200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Η συμβολή των Ελλήνων της Κύπρου

200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Η συμβολή την Ελλήνων της Κύπρου 86 Η Εκκλησία της Κύπρου, η οποία ανέκαθεν ήταν διοικητικώς αυτόνομη, δηλ. αυτοκέφαλη 3 [ρητώς από την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο του 431 μ.Χ. (Η΄ κανόνας)], ο ρόλος του εθνάρχη ανατίθεται στον εκάστοτε αρχιεπίσκοπο Κύπρου. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπου το Κοράνι αποτελεί την έννομη τάξη, είναι δηλαδή θεοκρατικό κράτος, οι επικεφαλής των μιλετιών είχαν την ευθύνη των ομόθρησκών τους και ήταν υπόλογοι για τις πράξεις και τα έργα τους προς την Υψηλή Πύλη 4 . Επιπλέον, ήταν υπεύθυνοι με τη ζωή τους για τη συλλογή των φόρων των υπόδουλων Ρωμιών. Παράλληλα, διευθετούσαν, σύμφωνα με τα ιερά τους κείμενα, ζητήματα υιοθεσίας, κληρονομιών, διαθηκών, εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά θέματα. Αυτή η βαριά ευθύνη ήταν το αντάλλαγμα για τα προνόμια τα οποία χορήγησε ο σουλτάνος Μεχμέτ Β’ ο Πορθητής στον πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο 5 . Το καθεστώς αυτό εφαρμόστηκε από την Υψηλή Πύλη όχι μόνο για το Ρουμ μιλέτ των Ορθοδόξων αλλά και τα μιλέτια των Αρμενίων και των Εβραίων. Από τις ιστορικές πηγές μαρτυρείται η δυσχερέστατη θέση στην οποία περιήλθε η εθναρχούσα Κυπριακή Εκκλησία μετά την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας το 1814 6 . Ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, μυημένος στην Εταιρεία 7 , θεώρησε σώφρον ένεκα της γεωστρατηγικής θέσεως της μεγαλονήσου τη μη εξέγερση των υπόδουλων ραγιάδων της Κύπρου αλλά την υλική ενίσχυση του Αγώνα στην ηπειρωτική Ελλάδα. Εξαιτίας της εμπειρίας του είχε κατανοήσει την αδήριτη ανάγκη τήρησης λεπτών ισορροπιών και χρήσης της διπλωματίας, ώστε να μη διακινδυνεύσει τους χριστιανούς που είχε υπό την ευθύνη του από τυχόν αντίποινα της Υψηλής Πύλης. Η ανάγκη αυτή πολλαπλασιάσθηκε ιδίως μετά την κήρυξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη τον Φεβρουάριο του 1821 και αργότερα στη Ρούμελη και στον Μοριά. Έκτοτε ο βίος του αρχιεπισκόπου Κυπριανού είναι παράλληλος με εκείνο του οικουμενικού πατριάρχη Γρηγορίου Ε’, το μαρτύριο του οποίου δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι αποτέλεσε οδοδείκτη για τη στάση του Κυπριανού. 3. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ, 1-11. 4. ΝΑΝΑΚΗΣ, 222. 5. ΠΑΝΩΤΗΣ 345 επ. 6. ΕΓΓΛΕΖΑΚΗΣ, 401. 7. Εν αντιθέσει με τον οικουμενικό πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ ο οποίος θεωρούσε τα καθήκοντά του ασυμβίβαστα με την ιδιότητα του φιλικού, βλ. Τ. Κ. ΚΟΝΔΗΛΩΡΟΥ, Ιστορία του Εθνομάρτυρος Γρηγορίου του Ε’, Αθήναι 1909, σς. 123-134, Ε. ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ, Η Κύπρος εις τον αγώνα του 1821, Αθήναι 1971, σσ.11-15.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTA5NDYxNw==