Αγρότης, τεύχος 486

AΓΡΟΤΗΣ 2022 / TEΥΧΟΣ 486 66 ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ Μαρούλα Νεοφύτου από το Μοσφίλι Τηλλυρίας Στάλω Κωνσταντίνου Ανώτερος Λειτουργός Γεωργίας Τμήμα Γεωργίας Παρά το γεγονός ότι ο πατέρας της ήταν ο κοινοτάρχης (μουχτάρης) του χωριού, εντούτοις η οικογένειά της ήταν πολύ φτωχή. Όπως η ίδια εξηγεί δεν είχαν ούτε γη να φυτέψουν ούτε ζώα, παρά μόνο μερικά οικόσιτα ζώα για τις ανάγκες της οικογένειας. Ο πατέρας της καταπιανόταν με εποχικές εργασίες για να βγάζει το μεροκάματό του και να φροντίζει την οικογένειά του. Η έντονη προσωπικότητα, ο δυναμισμός και η ιδιαίτερη ευφυΐα της κυρίας Μαρούλας φάνηκε από τα πρώτα λεπτά της γνωριμίας μας. Χαρακτηριστικός του δυναμισμού και της ακεραιότητας του χαρακτήρα της είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν τελείωσε το δημοτικό σχολείο και φοίτησε μόνο μέχρι την τρίτη τάξη. Όπως η ίδια παραδέχθηκε δεν ήταν επειδή την ανάγκασαν οι γονείς της, όπως γινόταν συνήθως στις γυναίκες της Κύπρου του 1930, αλλά επειδή την πρόσβαλε ο δάσκαλος βάζοντάς την τιμωρία που δεν είχε μάθει το «Πιστεύω». Έτσι αποφάσισε μόνη της ότι δεν θέλει να ξαναπάει σχολείο. Παρόλα αυτά ξέρει να διαβάζει και στα 95 χρόνια της συνεχίζει να το απολαμβάνει. Όταν ήταν δεκαέξι ετών παντρεύτηκε τον συγχωριανό της Νεόφυτο Ανδρονίκου με συνοικέσιο, όπως όλες οι γυναίκες της εποχής της. Μετά τον γάμο τους, δεν είχαν σπίτι για να κατοικήσουν και αναγκαστικά έμεναν στον στάβλο των γαϊδουριών της οικογένειας του συζύγου της. Η οικογένειά του ήταν σχετικά ευκατάστατη. Η δουλειά τους ήταν η αγοραπωλησία χοίρων, «ζωέμπορες» όπως η ίδια δήλωσε. Ο πεθερός της μαζί με τον σύζυγό της έβαζαν σε «κόφες» (κοφίνια) τις «λόττες» (θηλυκά γουρούνια) πάνω στο γαϊδούρι και γυρνούσαν τα χωριά και τις πουλούσαν. Ήταν δύσκολες εποχές, όπως ανέφερε, και με τις συνέπειες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου οι οποίες άρχισαν εκείνη την περίοδο να γίνονται αισθητές και στην Κύπρο, τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο δύσκολα. Θυμάται ότι λόγω των δυσκολιών της εποχής, όλες οι οικογένειες εξασφάλιζαν τα είδη πρώτης ανάγκης (είδη ένδυσης/υπόδησης και τρόφιμα) με κουπόνια. Μερικά χρόνια μετά τον γάμο του το ζευγάρι αποφάσισε να εγκατασταθεί στη Λευκωσία όπου λόγω οικονομικής στενότητας έμεναν στις «παράγκες του Κύκκου» όπως μου τις ανέφερε, προφανώς κάπου κοντά στο Μετόχι του Κύκκου. Στη Λευκωσία αγόρασαν ένα αυτοκίνητο 8 αλόγων και συνέχισαν να ασκούν το επάγγελμα το ζωέμπορα. «Όπου πηγαίναμε, κόρη μου, έπρεπε να πάρουμε τζαι τη λόττα μας, τζαι την τσούρα μας». Λόγω της παρατηρητικότητάς της και της οξυδέρκειάς της, η κυρία Μαρούλα ήταν σε θέση να θυμάται από ποιους αγόρασαν και πότε ζώα έτσι ώστε, μετρώντας τους μήνες, ήξερε ακριβώς πότε θα έπρεπε να επιστρέψουν για να ξαναγοράσουν ζώα. Το 1963 αποφάσισαν να εγκατασταθούν κοντά στον Οφκό ποταμό, δίπλα στο χωριό Κοκκινοτριμιθιά και να δημιουργήσουν χοιροστάσιο. Όπως χαρακτηριστικά Σε αυτό το τεύχος αφήνουμε για λίγο την περιοχή Μόρφου και τις καλλιέργειές της και ταξιδεύουμε πιο δυτικά προς την Τηλλυρία για να γνωρίσουμε την κα Μαρούλα Νεοφύτου, μια γυναίκα σύμβολο για την κυπριακή οικογένεια. Η κα Μαρούλα Νεοφύτου γεννήθηκε στις 21 Μαΐου 1928 στο Μοσφίλι Τηλλυρίας, ένα χωριό στο βορειοδυτικό άκρο της Κύπρου. Το Μοσφίλι είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τα αιματηρά γεγονότα του Ιουνίου 1964. μου ανέφερε, η νέα τους επιχείρηση ξεκίνησε όταν η ίδια αγόρασε τρεις λόττες, τις οποίες ο σύζυγός της είχε προηγουμένως πουλήσει σε έναν χασάπη. Επιπλέον, επειδή είχαν ξοδέψει όλες τους τις οικονομίες στην αγορά του τεμαχίου δεν τους είχαν μείνει χρήματα για αγορά τροφής για τα ζώα που στοίχιζε £200. Και πάλι η πολυμήχανη κυρία Μαρούλα… «είχε άσσο κρυμμένο στο μανίκι της». Είχε πωλήσει κάποιες «λόττες» σε αγοραστές από την Πάφο και είχε φυλάξει τα χρήματα σε περίπτωση ανάγκης. Τα χρήματα αυτά χρησιμοποιήθηκαν για την αγορά τροφής στο ξεκίνημα της επιχείρησής τους. Όπως η ίδια θυμάται με δάκρυα στα μάτια, δούλεψαν πολύ σκληρά με τον σύζυγό της στο χοιροστάσιο για αρκετά χρόνια. Η δουλειά ήταν δύσκολη και οι ώρες στο χοιροστάσιο πάρα πολλές. Στη δουλειά στα χοιροστάσια τους διαδέχτηκαν οι τρεις γιοί της οικογένειας. Στη συνέχεια της συνομιλίας μας η κυρία Μαρούλα μού μίλησε για την εμπειρία της με την παρασκευή παραδοσιακών γαλακτοκομικών προϊόντων. Το κάθε σπιτικό, κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, είχε τα δικά του ζώα έτσι ώστε να υπάρχει σχετική επάρκεια τροφής. Συνεπώς, το γάλα δεν ήταν πάντοτε αρκετό για παρασκευή παραδοσιακών γαλακτοκομικών προϊόντων σε κάθε νοικοκυριό. Για αυτόν τον λόγο, οι γειτόνισσες μαζεύονταν σε ένα σπίτι, έσμιγαν την παραγωγή γάλακτος των ζώων τους, το «προσσάι» για να κάνουν αρκετή «τροχάλα» (τυρόπηγμα) και έφτιαχναν όλες μαζί τα προϊόντα τους. Μια από τις γυναίκες ήταν υπεύθυνη να γνωρίζει πόσο γάλα είχε συνεισφέρει η κάθε νοικοκυρά έτσι ώστε να είναι δίκαιη η κατανομή των τελικών προϊόντων. Κατά την επίσκεψή μου, η κυρία Μαρούλα επέμενε να δοκιμάσω τα «χαλίτζια» της. Ένα καθαρά κυπριακό γαλακτοκομικό προϊόν, μαλακό, αλμυρό τυρί. Τα «χαλίτζια», όπως και τα άλλα παραδοσιακά προϊόντα, παρασκευάζει τώρα με τη σειρά της η εγγονή της η Ρούλα, υπό την καθοδήγηση της κυρίας Μαρούλας. Σχετικά με τη διαδικασία παρασκευής του «χαλιτζιού» η κυρία Μαρούλα ανέφερε ότι την «τέχνη» την έμαθε από «τον Λουκή που τον Τράχωνα» όταν σε μια περιοδεία με τον σύζυγό της για πώληση γουρουνιών τα δοκίμασε και της άρεσαν πολύ. Η κυρία Μαρούλα Νεοφύτου, σύζυγος, μητέρα, γιαγιά, πρόγιαγια……η έγνοια της για όλα τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά της, τεράστια. Στις κουβέντες της εμφανής η αγάπη και η προστατευτικότητα για την οικογένειά της. Μου απαρίθμησε τις ασχολίες όλης της οικογένειας και μου εκμυστηρεύτηκε τις αγωνίες της για τον καθένα ξεχωριστά. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης μας ήταν διάχυτη (και πολύ συγκινητική) η μεγάλη αγάπη και ο απέραντος σεβασμός για τον μακαριστό σύζυγό της Νεόφυτο Ανδρονίκου. Σε κάθε θύμηση του συζύγου της η κυρία Μαρούλα δάκρυζε… Η υπέροχη κουβέντα που είχα με αυτήν τη μοναδική γυναίκα ήταν κυριολεκτικά για μένα ένας ύμνος στην Κύπρια γυναίκα, στην Κύπρια μάνα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTUzMzM1NQ==