46 AΓΡΟΤΗΣ 2024 / TEΥΧΟΣ 490 ΦΥΣΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Αρχικά, για την καταστολή των δασικών πυρκαγιών, οι δασικοί υπάλληλοι ζητούσαν τη βοήθεια των κατοίκων της γύρω περιοχής. Αργότερα όμως κρίθηκε αναγκαία η δημιουργία δασοπυροσβεστικού σώματος για την άμεση και γρήγορη επέμβαση στην περιοχή της πυρκαγιάς, αποτελεσματικότερη καταστολή της και γενικά την ασφάλεια του δάσους. Έτσι, το 1970 προσλήφθηκαν οι πρώτοι δυο δασοπυροσβέστες. Από το 1981 μέχρι το 1986 αυξήθηκαν στους τρεις και στη συνέχεια, λόγω των μεγάλων αναγκών για περαιτέρω προστασία, τα άτομα έγιναν τέσσερα. Τα τελευταία χρόνια αυξήθηκαν σε 12 δασοπυροσβέστες, οι οποίοι χωρίζονται σε δύο ομάδες και εργάζονται με σύστημα βάρδιας μέρα παρά μέρα. Το δασοπυροσβεστικό σώμα ενισχύθηκε με ένα μεγάλο και ένα μικρό πυροσβεστικό όχημα. Πυροφυλάκιο Το πυροφυλάκιο του Κακομάλλη λειτούργησε για πρώτη φορά το 1943 με στόχο την έγκαιρη επισήμανση των πυρκαγιών. Βρίσκεται σε υψόμετρο 1001 μέτρων και ελέγχει την ευρύτερη περιοχή του δάσους και της πόλης της Λεμεσού. Για 40 χρόνια οι πυροφύλακες διέμεναν σε μια παράγκα. Το 1984 η παράγκα αντικαταστάθηκε με καινούργια, ξύλινη κατασκευή, η οποία προσέφερε κάποιες διευκολύνσεις. Το 2007 κατεδαφίστηκε και στη θέση της αναγέρθηκε νέο κτήριο. Οι πρώτοι πυροφύλακες ήταν οι Χρύσανθος Βοσκαρίδης και Πόλλας. Μέσα στα καθήκοντα τους ήταν οι περιπολίες κατά μήκος των κορυφών των βουνών για την καλύτερη παρακολούθηση και έγκαιρη ανίχνευση των δασικών πυρκαγιών. Αρχικά, η πρόσβαση γινόταν μέσω μονοπατιού, όμως, μετά το 1945 άρχισε η σταδιακή κατασκευή του δρόμου που συνδέει τον σταθμό με το πυροφυλάκιο. Τα τελευταία 19 χρόνια το πυροφυλάκιο επανδρώνεται με δύο άτομα, οι οποίοι εργάζονται με σύστημα βάρδιας μέρα παρά μέρα από τις 7:30 μέχρι τις 19:30. Παλαιότερα, κάποιες πυρκαγιές έκαψαν μεγάλες εκτάσεις του κρατικού δάσους Λεμεσού. Μεγάλες πυρκαγιές συνέβησαν το 1926 στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα το πυροφυλάκιο, το 1931 στην τοποθεσία «Βούππα» και τη δεκαετία του ’60 στις τοποθεσίες «Περνιά» και «Ασπρες». Από το 1982 και μετά καταγράφηκαν 119 πυρκαγιές, από τις οποίες οκτώ (8) εντός του κρατικού δάσους, πέντε (5) εντός χαλίτικης γης και 106 σε γειτονικά ιδιωτικά κτήματα. Παρά τις δύσκολες συνθήκες εργασίας των δασικών υπαλλήλων και του εργατικού προσωπικού, με επίμονες και επίπονες προσπάθειες η κατάσταση του δάσους βελτιώθηκε σε μεγάλο βαθμό. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια καταγράφηκαν δύο καταστρεπτικές πυρκαγιές στην ευρύτερη περιοχή του δασικού Σταθμού Κακομάλλη. Η μια το 2020, όπου κατέκαψε 43 εκτάρια γης, με το μεγαλύτερο μέρος να βρίσκεται μέσα στο κρατικό δάσος Λεμεσού, στην περιοχή Ακρούντας, και η δεύτερη καταστρεπτική πυρκαγιά με ανυπολόγιστες ζημιές το 2021 στην ορεινή Λεμεσού και Λάρνακας, που κατέκαψε 4.450 εκτάρια ιδιωτικής και χαλίτικης γης, στην περιοχή Αρακαπά. Αναψυχή Ανέκαθεν ο χώρος της ευρύτερης περιοχής Κακομάλλη προσφερόταν για ξεκούραση και ηρεμία. Για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκαν δυο εκδρομικοί χώροι με διευκολύνσεις για το κοινό. Οι χώροι αυτοί είναι ο εκδρομικός χώρος Αγίας Παρασκευής που δημιουργήθηκε το 1981, δυναμικότητας 650 ατόμων, και ο εκδρομικός χώρος δίπλα από τον Δασικό Σταθμό Κακομάλλη. Ο δεύτερος δημιουργήθηκε το 1984 και είναι δυναμικότητας 500 ατόμων. Πανίδα και χλωρίδα Τα κυριότερα είδη θηλαστικών στο δάσος Κακομάλλη είναι ο λαγός (Lepus europaeus cyprius), η αλεπού (Vulpes vulpes indutus) και ο σκαντζόχοιρος (Hemiechinus auritus dorotheae). Επίσης, εκεί ζουν αρκετά είδη ερπετών, όπως ο κουρκουτάς (Lavandula stelio cypriaca), ο περβολάρης ή μαύρο φίδι (Coluber jugularis) και η φίνα (Macrovipera lebetina). Όσον αφορά στα πουλιά της περιοχής, μπορεί κάποιος να συναντήσει την πέρδικα (Alectoris chukar), τη φάσσα (Columba palumbus), τον πουπούξιο ή τσαλαπετεινό (Upupa epops), τα δύο ενδημικά είδη της Κύπρου την σκαλιφούρτα (Oenanthe cypriaca) και τον τρυποράσιη (Sylvia melanothorax), καθώς και ενδημικά υποείδη όπως το θουπί (Otus scops cyprius), την κίσσα (Garrulus glandarius gaszneri) και το πεμπετσούιν (Parus ater cypriotes) και άλλα πολλά. Πιο εντυπωσιακός, όμως, είναι ο χλωριδικός πλούτος της περιοχής. Τα κύρια δασικά δέντρα είναι: η πεύκη (Pinus brutia), το κυπαρίσσι (Cupressus sempervirens), η αγριελιά (Olea europaea) και η χαρουπιά (Ceratonia siliqua). Οι κυριότεροι θάμνοι είναι η τρεμιθιά (Pistacia terebinthus), η σχινιά (Pistacia lentiscus), η ενδημική λατζιά (Quercus alnifolia), η αντρουκλιά (Arbutus andrachne), είδη ξυσταριάς (Cistus spp.), η μερσινιά (Myrtus communis), η μοσφιλιά (Crataegus azarolus), η περνιά (Quercus coccifera), η μυροφόρα (Lavandula stoechas), η ασπροσπαλαθκιά (Calycotome villosa) και ο βάτος (Rubus sanctus). Από τα ενδημικά, ποώδη φυτά ξεχωρίζουν τα είδη Alyssum chondrogynum (το Άλισον του Κακομάλλη), Centaurea cyprensis, Scorzonera troodea, Teucrium micropodioides, Silene galataea και Euphorbia lemesiana. Ακόμα, αφθονούν η αβρόσσιλλα (Asphodelus aestivus) και ορισμένα είδη ορχιδέων όπως η Orchis anatolica και η Ο. italica. Ο Δασικός Σταθμός Κακομάλλη κτίστηκε πριν 100 χρόνια. Είναι ένας από τους αρχαιότερους σταθμούς. Σ’ όλα αυτά τα χρόνια, το προσωπικό που τον στελέχωσε εργάστηκε υπό ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες. Είναι όμως προφανές ότι με θέληση και αντοχή κατάφερε να επιβιώσει και να επιτελέσει αξιόλογο έργο. Το πρώτο κτήριο/πυροφυλάκιο το 1984 – ξύλινη κατασκευή.
RkJQdWJsaXNoZXIy MTUzMzM1NQ==