Αγρότης, τεύχος 478

23 A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 1 9 / T E Υ Χ Ο Σ 4 7 8 ΓΕΩΡΓIΑ Υπάρχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στον κυπριακό αμπελώνα που σπάνια το συναντά κανείς αλλού στον κόσμο: H ύπαρξη αυτόρριζων αμπελώνων ηλικίας πέραν των 100 ετών. Η παρουσία αυτών των αιωνόβιων φυτών σε συνδυασμό με το όμορφο και δύσβατο τοπίο που συναντά κανείς στις ορεινές περιοχές του νησιού αποτελoύν σπουδαία κληρονομιά. Μόνο στην Κύπρο μπορείς να εντοπίσεις οίνο από μοναδικές γηγενείς ποικιλίες. Αναμφισβήτητα, αυτή η κληρονομιά είναι τόσο ανεκτίμητη που θα πρέπει να διαφυλαχθεί. Το μοναδικό και ιδιαίτερο αμπελοτόπι της Κύπρου Αμπελώνες πέραν των 100 ετών Νικολίνα Κυριάκου Λειτουργός Αμπελοοινικών Προϊόντων-ΣΑΠ Τμήμα Γεωργίας Σύμφωνα με στοιχεία του αμπελουργικού μητρώου του Τμήματος Γεωργίας, στην Κύπρο σήμερα υπάρχουν περίπου 77.000 δεκάρια αμπέλια. Αμπελώνες πέραν των 100 χρονών καταλαμβάνουν μια έκταση περίπου 5.400 δεκαρίων, ενώ αμπελώνες φυτεμένοι πριν από το 1900, δηλαδή που είναι φυτεμένοι στα τέλη του 19 ου αιώνα, καταλαμβάνουν έκταση 430 δεκαρίων και εντοπίζονται περιμετρικά της κορυφής του Τροόδους. Από τα στατιστικά στοιχεία της Eurostat (2015), η Κύπρος διαθέτει το μεγαλύτερο ποσοστό στο σύνολο της αμπελοκαλλιέργειάς της, σε όλη την Ευρώπη, με αμπελώνες ηλικίας πέραν των 30 ετών. Πηγή: https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained Πώς, όμως, κατόρθωσαν να διατηρηθούν αυτοί οι αμπελώνες; Κατά κύριο λόγο άντεξαν επειδή δεν εμφανίστηκε στην Κύπρο η καταστροφική φυλλοξήρα. Το επιζήμιο έντομο το οποίο, όπου εμφανίστηκε, κατάστρεψε ολοκληρωτικά τους αμπελώνες και επέφερε την αναγκαστική και ολοκληρωτική αναφύτευση αμπελώνων σε όλο τον κόσμο, με υποχρεωτική τη χρήση εμβολιασμένων φυτών με αμερικάνικα υποκείμενα σε όλες τις ποικιλίες. Επιπλέον, οι αμπελώνες αυτοί διατηρήθηκαν κυρίως από ερασιτέχνες επίμονους γεωργούς, οι οποίοι δεν βασίζονταν οικονομικά αποκλειστικά στο αμπέλι. Οι ογκώδεις ανάγκες που προέκυψαν στην Κύπρο κατά τις δεκαετίες 1980 και 1990 ικανοποιούνταν κατά κύριο λόγο με την παραγωγή των σχετικά νέων αμπελώνων με γηγενείς αλλά και εισαγόμενες υπερπαραγωγικές ποικιλίες, των εύφορων ημιορεινών περιοχών της Πάφου και Λεμεσού. Οι αμπελώνες αυτοί αποτελούνται από τις κατεξοχήν γηγενείς ποικιλίες Ντόπιο Μαύρο (ερυθρό) και Ξυνιστέρι (λευκό), ενώ διάσπαρτα μπορούν να εντοπιστούν φυτά των λιγότερο γνωστών μέχρι πρόσφατα ποικιλιών όπως Μαραθεύτικο (ερυθρό), Γιαννούδι (ερυθρό), Σπούρτικο (λευκό), Όφθαλμο (ερυθρό), Πρωμάρα (λευκό), Μωροκανέλλα (λευκό), Βασίλισσα (λευκό), Κανέλλα (λευκό) και άλλων σπανιότερων ποικιλιών. Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια καταβλήθηκαν προσπάθειες για εντοπισμό σπάνιων γηγενών ποικιλιών με προοπτικές για διεύρυνση των ήδη γνωστών γηγενών ποικιλιών του τόπου. Ένας από τους κινδύνους που ελλοχεύει κατά την εγκατάλειψη και πιθανή εκρίζωση των συγκεκριμένων αμπελώνων είναι να χαθούν οριστικά οι άγνωστες, σπάνιες και μοναδικές κυπριακές ποικιλίες. Η σημασία τους, πέρα από τη μοναδικότητα των σταφυλιών και του παραγόμενου οίνου, είναι ακόμη μεγαλύτερη εάν συνυπολογιστεί η προσαρμοστικότητα των γηγενών ποικιλιών στις ξηροθερμικές συνθήκες που γίνονται ολοένα και εντονότερες. Με τα δεδομένα στις κλιματικές συνθήκες να αλλάζουν με έντονους ρυθμούς, το μέλλον της αμπελοκαλλιέργειας βασίζεται σε ποικιλίες ανθεκτικές στην ξηρασία και στις υψηλότερες θερμοκρασίες. Η άρδευση των αμπελώνων δεν αποτελεί βιώσιμη λύση στο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Πέραν του γεγονότος ότι είναι πολυδάπανη και δύσκολη στην εφαρμογή, τα υδάτινα αποθέματα με τα νέα κλιματικά δεδομένα έχουν ήδη επηρεαστεί δυσμενώς τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Η διάσωση και χρήση των γηγενών ποικιλιών αποτελούν μια ορθολογιστική προσέγγιση στη διατήρηση και διαχείριση του κυπριακού αμπελώνα για αντιμετώπιση των δυσμενών συνθηκών που επιφέρει η κλιματική αλλαγή. Πέρα από τον κίνδυνο αφανισμού των σπάνιων ποικιλιών υπάρχει και ο κίνδυνος να σβήσει από την κυπριακή ύπαιθρο η μοναδική χαρακτηριστική αισθητική που προσφέρει το αμπελοτόπι. Η ομορφιά του τοπίου αυτού εξελίχθηκε μέσα από το πέρασμα των ετών με τους μόχθους των αμπελουργών, κυρίως των ορεινών περιοχών, που συνειδητά επέλεγαν τις πιο δύσβατες και λιγότερο εύφορες περιοχές για τη φύτευση των αμπελώνων τους, αφού ως γνωστόν το αμπέλι ως φυτό έχει περιορισμένες απαιτήσεις. Μια περιδιάβαση στα ορεινά είναι αρκετή για να διαπιστώσει κάποιος την προσφορά των αμπελώνων στην ξεχωριστή ομορφιά του τοπίου. Πέρα από την αισθητική αξία που προσθέτουν οι αμπελώνες στο τοπίο, εξίσου σημαντική είναι και η οικολογική και περιβαλλοντική αξία τους. Οι αμπελώνες αυτοί αποτελούν ιδανικούς βιότοπους για ενδημικούς και μη οργανισμούς. Οι συνθήκες είναι ιδανικές για διατήρηση της χλωρίδας και της πανίδας που απαντάται στην Κύπρο. Το αγρινό, η αλεπού, λαγοί, σκαντζόχοιροι, ερπετά, σαύρες όπως ο κυπριακός κουρκουτάς, φίδια, διαφορά είδη πτηνών και εντόμων, βρίσκουν τροφή και καταφύγιο εντός των αμπελώνων και των πέτρινων ξερολιθιών που κατασκευάζονταν εντός των αμπελώνων. Διάφορα είδη φυτών συνυπάρχουν αρμονικά με τα αμπέλια, στα οποία περιλαμβάνεται ετήσια άγρια βλάστηση, θάμνοι και δέντρα. Επιπλέον, οι αμπελώνες αποτελούν αποδεδειγμένα ισχυρές ζώνες πυρασφάλειας κατά τη θερινή περίοδο, καθώς η παρουσία χλωρής βλάστησης αποτρέπει

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0