Αγαπώ και φροντίζω την καρδιά μου

17 Δυστυχώς, η ευτυχία της ζέβρας δεν κράτησε για πολύ. Στο δάσος εμφανίστηκαν πολλά άγρια ζώα που είχαν έρθει από ένα γειτονικό δάσος που είχε καεί. Τα άγρια αυτά ζώα ήταν πολύ φασαριόζικα και δεν είχαν καθόλου τρόπους. Κάποια έπεφταν άτσαλα μέσα στο ποτάμι κάνοντας τα νερά να αγριεύουν. Άλλα σκαρφάλωναν στα δέντρα ρίχνοντας μεγάλα κουκουνάρια και κλαδιά στα μονοπάτια. Το κελάηδισμα των αηδονιών δεν ακουγόταν πια, καθώς τα αηδόνια, φοβισμένα από τη φασαρία, έφυγαν για άλλο δάσος. Η ζέβρα δεν μπορούσε να απολαύσει πια το μπάνιο της στο ποτάμι και αυτό την στενοχωρούσε πολύ και συχνά μονολογούσε: «Αυτά τα άγρια ζώα μου έχουν κάνει τη ζωή άνω-κάτω…». Μια μέρα, καθώς περπατούσε νευρική και αγχωμένη στο σκεπασμένο με κουκουνάρια και κλαδιά μονοπάτι, οι ρίγες της άρχισαν ξαφνικά να ξετυλίγονται σαν μακριά κορδέλα και να πέφτουν από το σώμα της. Τόσο γρήγορα έγινε αυτό που τα πόδια της μπλέχτηκαν σε αυτές, σκουντούφλησε και άρχισε να χοροπηδά από τον πόνο. Κουτσαίνοντας γύρισε στο σπίτι της και τι να δει! Το μικρό όμορφο σπιτάκι της είχε καταστραφεί! Δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια της. Οι κάστορες ροκάνισαν τη μεγάλη ξύλινη πόρτα και τη γέμισαν με τρύπες. Και η στέγη είχε καταπλακωθεί από ένα γέρικο δέντρο. Η ζέβρα αναστατώθηκε και θύμωσε τόσο πολύ που όσες ρίγες της είχαν απομείνει ξεγλίστρησαν μεμιάς και έπεσαν κι αυτές από το σώμα της αφήνοντάς το κάτασπρο και χλωμό. Για μέρες δεν έτρωγε τίποτα. Τόσο μεγάλη ήταν η αναστάτωση και η στενοχώρια της… Και έτσι περνούσε ο καιρός….

RkJQdWJsaXNoZXIy MTA5NDYxNw==