AΝΟΙΓΜΑ ΤΗΣ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ

Η πόλη της Αμμοχώστου βρίσκεται στην ανατολική ακτή της Κύπρου. Από την στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας στο νησί το 1974, η περιοχή στα νότια της πόλης, το Βαρώσι, μετατράπηκε σε πόλη φάντασμα, αφού απομονώθηκε και αποκλείστηκε από τον τουρκικό κατοχικό στρατό, ο οποίος, μέχρι σήμερα, διατηρεί φρουρά εκεί. Κατά τη δεύτερη φάση της εισβολής στις 14 Αυγούστου 1974, οι τουρκικές εναέριες δυνάμεις βομβάρδισαν την Αμμόχωστο και, ακολούθως, ο τουρκικός στρατός κατέλαβε την πόλη. Ως αποτέλε- σμα, οι 37 χιλιάδες Ελληνοκύπριοι κάτοικοι αναγκά- στηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη. Συνολικά, η τουρκική στρατιωτική εισβολή και κατοχή το 1974 οδήγησε σε βίαιο εκτοπισμό περισσότερες από 180 χιλιάδες Ελληνοκύπριους, προκαλώντας έτσι μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση και μια κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. ΗΤουρκία εξακολουθεί να κατέχει παράνομα το 36,2% του κυρίαρχου εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας και αρνείται το δικαίωμα επιστροφής στους βίαια εκτοπισμένους Κύπριους. Μέχρι το 1974, η Αμμόχωστος είχε μεγάλη συμβολή στην οικονομία της Κύπρου, υπερβαίνοντας κατά πολύ την αναλογική της συνεισφορά στα ετήσια εθνικά έσοδα του νησιού. Κατείχε περισσότερο από το 50% της συνολικής τουριστικής χωρητικότητας του νησιού και ήταν επίσης το βασικό λιμάνι από άποψη διακίνησης αγαθών και επιβατών, ένας καθο- ριστικός παράγοντας για την ανάπτυξη της πόλης. Το 1973, οι εξαγωγές από το λιμάνι της Αμμοχώστου αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 42% των συνολικών εξαγωγών του νησιού. Με άλλα λόγια, πριν το 1974, η Αμμόχωστος ήταν ο κύριος τουριστι- κός προορισμός στο νησί και η πιο ευημερούσα πόλη. Η πόλη των Βαρωσίων, ο κάποτε ακμάζων τομέας της οικονομίας της Αμμοχώστου, σε προνομιακή τοποθεσία, περιβάλλεται στα βόρεια, νότια και δυτικά από έδαφος και στα ανατολικά από θάλασσα. Από το 1960 όταν η Κύπρος έγινε ανεξάρτητη μέχρι το 1974 και την τουρκική εισβολή, οι παραλίες και η παράκτια περιοχή της, την κατέστησαν τουριστικό μαγνήτη. Βρίσκεται επίσης κοντά σε αυτό που είναι γνωστό –από το 1974- ως «νεκρή ζώνη του ΟΗΕ», μια ζώνη που διαπερνά τη γραμμή κατάπαυσης του πυρός, διαχωρίζοντας την κατεχόμενη περιοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας από την ελεγχόμενη από την Κυβέρνηση περιοχή της Δημοκρατίας. Από το 1974, οι πρόσφυγες από το Βαρώσι αναμένουν την επιστροφή στα σπίτια και τις περιουσίες τους. Συρμα- τοπλέγματα, οδοφράγματα και στρατιωτικές προει- δοποιητικές επιγραφές ανεγέρθηκαν από τον τουρκικό κατοχικό στρατό γύρω από το Βαρώσι, κρατώντας όλους επίμονα έξω από την περιφραγ- μένη περιοχή. Από την περίφραξη, η οποία εμποδίζει τον περιπατητή να έχει πρόσβαση στην ακτή των Βαρωσίων, τα παραθαλάσσια ξενοδοχεία, τα διαμερί- σματα και τα εστιατόρια δεν είναι τίποτα περισσότερο από αποσυντιθέμενους σκελετούς από μπετόν – ογκώδεις ταφό- πλακες όρθιες αποφασιστικά ενάντια στην πορεία του χρόνου. Οι μνήμες και οι ψυχές των πρώην ενοίκων, πολλοί εκ των οποίων συναντήθηκαν με τα μέλη της αποστολής, κατοικούν ακόμα εντός εκείνων των τοίχων. (Αναφορά της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την επίσκεψη καταγραφής γεγονότων στην Κύπρο – 25-28 Νοεμβρίου 2007 σύμφωνα με την αναφορά 733/2004) ” ” Αυτή η κατάσταση στην παρα- λιακή περιοχή των Βαρωσίων είναι χειρότερη. Μετά τον εκτοπισμό των, κυρίως, Ελληνοκύπριων κατοίκων της το 1974, περισσότερα από 100 ξενοδοχεία και 5,000 σπίτια και επιχειρήσεις, δημό- σια κτήρια, εστιατόρια, μουσεία και σχο- λεία εγκαταλείφθηκαν και επιτηρούνται από τον τουρκικό στρατό. Παρά τα δύο ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας -550 (1984) και 789 (1992)-, η Τουρκία αρνείται να παραδώσει τη διοίκηση αυτής της περιοχής στα Ηνωμένα Έθνη, αλλά εξακολουθεί να κάθεται εκεί σαν σκύλος στο παχνί. Robert Ellis, σχολιαστής για θέματα Τουρκίας στον διεθνή Τύπο, στο άρθρο του «Famagusta: A forgotten city» («New Europe», 22 Μαΐου 2011)

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0