28 AΓΡΟΤΗΣ 2023 / TEΥΧΟΣ 488 ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ Οι πιο ενδιαφέρουσες χρήσεις ΚΦ αφορούν τον έλεγχο και την παρεμπόδιση των λοιμώξεων και παρασιτώσεων, τον έλεγχο της παραγωγικής διαδικασίας και τη χορήγηση αντιμικροβιακών ουσιών (Tyrpenou, 2009). Η διαπίστωση της παρουσίας υπολειμμάτων δραστικών ουσιών σε εδώδιμα προϊόντα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ορθή κτηνιατρική πρακτική και κατ΄επέκταση την ορθή χορήγηση ΚΦ στα ζώα. Κοινός στόχος κάθε κτηνίατρου και κτηνοτρόφου θα πρέπει να είναι η ευζωία του ζωικού κεφαλαίου και η διασφάλιση της δημόσιας υγείας. Από τα διάφορα ΚΦ που χρησιμοποιούνται στα παραγωγικά ζώα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αντιμικροβιακές ουσίες, οι οποίες χορηγούνται σε θεραπευτικές δόσεις, μεμονωμένα σε κάθε ζώο ή ομαδικά για προληπτικούς λόγους με την τροφή ή το νερό. Γενικά οι αντιμικροβιακές ουσίες χρησιμοποιούνται για την πρόληψη της διασποράς επιδημικών λοιμώξεων, την πρόληψη της μετάδοσης των ζωονόσων από τα ζώα στον άνθρωπο, τη διασφάλιση της ποιότητας των ζωοκομικών προϊόντων και την πρόληψη και την καταπολέμηση διαφόρων τροφιμογενών λοιμώξεων στον άνθρωπο (Ungemach, 2000). Αυτές οι αντιμικροβιακές ουσίες ανήκουν στις ίδιες ομάδες δραστικών ουσιών που χρησιμοποιούνται και στον άνθρωπο (Guardabass & Courvalin, 2006). Ανάλογα με τη σημασία που έχουν για την υγεία του ανθρώπου διακρίνονται σε: - πολύ μεγάλης σπουδαιότητας όπως δεύτερης γενιάς φθοριοκινολόνες, ριφαμυκίνες, λινκομυκίνη, ερυθρομυκίνη, κεφαλοσπορίνες 3ης και 4ης γενιάς, - μεγάλης σπουδαιότητας όπως γενταμικίνη, κεφαλοσπορίνες 1ης και 2ης γενιάς, - μέτριας σπουδαιότητας όπως καναμυκίνη, αμπικιλλίνη, αμοξικιλλίνη και κινολόνες στενού φάσματος, - μικρής σπουδαιότητας όπως κολιστίνη, πενικιλλίνη G και V και σπεκτινομυκίνη, και - πολύ μικρής σπουδαιότητας όπως βακιτρακίνη και πολυμυξίνη. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι για κάθε ΚΦ έχει καθοριστεί συγκεκριμένος χρόνος αναμονής ανάμεσα στη χορήγηση, τη σφαγή/άρμεγμα και τη διάθεση ψαριών και αυγών, με σκοπό την αποφυγή παρουσίας καταλοίπων στα εδώδιμα προϊόντα ζωικής παραγωγής. Κατάλοιπα ΚΦ μπορεί να εμφανιστούν στο κρέας, το γάλα, τα αυγά και στο μέλι σε χαμηλές συγκεντρώσεις. Ως Κατάλοιπα ΚΦ ορίζονται όλες οι φαρμακολογικά ενεργές ουσίες, είτε πρόκειται για ενεργά συστατικά, είτε για έκδοχα είτε για προϊόντα αποδόμησης καθώς και τα προϊόντα μεταβολισμού που παραμένουν στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, μετά τη χορήγηση τους. Δεδομένου ότι τα ΚΦ χορηγούνται σύμφωνα με τις εγκεκριμένες οδηγίες χρήσης καθώς και ότι οι χρόνοι αναμονής τηρούνται, δεν θα έπρεπε να εμφανίζονται κατάλοιπα στα τρόφιμα. Με τον όρο Χρόνος Αναμονής ορίζεται η ελάχιστη περίοδος μεταξύ της τελευταίας χορήγησης ενός κτηνιατρικού φαρμάκου σε ένα ζώο και της παραγωγής τροφίμων από το εν λόγω ζώο η οποία, υπό κανονικές συνθήκες χρήσης, είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί ότι τα εν λόγω τρόφιμα δεν περιέχουν κατάλοιπα σε ποσότητες επιβλαβείς για τη δημόσια υγεία. Με τον όρο Ανώτατα Όρια Καταλοίπων (ΑΟΚ) ορίζεται η µέγιστη συγκέντρωση καταλοίπων που προκύπτει από τη χρήση κτηνιατρικού φαρµάκου (εκφραζόµενη σε mg/ kg ή σε µg/kg µε βάση το βάρος του νωπού προϊόντος) η οποία µπορεί να θεωρείται νομίμως επιτρεπτή από την Κοινότητα ή να αναγνωρίζεται ως αποδεκτή εντός ή επί τροφίμου. Η μέγιστη συγκέντρωση βασίζεται στον τύπο και την ποσότητα καταλοίπων και θεωρείται ότι δεν αποτελεί τοξικολογικό κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου. Ο καθορισμός των ΑΟΚ κτηνιατρικών φαρμάκων στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, και κατ’ επέκταση, η αξιολόγηση της ασφάλειας των καταλοίπων στην τροφή, αποτελούν δύο σημαντικές παραμέτρους για τη δημόσια υγεία. Τα ΑΟΚ καθορίζονται σύμφωνα με τις αναγνωρισμένες αρχές για την αξιολόγηση της ασφάλειας των δραστικών ουσιών, από διεθνείς οργανισμούς και ιδίως στο πλαίσιο του Codex Alimentarius. Με την πρόοδο της επιστημονικής τεχνολογίας είναι πλέον δυνατή η ανίχνευση της παρουσίας καταλοίπων ΚΦ στα τρόφιμα σε όλο και χαμηλότερες συγκεντρώσεις (Kyriakides κ.ά. 2020). Για τον λόγο αυτό, έχουν θεσπιστεί τα ΑΟΚ σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, των δραστικών ουσιών που χρησιμοποιούνται στα ΚΦ, για όλα τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης συμπεριλαμβανομένων και των ιχθύων. Η αξιολόγηση της ασφάλειας των καταλοίπων κρίνεται αναγκαία και αυτό διασφαλίζεται με τον καθορισμό της Αποδεκτής Ημερήσιας Πρόσληψης (Acceptable Daily Intake, ADI) καταλοίπου, μέσω των εδώδιμων προϊόντων ζωικής προέλευσης. Η ποσοτικοποίηση της ADI καθορίζει τα ΑΟΚ σε κάθε εδώδιμο ιστό και προϊόν ζωικής προέλευσης, με στόχο την αποφυγή συσσώρευσης καταλοίπων τα οποία αν υπερβούν την ADI θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία. Τέλος, οι τοξικολογικές ιδιότητες των φαρμακολογικά ενεργών ουσιών κτηνιατρικής χρήσης καθορίζονται λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη κρίσιμους παράγοντες όπως τις τοξικολογικές παραμέτρους επικινδυνότητας, τον βαθμό βιοσυσσώρευσης και την παρουσία βιολογικά δραστικών μεταβολιτών στους ιστούς. Οι παράγοντες αυτοί μελετώνται με σκοπό να ληφθεί υπόψη η χρόνια τοξικολογική επιβάρυνση στον άνθρωπο, από κατάλοιπα ΚΦ σε τρόφιμα τα οποία μπορεί να ανιχνευθούν σε χαμηλές συγκεντρώσεις. Κύριος στόχος των τοξικολογικών δοκιμών είναι ο προσδιορισμός ενός επιπέδου δόσης στο οποίο δεν παρατηρείται καμία δυσμενής επίπτωση στην υγεία του ανθρώπου (Botsoglou & Fletouris, 2000). Βιβλιογραφία Botsoglou & Fletouris (2000). Drug Residues and Public Health. In: Fletouris DJ, Botsoglou NA, eds. Drug Residues in Foods Pharmacology: Food Safety, and Analysis. CRC Press 2000:269–98. Guardabassi & Courvalin (2006). Modes of Antimicrobial Action and Mechanisms of Bacterial αResistance. In F. Aarestrup (ed.). Antimicrobial resistance in bacteria of animal origin, 1st ed. ASM Press, Washington, pp.8-17. Kyriakides, Panderi, Hadjigeorgiou, Christou, Maou, Kavantzas, Lazaris (2020). Veterinary antimicrobial residues in pork meat in Cyprus: An exposure assessment. Journal of Food Composition and Analysis. Volume 90, July 2020, 103512; DOI: https://doi. org/10.1016/j.jfca.2020.103512 Tyrpenou (2009). Drugs and environment, Journal of the Hellenic Veterinary Medical Society 2009, 60(2): 161-178. Ungemach (2000). Figures on quantities of antibacterial used for different purposes in the EU countries and interpretation. Acta Vet. Scand. 93 (Suppl.), 89-103. Τα κτηνιατρικά φάρμακα (ΚΦ) χορηγούνται στα ζώα με την τροφή, το νερό, με ένεση, με εμφυτεύματα, με εμποτισμό, με αλοιφές, από το στόμα, τοπικά, με επίπαση σκόνης και με βώλους ανάλογα με το είδος του ζώου. Κτηνιατρικά φάρμακα και διασφάλιση της δημόσιας υγείας δρ Δήμητρα Κυριακίδου Μαρνέλου Κτηνιατρικός Φαρμακοποιός Κτηνιατρικές Υπηρεσίες
RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0