται από το πλήθος τους και από τις πληροφορίες που κουβαλούν. Τα βιβλία και οι δέσμες χαρτιού είναι οι απόλυτοι πρωταγωνιστές. Στο πάτωμα, στις καρέκλες, μέσα και πάνω από τις βιβλιοθήκες, στοίβες από βιβλία, εφημερίδες, φωτοτυπίες και χειρόγραφα στηρίζουν τον ναό της σκέψης ενός ανθρώπου που συμβολίζει μια θρησκευτική κοινότητα και μια μερίδα των ανθρώπων της Κύπρου. Στο μικρό καφέ έπιπλο, πίσω από το γραφείο, βρίσκονται τοποθετημένα με τάξη λίγα φωτογραφικά λευκώματα. Συνηθισμένα, ταπεινά λευκώματα, όπου o Beraud φυλάσσει την ιστορία της οικογένειάς του και μαζί με αυτήν, την νεότερη ιστορία της θρησκευτικής ομάδας των Λατίνων της Κύπρου. Μέσα από τις προσεκτικά τοποθετημένες φωτογραφίες και μέσα από τις καθαρογραμμένες σημειώσεις στα γαλλικά που τις πλαισιώνουν, ξαναγεννιούνται οι δεσμοί, οι σχέσεις, οι νοοτροπίες, οι ιστορίες και η κουλτούρα ενός ολόκληρου κόσμου. Τα πρόσωπα αποτελούν την αφορμή για να βγουν στην επιφάνεια οι μνήμες και οι εμπειρίες. Οι εικόνες γίνονται λόγια και καταγράφονται παρακάτω έτσι όπως διατυπώθηκαν από τον φύλακά τους. Το πιστοποιητικό και τα μετάλλια του παππού Florio όταν παρασημοφορήθηκε ως Ιππότης του Τάγματος του Vittorio Veneto αφού είχε πολεμήσει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0