Η μελισσοκομία στην Κύπρο: Δυνατότητες και προοπτικές Υφιστάμενη κατάσταση Σύμφωνα με στοιχεία από την τελευταία αναθεώρηση του μητρώου μελισσοκόμων του Τμήματος Γεωργίας που πραγματοποιήθηκε την περίοδο Σεπτεμβρίου-Δεκεμβρίου 2020, ο αριθμός των εγγεγραμμένων μελισσοκόμων ανέρχεται στους 755 και τα μελίσσια σε 58.184. Ο συνολικός αριθμός των κυψελών (58.184 την περίοδο 2020-2021) παρουσίασε αύξηση την τελευταία πενταετία σε ποσοστό 25,8%. Το 90% των μελισσοκόμων ασκούν τη μελισσοκομία ως δεύτερο επάγγελμα για συμπληρωματικό εισόδημα. Οικονομικά δεδομένα Με βάση τα προκαταρκτικά στοιχεία του Τμήματος Γεωργίας, το 2020 παρήχθησαν 520 τόνοι μελιού, με συνολική αξία παραγωγής τα 2.821.316 ευρώ. Η συνολική μέση τιμή παραγωγού ανέρχεται στα €5,43/κιλό. Από στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Κύπρου για την τετραετία 2016-2019 τα διακινούμενα από χώρες της ΕΕ και τα εισαγόμενα στην Κύπρο από τρίτες χώρες μέλια, ήταν: Εισαγωγές μελιού (Κοινότητα + τρίτες χώρες) Έτος Ποσότητα μελιού Αξία μελιού (τόνοι) (€) 2016 573 1.728.621 2017 807 2.404.732 2018 719 2.132.543 2019 626 1.804.178 2020 673 1.940.287 Από τα πέντε τελευταία χρόνια που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, φαίνεται ότι η ετήσια μέση ποσότητα εισαγωγής μελιού κυμαίνεται στους 680 τόνους, με το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών μελιού να προέρχεται από χώρες της ΕΕ και κυρίως την Ελλάδα. Το ποσοστό αυτάρκειας της Κύπρου σε μέλι ανέρχεται περίπου στο 45%. Η σημασία του μελισσοκομικού κλάδου έγκειται στην προσφορά των διατροφικά εξαιρετικών μελισσοκομικών προϊόντων. Εντοπίζεται, επίσης, και στη συνεισφορά του κλάδου στη διατήρηση και αύξηση της βιοποικιλότητας, της περιβαλλοντικής ισορροπίας αλλά και της παραγωγικότητας των υπόλοιπων κλάδων της γεωργίας του τόπου, λαμβάνοντας υπόψη ότι η μέλισσα συμβάλλει στην επικονίαση του 75% των φυτών του πλανήτη και στο 80-90% της παραγωγής πολλών καρποφόρων φυτών και φυτών μεγάλης καλλιέργειας. Χριστάκης Τοφαρής Λειτουργός Γεωργίας Α΄ Τμήμα Γεωργίας Παρόλο που η παραγωγή της ΕΕ σε μέλι αυξήθηκε κατά 16% από το 2014, το ποσοστό αυτάρκειάς της παραμένει κοντά στο 60%. Ως εκ τούτου, η ΕΕ είναι ο πρώτος εισαγωγέας μελιού παγκοσμίως, με κύριο προμηθευτή της την Κίνα (40% των εισαγωγών), με δεύτερη την Ουκρανία (20% των εισαγωγών), και ακολουθούν η Αργεντινή και το Μεξικό. Να σημειωθεί ότι οι εισαγωγές της ΕΕ από την Κίνα μειώθηκαν από σχεδόν 100.000 τόνους το 2015 σε 80.000 τόνους το 2018, ενώ την ίδια περίοδο, οι εισαγωγές από την Ουκρανία αυξήθηκαν από 20.000 σε 41.000 τόνους. Το μέλι που εισάγεται από τρίτες χώρες είναι συνήθως φθηνότερο από το μέλι που παράγεται στην ΕΕ, και για το 2018 η μέση τιμή εισαγωγής ήταν μόλις πάνω από €2 /κιλό. Τα σημαντικότερα προβλήματα της μελισσοκομίας Μερικά από τα προβλήματα ή παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά τον ρυθμό ανάπτυξης του μελισσοκομικού κλάδου στον τόπο είναι οι πιο κάτω: α) Η χαμηλή παραγωγικότητα, λόγω του ότι η μελισσοκομία ασκείται ως δεύτερο επάγγελμα για συμπληρωματικό εισόδημα. β) Το υψηλό κόστος παραγωγής και η έλλειψη οργάνωσης όσον αφορά στη συγκέντρωση της παραγωγής και στην από κοινού διάθεση των προϊόντων της κυψέλης σε συμφέρουσες τιμές. γ) Η αλλοίωση της μελισσοκομικής χλωρίδας λόγω των ανομβριών και των παρατεταμένων ξηρασιών, των ξηροθερμικών κλιματολογικών συνθηκών, της κατανομής των βροχοπτώσεων, της μεγάλης διαφοράς θερμοκρασίας μεταξύ μέρας και νύκτας, της ύπαρξης υψηλών ποσοστών σκόνης στην ατμόσφαιρα, των πυρκαγιών, των εκχερσώσεων κ.ά. δ) Οι ασθένειες τωνμελισσώνκαι ημηύπαρξηεγκεκριμένων μελισσοφαρμάκων για την αντιμετώπισή τους (εκτός από τη Βαρρόα). ε) Οι απώλειες από φυτοπροστατευτικά προϊόντα, οι κλοπές, οι βανδαλισμοί κ.ά. ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΚΑ ΝΕΑ A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 2 1 / T E Υ Χ Ο Σ 4 8 3 63
RkJQdWJsaXNoZXIy MTUzMzM1NQ==