Cyprus at a Glance_EL

Μεγάλο μέρος της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς στο κατεχόμενο τμήμα έχει καταστραφεί και υποστεί βανδαλισμούς, ενώ χώροι λατρείας έχουν βεβηλωθεί. Η καταστροφή της πολιτισμικής κληρονομιάς έχει διαπραχθεί σε μεγάλο βαθμό από τον τουρκικό στρατό και Τούρκους υπηκόους και συνεχίζεται ακόμη με τη συνεργία της κατοχικής δύναμης. Μια σειρά αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, καθώς και άλλων διεθνών οργανισμών, καταδικάζουν την τουρκική εισβολή και τις άλλες επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας εναντίον της Κύπρου, ζητούν την επιστροφή όλων των προσφύγων στα σπίτια τους υπό συνθήκες ασφάλειας και τη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων καθώς και την άμεση αποχώρηση από το νησί όλων των ξένων στρατευμάτων και απαιτούν την αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον σεβασμό της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου. Επιπρόσθετα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων βρήκε την Τουρκία υπεύθυνη για μαζικές και συστηματικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών έχει αναλάβει διάφορες πρωτοβουλίες για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος και την επανένωση του νησιού με διαδοχικούς γύρους διακοινοτικών συνομιλιών που διεξάγονται από το 1974. Η πρόοδος, δυστυχώς, έχει υπονομευθεί, με ποικίλους τρόπους, από την τουρκική πλευρά και την τουρκοκυπριακή ηγεσία, που επιδιώκουν μια διευθέτηση που θα άφηνε την Κύπρο μόνιμα διαιρεμένη. Η ελληνοκυπριακή πλευρά, από την άλλη, εμμένει σε μια πραγματική επανένωση της χώρας. Στις 24 Απριλίου 2004 ζητήθηκε από τον λαό της Κύπρου να εγκρίνει ή να απορρίψει σε χωριστά και ταυτόχρονα δημοψηφίσματα στις δύο κοινότητες, την πρόταση του Γενικού Γραμματέα για μια συνολική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος (Σχέδιο Ανάν V). Με σαφή πλειοψηφία 75,8%, οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν το προτεινόμενο σχέδιο γιατί θεώρησαν ότι το τελικό κείμενο δεν ήταν ισορροπημένο και δεν ικανοποιούσε τις βασικές τους ανησυχίες αναφορικά με την ασφάλεια, τη λειτουργικότητα και τη βιωσιμότητα της λύσης. Με την ψήφο τους οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν το συγκεκριμένο ατελές Σχέδιο που τέθηκε ενώπιόν τους, επειδή δεν οδηγούσε στην πραγματική επανένωση των θεσμών, του λαού, του εδάφους και της οικονομίας της Κύπρου. Αντίθετα, οι Τουρκοκύπριοι (συμπεριλαμβανομένων των ψήφων των παράνομων εποίκων από την Τουρκία) με μια πλειοψηφία 64,9% ψήφισαν υπέρ του Σχεδίου. Η αρνητική έκβαση του δημοψηφίσματος κατέστησε το Σχέδιο Ανάν άκυρο στο σύνολό του. Ωστόσο, η κυπριακή Κυβέρνηση παρέμεινε αταλάντευτα δεσμευμένη στην αποστολή των καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα και σε μια ουσιαστική ειρηνευτική διαδικασία που θα διευκολύνει την επίτευξη μιας συνολικής διευθέτησης. Συνεπώς, επεδίωξε να δώσει νέα ώθηση στην ειρηνευτική διαδικασία για την εξεύρεση μιας κοινά αποδεκτής λύσης που να ικανοποιεί τις ανησυχίες όλων των Κυπρίων. Σ' αυτό το πλαίσιο, στις 8 Ιουλίου 2006, ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Τάσσος Παπαδόπουλος, και ο ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας υπέγραψαν Συμφωνία πάνω σε μια «Δέσμη Αρχών» για τη λύση του κυπριακού προβλήματος. 20

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0