51 A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 2 2 / T E Υ Χ Ο Σ 4 8 4 ΦΥΣΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Το ανθρωποπούλι (Tyto alba): Το βιολογικό όπλο κατά των τρωκτικών Χάρης Νικολάου Λειτουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος Το ανθρωποπούλι ή πεπλόγλαυκα ανήκει σε μια ξεχωριστή οικογένεια της τάξης των γλαυκόμορφων, διαφορετική από οποιοδήποτε άλλο είδος της τάξης αυτής. Η οικογένεια αυτή, επιστημονικά γνωστή ως Τυτονίδες (Tytonidae), συμπεριλαμβάνει 14 είδη κουκουβάγιας. Τα υπόλοιπα είδη κουκουβάγιας ανήκουν στην οικογένεια των Γλαυκίδων (Strigidae). Το ανθρωποπούλι είναι το πιο πλατιά διαδεδομένο είδος κουκουβάγιας στον πλανήτη και συναντάται σε όλες τις ηπείρους εκτός της Ανταρκτικής. Υπάρχουν 35 διαφορετικά υποείδη του είδους T. alba σε ολόκληρο τον πλανήτη που διαφέρουν μορφολογικά στις διαστάσεις σώματος, αλλά και στον χρωματισμό. Συμπεριλαμβάνεται στα προστατευόμενα είδη πτηνών του Νόμου που προνοεί για την προστασία και διαχείριση άγριων πτηνών και θηραμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας του 2003. Κύρια χαρακτηριστικά Το ανθρωποπούλι είναι μια μετρίου μεγέθους κουκουβάγια. Διαφέρει από τα άλλα είδη κουκουβάγιας αφού έχει ένα χαρακτηριστικό καρδιοειδές σχήμα προσώπου και συγκριτικά μακριά πόδια. Έχει σχετικά μεγάλο και στρογγυλεμένο κεφάλι, στρογγυλεμένες φτερούγες και μικρή ουρά που είναι καλυμμένη με άσπρα και ανοικτοκαφέ-χρυσαφιά φτερά. Παρόλο που είναι νυκτόβιο είδος έχει πιο μικρά μάτια από άλλα είδη κουκουβάγιας. Το θηλυκό συνήθως έχει ελαφρώς πιο σκούρο χρώμα από το αρσενικό. Έχει λευκό χρώμα προσώπου με πορτοκαλοκαφέ στίγματα, σκούρα μάτια και ιβουάρ χρώμα ράμφους. Το κάτω μέρος του κορμιού του έχει χρώμα λευκό με ελαφριά κιτρινο-πορτοκαλόχρωμη απόχρωση με μικρά γκριζοκαφέ στίγματα. Το πάνω μέρος του έχει χλωμό πορτοκαλοχρυσαφί ή κίτρινο χρώμα με ανάμικτο ελαφρώς γκρίζο με μικρά στίγματα. Έχει βάρος γύρω στα 500 γραμμάρια με το θηλυκό να είναι ελαφρώς πιο βαρύ. Έχει μήκος γύρω στα 34 εκατοστά και άνοιγμα φτερούγων από 107-110 εκατοστά. Σύμφωνα με απολιθώματα που έχουν βρεθεί, αποδεικνύεται ότι το ανθρωποπούλι ήταν αρχικά τροπικό είδος που σύχναζε σε ανοικτές περιοχές δίπλα από παραλίες για να κυνηγά. Τα περισσότερα απολιθώματα έχουν βρεθεί μέσα σε σπηλιές ή απολιθωμένες τρύπες πάνω σε απότομες πλαγιές. Επομένως, το γλαυκόμορφο χρώμα τους (χρυσοκαφέ με άσπρο) ήταν αρχικά προσαρμοσμένο στις σπηλιές και στις απότομες πλαγιές που φώλιαζε, ως παραλλαγή. Το ανθρωποπούλι, όπως και πολλά είδη κουκουβάγιας, έχουν φτερωτά πόδια για να τα προστατεύουν από τον ψυχρό καιρό. Τα φτερά επίσης λειτουργούν και ως αισθητήρια επαφής με τη λεία αλλά και ως προστασία απέναντι στη λεία αν αυτή προσπαθήσει να δαγκώσει τη στιγμή που θα συλληφθεί. Τα νύχια τους είναι πολύ δυνατά αφού χρησιμεύουν για να συλλαμβάνουν τη λεία τους. Τα δάκτυλά τους είναι μικρότερα αλλά δυνατότερα σε σχέση με άλλα είδη πουλιών. Ο λόγος είναι για να μπορούν να αντιμετωπίζουν την αντίσταση οποιασδήποτε λείας όταν την συλλαμβάνουν. Το κάτω μέρος του ποδιού τους είναι τραχύ και ανώμαλο, βοηθώντας τα να αρπάζουν σφικτά και να αιχμαλωτίζουν τη λεία τους, αλλά και να στηρίζονται στο κλαδί που κουρνιάζουν. Τα ανθρωποπούλια έχουν μια κοφτερή άκρη στο κάτω μέρος του μεσαίου νυχιού τους η οποία τα βοηθά να πιάνουν σφικτά τη λεία τους. Όπως και άλλα αρπακτικά πουλιά, τα ανθρωποπούλια έχουν το σύστημα του «κλειδώματος», το οποίο κλειδώνει τα δάχτυλα γύρω από τη λεία ή σε κάποιο κλαδί χωρίς να χρειάζεται οι μύες να βρίσκονται σε συστολή και να καταβάλλουν προσπάθεια. Πώς διατρέφονται τα ανθρωποπούλια Το ανθρωποπούλι, όπως και τα περισσότερα αρπακτικά πουλιά, σκοτώνει τη λεία του για να τραφεί. Η διατροφή του περιλαμβάνει ερπετά, αμφίβια, πουλιά και μικρά θηλαστικά. Τα πιο κοινά είδη που αποτελούν μέρος της διατροφής του είναι τα ποντίκια και οι νυφίτσες, πάντοτε όμως σε σχέση με τη διαθεσιμότητα τέτοιων ειδών στην περιοχή όπου ζει. Από επιστημονικές μελέτες που έχουν γίνει σε διάφορες περιοχές στην Κύπρο ή αλλού μετά από ανάλυση των εμετικών συμπήκτων, ή και από απευθείας παρατηρήσεις, έχει διαπιστωθεί ότι το 93-99% της διατροφής τους αποτελείται από τρωκτικά. Τα ανθρωποπούλια συνήθως κυνηγούν μακριά από τον χώρο που κουρνιάζουν ή φωλιάζουν. Συνήθως ταξιδεύουν 1-2 χιλιόμετρα από τη φωλιά τους για να τραφούν. Είναι περισσότερο δραστήρια κυνηγετικά αμέσως μετά το ηλιοβασίλεμα και 2 ώρες πριν την ανατολή του ήλιου. Αν υπάρχουν νεαρά που πρέπει να τραφούν, το κυνήγι διεξάγεται καθόλη τη διάρκεια της νύκτας. Το κάθε ώριμο πουλί μπορεί να καταναλώσει 4-6 τρωκτικά κάθε βράδυ, αλλά αυτός ο αριθμός μειώνεται αν υπάρχουν νεαρά που θα πρέπει να τραφούν. Κυνηγούν σε ανοικτούς λιβαδότοπους και έλη πάντα μακριά από κτήρια. Επίσης, κατά μήκος αυλακιών και δρόμων γι’ αυτό και πέφτουν συχνά θύματα ατυχημάτων από αυτοκίνητα. Σπάνια κυνηγούν τρωκτικά που ζουν κάτω από τον χώρο όπου φωλιάζουν, γι’ αυτό κάποιος που τοποθετεί τεχνητή φωλιά με την ελπίδα ότι θα καταπολεμήσει τα τρωκτικά στην περιοχή γύρω από τη φωλιά συνήθως απογοητεύεται. Αναπαραγωγή Είναι συνήθως μονογαμικά είδη, δηλαδή παραμένουν με τον ίδιο σύντροφο για όλη τους την ζωή. Ωριμάζουν σεξουαλικά σχετικά νωρίς, δηλαδή στον ένα χρόνο, και αυτό οφείλεται στον μικρό μέσο όρο ζωής τους που είναι μόνο δύο χρόνια Τα ανθρωποπούλια φωλιάζουν συνήθως σε τρύπες παλαιών κτηρίων, αποθηκών, εκκλησιών αλλά και γκρεμών με σχετικά άνετο εσωτερικό το οποίο διατηρείται σκοτεινό. Δεν τοποθετούνται υλικά στη φωλιά παρά μόνο το θηλυκό θρυμματίζει τα εμετικά σύμπηκτα που τοποθετούνται στη βάση της φωλιάς. Το θηλυκό γεννά συνήθως μια φορά κάθε χρόνο από 4 μέχρι 7 αυγά ή και περισσότερα, αναλόγως της διαθεσιμότητας τροφής, περί τα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου. Η αναπαραγωγική διαδικασία αναλαμβάνεται αποκλειστικά από το θηλυκό, ενώ το αρσενικό μεταφέρει τροφή στο θηλυκό κατά τη διάρκεια της επώασης και μετά την εκκόλαψη των νεοσσών, οι οποίοι όμως τρέφονται αποκλειστικά από τη μητέρα. Τα αυγά εκκολάπτονται σε 32 μέρες περίπου με διαφορά 2-3
RkJQdWJsaXNoZXIy MTUzMzM1NQ==