Κυπριακές ποικιλίες ελιάς (Olea europea L.)

7 συχνότητα αποτυπώνοντας τη μεγάλη τους σημασία (Kaniewski et al., 2012). Ιδιαίτερα το ελαιόλαδο και το κρασί αποτέλεσαν χαρακτηριστικά συστατικά της βασικής δίαιτας των λαών που κατοικούσαν στη Μεσογειακή Λεκάνη ήδη από την ύστερη προϊστορική εποχή (Kaniewski et al., 2012). Αν και η καλλιέργεια του αμπελιού επεκτάθηκε από νωρίς μακράν πέραν των ορίων της Μεσογειακής Λεκάνης, η ελιά μόλις τα τελευταία χρόνια επεκτάθηκε πέραν αυτής και συνεχίζει έως και σήμερα να αποτελεί το σημαντικότερο δένδρο της Μεσογειακής Λεκάνης με την παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου να προέρχεται κυρίως από μεσογειακούς ελαιώνες . Η Κύπρος συμβάλλει ετησίως σε αυτήν με 4000 έως 6000 τόνους ελαιολάδου προερχόμενου από τα περίπου 11000 εκτάρια καλλιεργούμενα με ελιές (FAOSTAT, 2020). Ως εξημέρωση περιγράφεται η μεσολάβηση του ανθρώπου στην επιλογή και διάδοση ενός οργανισμού με σκοπό την εξασφάλιση τροφής ή άλλου πολύτιμου αγαθού. Αποτελεί μια ανοιχτή διαδικασία, με διάσπαρτα πιθανά εναρκτήρια γεγονότα και άγνωστο καταληκτικό σημείο, κατά τη διάρκεια της οποίας η επιλογή εξημερωμένων οργανισμών ενισχύεται από τη συνεχή ανταλλαγή γονιδίων με τα άγρια συγγενικά τους είδη (Darwin, 1868; Besnard and Rubio de Casas, 2016). Η απότομη αύξηση γύρης και απολιθωμάτων σε αναρίθμητα ευρήματα της χαλκολιθικής εποχής επιβεβαίωσαν την καθιέρωση και διάδοση της καλλιεργούμενης ελιάς κατά την χρονική αυτή περίοδο (Zohary and Hopf, 2000; Kaniewski et al., 2012). Με ενέργειες όπως ο συστηματικός αγενής πολλαπλασιασμός δένδρων με εξέχοντα χαρακτηριστικά (π.χ. μεγάλο μέγεθος καρπού), εγκαταστάθηκαν ελαιώνες (Zohary and Spiegel-Roy, 1975) με σημαντικά αγρονομικά χαρακτηριστικά ενδιαφέροντος, και αυτή η διαδικασία επιλογής συνεχίστηκε με την επιλογή ελαιόδενδρων που προήλθαν από σπόρο αλλά και την καλλιέργεια αγριελιών. Πλήθος στοιχείων καταδεικνύει την ανατολική Μεσογειακή Λεκάνη ως κοιτίδα των πρώτων γεγονότων εξημέρωσης, και, σύμφωνα με αρχαιολογικές, παλαιοβοτανικές και γενετικές μελέτες, η ελιά εξημερώθηκε από τους ανατολικής προέλευσης άγριους προγόνους της πριν από περίπου 6000 χρόνια (Julca et al., 2020). Στην εξάπλωση και διάδοση της καλλιεργούμενης ελιάς σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν οι αρχαίοι πολιτισμοί της Μεσογείου όπως οι Φοίνικες, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι όπου μέσω του αγενούς ή κλωνικού πολλαπλασιασμού μετέφεραν γενετικό υλικό ελιάς προς τη δυτική Μεσογειακή Λεκάνη (Julca et al., 2020). H κύρια επικρατούσα θεωρία διάδοσης της καλλιεργούμενης ελιάς εισηγείται την ύπαρξη τριών κύριων διαδοχικών κέντρων διάδοσης (Rallo et al., 2005). Το πρωταρχικό κέντρο αφορά την ευρύτερη περιοχή εξημέρωσης και περιλαμβάνει την ανατολικότερη Κ Υ Π Ρ Ι Α Κ Ε Σ Π Ο Ι Κ Ι Λ Ι Ε Σ Ε Λ Ι Α Σ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTA5NDYxNw==