Αγρότης, τεύχος 482

30 A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 2 1 / T E Υ Χ Ο Σ 4 8 2 ΓΕΩΡΓIΑ Αντιμετώπιση: Για την αντιμετώπιση της ασθένειας συστήνεται η χρήση απολυμασμένου σπόρου, η εφαρμογή αμειψισποράς και ο έλεγχος της ασθένειας με ψεκασμούς στον αγρό, στις περιπτώσεις που εμφανισθεί έστω και τοπικά. Επίσης, ο καλός αερισμός και οι χαμηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης μπορούν να την αποτρέψουν. Ιώδης μεταχρωματισμός της ρίζας Ο μύκητας (Pyrenochaeta terrestris) είναι σύνηθες παθογόνο του εδάφους και προσβάλλει πολλά είδη φυτών. Εισέρχεται στις ρίζες, ακόμα και χωρίς την παρουσία πληγών. Οι προσβεβλημένες ρίζες αρχικά γίνονται ελαφρά ιώδεις, μετά παίρνουν έναν σκούρο ιώδη χρωματισμό, στη συνέχεια ζαρώνουν και πεθαίνουν. Τα συμπτώματα είναι, επίσης, φανερά και σε ολόκληρο το φυτό, δηλαδή τα φύλλα μεταχρωματίζονται (γίνονται λευκά, κίτρινα ή καστανά) και στο τέλος μαραίνονται. Το κρεμμύδι παράγει νέες ρίζες οι οποίες μπορεί να προσβληθούν και το φυτό παραμένει στάσιμο, σπάνια, όμως, ξηραίνεται. Θερμοκρασίες εδάφους μεταξύ 24-28°C ευνοούν την ασθένεια, ο έλεγχος της οποίας γίνεται κυρίως με αμειψισπορά, ανθεκτικές ποικιλίες και απολύμανση του εδάφους. Ανθράκνωση Η ασθένεια αυτή προκαλείται από τον μύκητα Urocystis cepulae . Προσβάλλει τα φυτά σε πολύ νεαρή ηλικία. Είναι παθογόνο εδάφους που παραμένει ζωντανό για τουλάχιστον 15 χρόνια. Το φυτό παρουσιάζει ευπάθεια τις πρώτες 2-3 εβδομάδες μετά το φύτρωμα. Μετά την περίοδο αυτή, η κοτυληδόνα καθίσταται ανθεκτική και προβάλλει εμπόδιο στην προσβολή. Τα προσβεβλημένα φυτά εμφανίζουν σκούρες κηλίδες ή λωρίδες στην κοτυληδόνα, και η ασθένεια μερικές φορές επεκτείνεται και στα πραγματικά φύλλα. Τελικά, η επιδερμίδα πάνω από τις κηλίδες αποκτά μια ασημίζουσα απόχρωση, διαρρηγνύεται και τα σπόρια πέφτουν στο έδαφος. Άριστη θερμοκρασία για την ανάπτυξη της ασθένειας είναι από 13 μέχρι 25°C. Οι ποικιλίες με κίτρινους ή κόκκινους χιτώνες παρουσιάζουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα από τις ποικιλίες με λευκούς εξωτερικούς χιτώνες. Συνθήκες υψηλής υγρασίας πρέπει να αποφεύγονται μετά τη συγκομιδή των βολβών. Επιπλέον, για τον έλεγχο της ασθένειας συστήνεται η καταστροφή των υπολειμμάτων της καλλιέργειας και η αποφυγή της καλλιέργειας ευπαθών ποικιλιών σε προσβεβλημένο έδαφος. Αλτερνάρια Η ασθένεια προκαλείται από τον μύκητα Αlternaria porri . Τα συμπτώματα της αλτερνάριας στο αρχικό τους στάδιο συγχέονται με του βοτρύτη, και σε προχωρημένο στάδιο με του κλαδοσπόριου και του περονόσπορου. Στο πάνω ήμισυ του φύλλου και στους ποδίσκους των ανθέων σχηματίζονται μικρά λευκά στίγματα τα οποία εξελίσσονται σε μεγάλες οβάλ κηλίδες. Αργότερα, και ειδικά όταν ο καιρός είναι υγρός, οι περιοχές αυτές αποκτούν ένα γκρίζο ή καφετί χρώμα με ευδιάκριτο πορφυρό κέντρο. Επίσης, υπάρχει μία φαρδιά χλωρωτική περιοχή κίτρινου χρώματος γύρω από κάθε οβάλ κηλίδα. Σε ξηρές περιοχές το πορφυρό χρώμα δεν εμφανίζεται. Οι κηλίδες, μερικά ή ολικά, περιβάλλουν το στέλεχος ή το φύλλο και τελικά το φύλλο ξηραίνεται. Τα φύλλα μετά από 3-4 εβδομάδες πέφτουν. Ευνοϊκές συνθήκες η υψηλή σχετική υγρασία 90% και θερμοκρασία 20-30°C. Αντιμετώπιση: Η αλτερνάρια αντιμετωπίζεται με εφαρμογή αμειψισποράς βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους, καταστροφή των υπολειμμάτων της καλλιέργειας, χρήση ανθεκτικών ποικιλιών και με χημική καταπολέμηση με επιτρεπόμενα φυτοπροστατευτικά προϊόντα. Αλτερνάρια Πηγή φωτογραφιών: Malattie crittogamiche delle piante ortive, Ivan Ponti - Franco Laffi και Shutterstock

RkJQdWJsaXNoZXIy MTA5NDYxNw==