Κυπριακές ποικιλίες ελιάς (Olea europea L.)

27 Κ Υ Π Ρ Ι Α Κ Ε Σ Π Ο Ι Κ Ι Λ Ι Ε Σ Ε Λ Ι Α Σ Μεγάλο ενδιαφέρον συγκεντρώνει η δεύτερη ποικιλία της ΣΓΥΕ, η οποία κατά τη διασταύρωση του συνδυασμένου γενετικού και φαινοτυπικού της προφίλ με τη βάση δεδομένων της ΠΤΓΥΕ της Κόρδοβα ταυτίστηκε με την ποικιλία «Baladi» με προέλευση τον Λίβανο. Το εύρημα αυτό κατατείνει στην ύπαρξη στενής γενετικής συγγένειας μεταξύ των δύο ποικιλιών. Στην περίπτωση ταύτισης των δύο ποικιλιών, τα ονόματα Λαδοελιά ή Ντόπια ή Κυπριακή και Baladi θα αποτελούν συνώνυμα στην Κύπρο και τον Λίβανο. Αξιοσημείωτο είναι πως και τα δυο ονόματα ( Ντόπια στην ελληνική και Baladi στην αραβική γλώσσα) προσδιορίζουν την ποικιλία ως ντόπια. Μια τέτοια περίπτωση συνωνυμίας των ποικιλιών «Λαδοελιά» και «Baladi» δεν θα αποτελούσε έκπληξη εξαιτίας της γεωγραφικής εγγύτητας Κύπρου και Λιβάνου. Προηγούμενες μελέτες έχουν, επίσης, διατυπώσει την πιο πάνω πιθανή συγγένεια. Συγκεκριμένα, οι Atienza et al. (2013) ανάφεραν την ύπαρξη συγγένειας συγκρίνοντας τα γενετικά προφίλ της κυπριακής καταχώρησης Αθαλάσσα , που συμπεριλαμβάνεται στην ΠΤΓΥΕ της Κόρδοβα, με την cv. Baladi. Αξιοσημείωτο είναι πως οι Chalak et al. (2015) έχουν ονομάσει την «Baladi» ως landrace χαρακτηριζόμενη από την ύπαρξη πολλαπλών γενετικών παραλλαγών αποδιδόμενων σε σωμακλωνικές μεταλλάξεις, αντίστοιχα με τα αποτελέσματα της σχετικής μελέτης της ΣΓΥΕ για τη «Λαδοελιά» όπου υψηλή ενδοποικιλιακή παραλλακτικότητα περιγράφηκε και αποδόθηκε επίσης σε σωμακλωνικές μεταλλάξεις (Emmanouilidou et al., 2018). Με την αξιοποίηση των μοριακών SSR προφίλ της ΠΤΓΥΕ του Μαρακές σε μελέτη από τους Haouane et al. (2011), οι Chalak et al. (2015) έχουν επίσης περιγράψει την πιθανή συγγένεια της «Baladi» με γενετικό υλικό ελιάς από την Κύπρο. Τα παραπάνω ευρήματα αναμφίβολα χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης, ωστόσο αποτελούν σημαντική συμβολή στη διερεύνηση των γεγονότων διασποράς της καλλιεργούμενης ελιάς στην ανατολική Μεσογειακή Λεκάνη. 3.3.4. Συμπεράσματα H καθιέρωση της ΣΓΥΕ ως συλλογής αναφοράς για το γενετικό υλικό ελιάς της Κύπρου κατέστησε απαραίτητο τον χαρακτηρισμό και την καταλογογράφηση του γενετικού της υλικού στη βάση μεθοδολογίας ανεπτυγμένης για την ελιά που συνδυάζει μορφολογικούς και μοριακούς δείκτες με υψηλή διακριτική ικανότητα. Η συγκεκριμένη μεθοδολογία διευκόλυνε την ανίχνευση συνωνύμων και τον προσδιορισμό διακριτών ποικιλιών. Η χρήση των μοριακών δεικτών SSR για τη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTA5NDYxNw==