Η Κύπρος μας #32

16 στην κατεχόμενη γη μας ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ Γραφείο Επιτρόπου Προεδρίας Λεωφ. Κυριάκου Μάτση 56, 1082 Λευκωσία T +357 22400102, 22400238 Φ +357 22400173 Ε cyprusdiaspora@presidency.gov.cy www.PresidentialCommissioner.gov.cy ΓΤΠ 256/2023 ISSN 1986-2407 Έκδοση: Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών Φωτογραφικό Υλικό: Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων. * Πηγή κειμένων και φωτογραφιών: Έκδοση ΓΤΠ 253/2019 Μνήμες Κατεχόμενης Γης- Εκτοπισμένοι Δήμοι και Κοινότητες Επιτροπή Κατεχόμενων Κοινοτήτων Επιτροπή Κατεχόμενων Δήμων Κύπρου www.presidentialcommisssioner.gov.cy Κωμόπολη με 3.500 κατοίκους που βρίσκεται σε πολύ κεντρική τοποθεσία, 24 χιλιόμετρα ανατολικά της Λευκωσίας, 38 χιλιόμετρα δυτικά της Αμμοχώστου και 27 χιλιόμετρα βόρεια της Λάρνακας. Η Άσσια έσφυζε από ζωή, γιατί οι φιλοπρόοδοι κάτοικοί της από τα πολύ παλιά χρόνια έδιναν μεγάλη σημασία στα γράμματα, στις τέχνες, στο εμπόριο, στη μεικτή γεωργία και κτηνοτροφία. Άλλες ασχολίες των κατοίκων ήταν η απασχόληση στα δύο εργοστάσια τούβλων και στα τρία εργοστάσια μωσαϊκών, καθώς επίσης και στην τότε οικονομικά δυνατή Συνεργατική Τράπεζα του χωριού. Μια ξεχωριστή ασχολία, μοναδική στην Κύπρο, ήταν το κέντημα, που υπηρετούνταν από τις κόρες της Άσσιας που γέμισαν την Κύπρο με τα ασσιώτικα κεντήματα. Όλες αυτές οι ασχολίες ήταν οι πηγές που έκτισαν τις σύγχρονες διώροφες κατοικίες που στόλιζαν το χωριό και εντυπωσίαζαν κάθε περαστικό. Οι εκκλησίες του χωριού, του Αγίου Γεωργίου και του Τιμίου Προδρόμου, οι φύλακες της ρωμιοσύνης και της χριστιανοσύνης της Άσσιας, χτίστηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα και κοσμούσαν τις δύο ενορίες. Η αρχαία εκκλησία της Παναγίας στον κάμπο, το παρεκκλήσι των Αγίων Θεοδώρων και του Αγίου Γεωργίου της Μάνιας, μαζί με τη νέα εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων και του Αγίου Σπυρίδωνος, ο οποίος γεννήθηκε και ανδρώθηκε στην Άσσια, συμπλήρωναν τους βωμούς της πίστης. Το σχολείο, με τους 400 μαθητές και τους 12 δασκάλους, αποτελούσε το πρότυπο και τον πυρήνα της πολιτιστικής ζωής. Εκεί γίνονταν οι εκθέσεις κεντημάτων και άλλες εκδηλώσεις. Τα σωματεία της Άσσιας ήταν εστίες ποδοσφαιρικού αθλητισμού (Εθνικός και Ομόνοια Άσσιας). Τα σωματεία αυτά λειτουργούσαν εκτός από το ποδοσφαιρικό τμήμα και χορευτικά συγκροτήματα. [..] Η Κοινότητα Άσσιας προσέφερε έμπρακτα σε όλους τους αγώνες του κυπριακού λαού για απελευθέρωση. Στην πρόσφατη τραγωδία του 1974 το τίμημα της Άσσιας ήταν βαρύτατο: δεκάδες οι νεκροί και οι αγνοούμενοι, η τύχη των οποίων δεν έχει εξακριβωθεί πλήρως μέχρι σήμερα, λόγω του διπλού εγκλήματος της μεταφοράς των οστών τους από τον τόπο εκτελέσεως σε άλλο μέρος. […] Η Άσσια ήταν και είναι ιδέα για κάθε πρόοδο και πάνω από όλα πόθος και αγώνας για επιστροφή. Άσσια Αφάνεια Για όσους δεν γνωρίζουν η Αφάνεια (στην κυπριακή διάλεκτο προφέρεται Αφάγκια) είναι το πρώτο χωριό που συναντούσε ο ταξιδιώτης που ήθελε να πάει στην Αμμόχωστο. Είναι το τελευταίο χωριό της επαρχίας Αμμοχώστου που συνορεύει με την επαρχία της Λευκωσίας. Από την Αφάνεια ξεκινά η πεδιάδα της Μεσαορίας. Όταν οι αποστάσεις μετριούνταν με τα μίλια, ο 13ος μιλιοδείκτης ήταν τοποθετημένος στο κέντρο του χωριού. Ο δρόμος που διέσχιζε το χωριό ήταν ο μοναδικός που ένωνε τη Λευκωσία με την Αμμόχωστο, μέχρι το 1961 που ολοκληρώθηκε ο νέος δρόμος. Δεν είναι γνωστό πότε ιδρύθηκε και από ποιον ιδρύθηκε το χωριό και αν βρισκόταν στον ίδιο χώρο που βρίσκεται σήμερα. Κάποια αρχαία κατάλοιπα βρέθηκαν στην αυλή του σπιτιού της Χατζημαρίας Ορφανού, τα οποία κατάσχε η αποικιακή διοίκηση στη δεκαετία του 1930. Η ονομασία του χωριού έχει σχέση με τη βυζαντινή λέξη «αυθέντης» που σήμαινε αφέντης. Το όνομα «Afandia», συναντάται επίσης κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας όταν τα βυζαντινά φέουδα είχαν διαμοιραστεί στους νέους αφέντες της νήσου. Την ύπαρξη του χωριού αναφέρει ο Τσέχος περιηγητής Old-ich Préfat στο βιβλίο του που εξέδωσε το 1563 (ενετική περίοδος διακυβέρνησης) όταν διηγείται ότι κατά τη μετάβασή του από τη Λευκωσία στην Αμμόχωστο, διανυκτέρευσε στο χωριό Αφάνεια. Γίνεται επίσης αναφορά στα κείμενα που σώζονται στα αρχεία της Βενετίας γραμμένα από τον Δόγη Λεονάρδο που ήλθε στην Κύπρο και επισκέφθηκε την Αφάνεια. Στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας το χωριό συναντάται στη σημερινή του τοποθεσία. Δεν είναι γνωστό πότε εγκαταστάθηκαν στο χωριό οι πρώτοι Οθωμανοί, αν προήλθαν από στρατιωτικό απόσπασμα ή από την αναγκαστική μεταφορά οικογενειών από τη Μικρά Ασία. Κανένας δεν αναφέρεται σε αναγκαστικό προσηλυτισμό του τοπικού πληθυσμού στον μουσουλμανισμό. Ανεξάρτητα όμως από τα αμφιλεγόμενα και αδιευκρίνιστα στοιχεία για την ιστορία του χωριού, το 1960 κατοικείτο από 498 Ελληνοκύπριους και 303 Τουρκοκύπριους. Στο χωριό δεν υπήρξαν μεικτοί γάμοι, ενώ οι σχέσεις τους ήταν φιλικές μέχρι τον Μάη του 1956 που συνέβησαν τα τραγικά γεγονότα, τα οποία οδήγησαν στον θάνατο δύο αθώων ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων. Στην καταγραφή του 1831 αναφέρονται μόνο οι άντρες. Από το 1978 αναφέρονται μόνο οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι και άλλες εθνότητες, κυρίως Τούρκοι πολίτες που παντρεύτηκαν στο χωριό. Έποικοι δεν κατοικούν στο χωριό. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Με την ανάπτυξη της οικονομίας και ειδικά μετά την ανεξαρτησία πολλοί κάτοικοι εργάζονταν στις οικοδομές και ως εργάτες σε διάφορες εργασίες. Οι Ελληνοκύπριοι κάτοικοι του χωριού δέχτηκαν σκληρό κτύπημα με την είσοδο των τουρκικών στρατευμάτων στο χωριό. Δεκαεφτά Αφαντίτες καταχωρήθηκαν στον κατάλογο των αγνοουμένων και τα οστά τους πιθανόν να βρίσκονται σε ομαδικό τάφο στο Ορνίθι, όπως και αρκετών άλλων Ασσιωτών. Εκκλησία Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι, Πλατανιστάσα. Έχει καταχωρηθεί ως μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ. Διατηρεί τις πιο πλήρεις τοιχογραφίες του δεύτερου μισού του 15ου αιώνα στο νησί. © Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών

RkJQdWJsaXNoZXIy MTUzMzM1NQ==