ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ & ΙΣΤΟΡΙΑ, τεύχος 44ο

Εθνική Φρουρά & Ιστορία 90 του συναγωνιστή ήταν καίρια στα επερχόμενα. Η διακοπή του απελευθερωτικού αγώνα κι η «λύση» του εθνικού προβλήματος, αβασάνιστη, χωρίς αξίες, χωρίς αρχές, χωρίς δικαιοσύνη, αποδείχθηκαν μοιραίες. Κι η εξουσία που αναπήδησε από τη Ζυρίχη την 11η Φεβρουαρίου 1959 ολέθρια και μήτρα μύριων δεινών. Από την πρώτη περίοδο άρχισε να γεννοβολά φίδια που έτρωγαν την προοπτική μιας κοινωνίας που θα στήριζε την ύπαρξή της στην ισοπέδωση των ιδεών που κράτησαν όρθιο τον κόσμο μας στις δοκιμασίες των αιώνων του μαρτυρίου της πατρίδας μας. Το περασμένο Σάββατο η τραγική αλήθεια βρόντηξε πάλι στα Φυλακισμένα Μνήματα. Όταν μια δράκα αγωνιστών και οι στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ στεφάνωσαν με δάφνη τους τάφους των νεκρών της ελευθερίας. Και τα ερωτήματα από το υπερπέραν δραματικά: Μονάχα εσείς μας θυμηθήκατε αδέλφια; Οι άλλοι; Οι υπόλοιποι; Τράβηξαν στην τουρκοκρατούμενη γη να φαν, να πιουν, ν’ αγκαλιαστούν με τον εισβολέα και να στεριώσουν την κατοχή με τα εκατομμύρια που θησαυρίζουν με τις χρυσοφόρες αρπαγές Κύριος οίδε πόθεν; Κι αντί να τα αξιοποιούν σε έργα άμυνας για τον επερχόμενο πόλεμο, τα καταθέτουν στην κόλαση, όπως θα έγραφε ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι . Γιατί το άμεσο μέλλον θα αποδειχθεί κόλαση, αν κρίνουμε από τις ιστορικές μας εμπειρίες και τα πάθη τ’ ατέλειωτα… Αν αντικρίσουμε το δράμα μας στα μισοσκότεινα παρασκήνια των πραγματικοτήτων που ουρλιάζουν και με νουν καθαρό προσπαθήσουμε να αναλύσουμε τα ουρλιαχτά της αγανάκτησης, θα πρέπει να καταλάβουμε πως περπατάμε στην κόψη του ξυραφιού. Επί ξηρού ακμής. Και θα ιδούμε, φυσιολογικά έντρομοι, πως η ζωή μας κρέμεται από μια κλωστή. Ότι είμαστε ξεκρέμαστοι στο σύμπαν, γιατί αφήσαμε άδικες εξουσίες και τσαρλατάνους να μας αποκόψουν από τον ομφάλιο λώρο των ιστορικών μας ιδεολογιών και των υπαρξιακών μας εμπνεύσεων. Μας έχουν καταντήσει έρμαια τυχοδιωκτικών συμφερόντων και ξένων σκοτεινών επιδιώξεων. Μας μετέτρεψαν σε αθύρματα δαιμονιακών συνωμοσιών, υπηρεσιών που σκάβουν τον τάφο μας με φτυάρια δικά μας. Στους δρόμους των πόλεών μας δεν ακούγονται πια θούρια ελευθερίας, δεν αντιβοούν συνθήματα κοινωνικών αξιώσεων και εθνικών πόθων. Αλλά βόγγοι κραιπάλης και μέθης, νεολαίας που φθείρεται μαζοχιστικά και αυτοκαταστρέφεται σαδιστικά, χωρίς συναίσθηση της μίζερης ύπαρξης, που προοιωνίζεται οικτρό το τέλος. Αν ήταν δυνατόν να επαναφέρουμε τα κύματα της νεολαίας που παρήλαυνε στις στράτες της χώρας στα τέσσερα σωτήρια χρόνια, θ’ ακούγαμε αντιλάλους ελευθερίας που δονούσαν τον κόσμο. Και το ερώτημα του μεγάλου Λευκαδίτη, του Άγγελου Σικελιανού: «μάνα φωτιά με

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0