Εθνική Φρουρά και Ιστορία

125 Μία επιστολή με ποικίλες προθέσεις και αποδέκτες της εκμετάλλευσης των ψυχροπολεμικών ανταγωνισμών και της αναζήτησης συμμάχων. Τον Αύγουστο του 1964 σημειώθηκαν νέες υψηλών τόνων δηλώσεις υποστήριξης της Κύπρου από τον Ν. Χρουστσόφ, που κορυφώθηκαν με το ταξίδι των Α. Αραούζου – Κ. Ασσιώτη και τη μετάβαση του Σπ. Κυπριανού στη Μόσχα με επιστέγασμα την εξοπλιστική συμφωνία του Σεπτεμβρίου. Το αμέσως επόμενο διάστημα, η τουρκική πλευρά επιχείρησε να εξισορροπήσει τις ελληνοκυπριακές κινήσεις με πρωτοβουλίες προσέγγισης της ΕΣΣΔ (όπως και του Αραβικού Κόσμου). Αποδείχθηκε τότε ότι η σοβιετική υποστήριξη προς τη Λευκωσία είχε όρια και συγκεκριμένα ότι λάμβανε τις ανώτατες τιμές της όταν υποστηριζόταν η κυπριακή ανεξαρτησία. Όποτε παρουσιάστηκε η προοπτική διαμελισμού της Κύπρου ανάμεσα στις δύο «Μητέρες – Πατρίδες» (και ΝΑΤΟϊκούς εταίρους), με άθικτη επιπλέον τη βρετανική (και την αμερικανική) παρουσία τοπικά, δηλαδή κάθε φορά που αναδυόταν το σενάριο αύξησης της στρατιωτικής εκμετάλλευσης του νησιού από τη Δύση, η Μόσχα καθιστούσε σαφές ότι δεν επρόκειτο να υποστηρίξει αυτή την εκδοχή και αντιθέτως αντιδρούσε με ψυχραιμία αλλά και αποτελεσματική οξύτητα. Η γαλλική διπλωματία απέβλεπε στην αύξηση της επιρροής της στην Ελλάδα και παράλληλαστη δημιουργίασυνθηκών πληρέστερης ανάκαμψής της στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Οι απόψεις πάντως του Γάλλου ηγέτη υπερέβαιναν την λεπτολογία στους ορισμούς των καταστάσεων και τους προσεκτικούς χειρισμούς που παραδοσιακά προτιμούσε το Quai d ’ Orsay. Πολιτικοί άνδρες του βεληνεκούς τουDeGaulleσυχνάεξέφραζαναπόψεις ρηξικέλευθες κι αιρετικές (και μάλισταμε τρόπο απροκάλυπτο), που κατά περίπτωση αποδεικνύονταν διορατικές ή ακόμη κι εύστοχες σε βάθος χρόνου, ενώ άλλες φορές φανέρωναν την προσκόλλησή τους σε «παραδοσιακές και ορθόδοξες» (ξεπερασμένες κατά βάθος) αναγνώσεις της διεθνούς πολιτικής ή διαψεύδονταν από την αλληλεπίδραση των παραγόντων που επηρέαζαν τα εκάστοτε θέματα για τα οποία εξέφραζαν άποψη (οι αρχικές του απόψεις για την Κυπριακή Δημοκρατία εμφανώς ενέπιπταν στη δεύτερη και στην τρίτη κατηγορία). Επί της ουσίας, εξάλλου, οι αρχικές σκέψεις του Γάλλου προέδρου περί έγκρισης της ένωσης, που όμως θα συνοδευόταν από μετακινήσεις πληθυσμών και εδαφικές αποζημιώσεις, δεν απείχαν καθόλου από ανάλογες ιδέες αμερικανοβρετανικής προέλευσης της ίδιας περιόδου. Τέλος, το ότι ο Μακάριος αντιλαμβανόταν -με το ενστικτώδες πολιτικό αισθητήριο που τον χαρακτήριζε- ως εξισορροπητικούς παράγοντες τις δύο χώρες, όχι μόνον έναντι του συνεταιρισμού Λονδίνου – Washington αλλά και στο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTA5NDYxNw==