Αγρότης, τεύχος 482

17 A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 2 1 / T E Υ Χ Ο Σ 4 8 2 ΓΕΩΡΓIΑ Γεώργιος Θεοφάνους Λειτουργός Γεωργίας Τμήμα Γεωργίας Εισαγωγές λιπασμάτων στην Κύπρο τα τελευταία 25 χρόνια Στην Κύπρο, σχεδόν ολόκληρη η ποσότητα λιπασμάτων που χρησιμοποιείται στη γεωργία προέρχεται από εισαγωγές. Εγχώρια παραγωγή αποτελούν μόνο κάποια οργανικά λιπάσματα, καθώς και κάποια σκευάσματα τα οποία είτε επανασυσκευάζονται είτε κατασκευάζονται από πρώτες ύλες οι οποίες εισάγονται. Από τις συνολικές εισαγόμενες ποσότητες λιπασμάτων το 95% περίπου προέρχεται από ευρωπαϊκές χώρες. Την τριετία 2017 - 2019 η συνολική ποσότητα εισαγωγών - αφίξεων λιπασμάτων ανά έτος ήταν σταθερή και κυμάνθηκε γύρω στους 38.000 τόνους με τη συνολική αξία τους να ανέρχεται περίπου στα €15.500.000. Ο μέσος όρος των εισαγωγών για τα τελευταία 25 χρόνια ανέρχεται στους 47.400 τόνους με τη μεγαλύτερη εισαγωγή να σημειώνεται το 1995 με 94.000 τόνους. Οι εισαγωγές το 2019 σε σχέση με τον μέσο όρο των τελευταίων 25 χρόνων ήταν μειωμένες κατά 20% περίπου. Γράφημα 1: Συνολικές εισαγωγές λιπασμάτων κατά την εικοσιπενταετία 1995 - 2019, σε τόνους Η μείωση των εισαγωγών οφείλεται σε διάφορους λόγους. Επικρατέστερη αιτία η ορθολογική χρήση τους κατόπιν των ενημερώσεων/εκπαιδεύσεων προς τους γεωργούς από το Τμήμα Γεωργίας αλλά και η πραγματοποίηση αναλύσεων εδάφους. Η συρρίκνωση της γεωργίας, η αύξηση της τιμής των λιπασμάτων, η καλύτερη αξιοποίηση των οργανικών φυτικών υπολειμμάτων, λάσπης και κοπριάς καθώς και η εφαρμογή της Οδηγίας για τη νιτρορύπανση αποτελούν άλλες αιτίες της μείωσης που σημειώθηκε στις εισαγωγές. Όσον αφορά στη μηνιαία κατανομή των εισαγωγών, διαφαίνεται ότι οι μεγαλύτερες ποσότητες λιπασμάτων εισάγονται κυρίως τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο, και η κατάσταση είναι επαναλαμβανόμενη κάθε έτος. Αυτό οφείλεται, κυρίως, στο ότι την προαναφερόμενη περίοδο γίνεται η σπορά των σιτηρών. Τα λιπάσματα σποράς παραδίδονται απευθείας στους γεωργούς από το λιμάνι μειώνοντας με τον τρόπο αυτό και τις τιμές πώλησης προς τους γεωργούς. Αφετέρου φανερώνει την πρόθεση των ασχολούμενων με τα λιπάσματα να αποφεύγουν κατά το δυνατόν την αποθήκευση μεγάλων ποσοτήτων λιπασμάτων στις αποθήκες τους, καθαρά για οικονομικούς λόγους. Γράφημα 2: Μηνιαία κατανομή των εισαγωγών λιπασμάτων κατά το έτος 2019, σε τόνους Τα λιπάσματα, ανάλογα με την προέλευσή τους, χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τα οργανικά και τα ανόργανα. Οργανικά είναι τα λιπάσματα που παράγονται από υπολείμματα ζωντανών οργανισμών φυτικής ή ζωικής προέλευσης όπως είναι για παράδειγμα οι κοπριές, τα κρεατάλευρα, τα απόβλητα βιολογικών σταθμών κ.ά. Ανόργανα λιπάσματα ή χημικά λιπάσματα είναι αυτά τα οποία παράγονται βιομηχανικά με φυσικοχημικές διεργασίες. Το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών αποτελούν τα ανόργανα λιπάσματα με ποσοστό 98%. Τα ανόργανα λιπάσματα, με βάση την περιεκτικότητα τους σε θρεπτικά στοιχεία, διακρίνονται στις ακόλουθες κατηγορίες: (α) Απλά λιπάσματα: Λιπάσματα που περιέχουν ένα μόνο από τα κύρια θρεπτικά στοιχεία. (β) Μικτά ή σύνθετα λιπάσματα: Λιπάσματα που περιέχουν δύο ή περισσότερα κύρια θρεπτικά στοιχεία. (γ) Ενισχυμένα λιπάσματα: Είναι απλά ή μικτά λιπάσματα που περιέχουν επιπρόσθετα ένα ή περισσότερα δευτερεύοντα θρεπτικά στοιχεία. (δ) Εμπλουτισμένα λιπάσματα: Είναι τα λιπάσματα που περιέχουν ένα ή περισσότερα κύρια ή δευτερεύοντα θρεπτικά στοιχεία και ιχνοστοιχεία. (ε) Δευτερεύοντα λιπάσματα: Είναι τα λιπάσματα που περιέχουν ένα ή περισσότερα δευτερεύοντα θρεπτικά στοιχεία. Όσον αφορά στην επί μέρους κατηγοριοποίηση των εισαγωγών των ανόργανων λιπασμάτων, τον μεγαλύτερο όγκο των εισαχθέντων αντιπροσωπεύουν τα μικτά λιπάσματα με ποσοστό 58%, ακολουθούν τα εμπλουτισμένα λιπάσματα με ποσοστό 20%, τα απλά λιπάσματα με ποσοστό 14% και τα ενισχυμένα με ποσοστό 5% περίπου. Ο γενικός όρος λίπασμα αναφέρεται σε οποιαδήποτε ουσία, φυσική ή τεχνητή, που συμβάλλει στην ανάπτυξη και παραγωγικότητα των φυτών. Η ικανότητα του εδάφους να εφοδιάζει με θρεπτικά στοιχεία τις καλλιέργειες μειώνεται με την πάροδο του χρόνου και πολλές φορές ελαχιστοποιείται συνεπεία της απομάκρυνσης των θρεπτικών στοιχείων είτε μέσω των συγκομιζόμενων προϊόντων, είτε λόγω φυσικών απωλειών λόγω έκπλυσης και διάβρωσης. Δημιουργείται, επομένως, η ανάγκη της συμπλήρωσης και αναπλήρωσης των θρεπτικών στοιχείων με την προσθήκη λιπασμάτων, κατά τρόπο ώστε οι καλλιέργειες να έχουν πάντοτε στη διάθεσή τους τα αναγκαία θρεπτικά στοιχεία για την κανονική ανάπτυξη και ταυτόχρονα την άριστη απόδοσή τους τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTA5NDYxNw==