Αγρότης, τεύχος 478

A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 1 9 / T E Υ Χ Ο Σ 4 7 8 44 Μακροχρόνια μελέτη του κυπριακού λουβιού και επιπτώσεις στη στρατηγική διατήρησης των παραδοσιακών ποικιλιών Το 2009 άρχισε στο Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών ένα ερευνητικό πρόγραμμα γενετικής βελτίωσης με στόχο τη σε βάθος μελέτη προσαρμογής των παραδοσιακών ποικιλιών και των καλλιεργειών γενικότερα στην τότε αναδυόμενη, και τώρα απολύτως πραγματική, κατάσταση της κλιματικής αλλαγής. Το είδος-μοντέλο που επιλέχθηκε για τον σκοπό αυτό ήταν το παραδοσιακό κυπριακό λουβί. Με τον όρο «παραδοσιακές ποικιλίες» αναφερόμαστε σε σπόρους που περνούν από γενιά σε γενιά και από παραγωγό σε παραγωγό και έχουν άρρηκτη σύνδεση με τη γεωγραφική περιοχή όπου καλλιεργούνται, καθώς είναι πολύ καλά προσαρμοσμένες στις συνθήκες του ειδικού περιβάλλοντος της περιοχής. Προέκυψαν μέσω φυσικής και ανθρώπινης επιλογής διαμέσου πολλών δεκαετιών ή και αιώνων και έχουν συνδεθεί με τις παραδόσεις και την ιστορία των τοπικών κοινωνιών. Ένα χαρακτηριστικό των παραδοσιακών ποικιλιών που διακρίνεται σχετικά εύκολα και με γυμνό μάτι είναι η απουσία παντελούς ομοιομορφίας μεταξύ των φυτών που τις απαρτίζουν. Το κυπριακό λουβί ανήκει σε δύο κυρίως κατηγορίες: Υπάρχουν οι παραδοσιακές ποικιλίες που σπέρνονται νωρίς την άνοιξη ή ακόμη και τον Φεβρουάριο υπό κάλυψη, και από τις οποίες συγκομίζονται χλωροί λοβοί πολλές φορές μέσα στην καλλιεργητική περίοδο. Χαρακτηριστική είναι η προσωνυμία «Επτακοίλι», δηλωτικό του ότι ο χλωρός λοβός μπορεί να συγκομιστεί μέχρι 7 φορές μέχρι να εξαντληθεί η φυτεία και να έρθει το τέλος του βιολογικού κύκλου, περίπου στο τέλος του καλοκαιριού. Οι λοβοί αυτών των ποικιλιών είναι τρυφεροί, λεπτοί και αρκετά μακριοί, ενώ οι σπόροι τους είναι σχετικά μικροί. Υπάρχουν, επίσης, οι παραδοσιακές ποικιλίες κυπριακού λουβιού που σπέρνονται μέσα στο καλοκαίρι και συγκομίζονται για σπόρο νωρίς το φθινόπωρο, συνήθως μία ή δύο φορές. Τόσο οι σπόροι όσο και οι λοβοί τους είναι μεγαλύτεροι και ξεχωρίζουν πιο εύκολα από τις προηγούμενες. Και οι δύο κατηγορίες έχουν χαρακτηριστικό γνώρισμα την έρπουσα ανάπτυξη, και μπορεί να απλωθούν σε έκταση μεγαλύτερη του 1-1,5 τετραγωνικού μέτρου ανά φυτό. Η κεντρική ιδέα του προγράμματος βασίστηκε σε σημαντική προηγούμενη έρευνα σε πειράματα βελτίωσης σίτου (Fasoula, 1990), στην οποία αποδείχθηκε ότι ακόμη και αν όλα τα φυτά μιας εμπορικής ποικιλίας εμφανίζονται εξωτερικά ομοιόμορφα, στην πραγματικότητα έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, αρκεί να χρησιμοποιηθεί η κατάλληλη μεθοδολογία εντοπισμού τους. Βρέθηκε μάλιστα ότι η παραγωγική ικανότητα είναι αρνητικά συσχετισμένη με την ανταγωνιστική ικανότητα. Οι διαφορές αυτές μπορεί να αξιοποιηθούν πολύ αποτελεσματικά για την αναβάθμιση του παραγωγικούδυναμικούκαι τωνποιοτικώνχαρακτηριστικών μιας ποικιλίας, και αυτό είναι καλό να γίνεται σε κάθε καλλιεργητική περίοδο ώστε να εξασφαλίζεται η διαρκής προσαρμογή σε κάθε μικροπεριβάλλον. Είναι η έννοια της «αέναης επιλογής» ή «nonstop selection» (Fasoula, 2012), η οποία έχει άμεση σχέση με την ικανότητα προσαρμογής των φυτών στην κλιματική αλλαγή και ισχύει τόσο για τις παραδοσιακές όσο και για τις πιο ομοιόμορφες εμπορικές ποικιλίες. Επιπλέον, αν οι διαφορές μεταξύ των φυτών μιας ποικιλίας δεν εντοπιστούν ώστε να απομακρυνθούν τα λιγότερο παραγωγικά φυτά, η ποικιλία οδηγείται σε σταδιακό εκφυλισμό και μείωση της απόδοσης και των ποιοτικών χαρακτηριστικών της. Ο σταδιακός εκφυλισμός μιας παραδοσιακής ποικιλίας είναι αόρατος στο γυμνό μάτι, και γι’ αυτό είναι δύσκολο να κατανοηθεί η σοβαρότητά του. Όμως, η παραπάνω θεώρηση προσφέρει και την επιστημονική κατανόηση του φαινομένου της παραδοσιακής ανταλλαγής σπόρων μεταξύ γεωργών που έχει καταγραφεί από την αρχαιότητα και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με αυτή την αρχαία πρακτική, που καταγράφεται και από τον Θεόφραστο, ήταν συνηθισμένο να χρησιμοποιούνται για σπορά σπόροι που έφερναν οι γεωργοί Η ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΜΑΣ ΕΡΕΥΝΑ δρ Διονυσία Φασούλα Λειτουργός Γεωργικών Ερευνών Α΄ Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών Εικόνα 1: Πειράματα αναβάθμισης παραδοσιακού κυπριακού λουβιού με βάση τα Κυψελωτά Σχέδια Επιλογής. Χαρακτηριστικές οι αραιές αποστάσεις μεταξύ φυτών που επιτρέπουν την πλήρη έκφραση του παραγωγικού δυναμικού κάθε φυτού για ακριβείς συγκρίσεις.

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0