Glyn Hughes 1931 - 2014

36 Γκαλερί Απόφασις: Τα παραγωγικά και συναισθηματικά χρόνια Με την ίδρυση της Απόφασις επιχειρείται για πρώτη φορά να δοθεί έστω και μια υποτυπώδης «οργανωτική δομή» σε ό,τι μέχρι τότε ήταν σκόρπιες σκέψεις και οράματα μιας ομάδας νέων ανθρώπων που υποδέχονταν τη δεκαετία του 1960: μια περίοδο κατά την οποία η Κύπρος εξερχόταν από την αποικιοκρατία και, έχοντας αποκτήσει την ανεξαρτησία της, εισερχόταν σε μια νέα δημοκρατία. Ο αυθεντικά λαϊκός τρόπος σκέψης τού Σάββα, σε συνδυασμό με τα όσα βίωσε και εισέπραξε στα χρόνια των σπουδών και των περιπλανήσεών του στο Λονδίνο και το Παρίσι, καθώς και η δυτική, πρωτοπόρος και εκρηκτική ματιά του Χιουζ, ήταν αυτό που χρειαζόταν η χώρα τη στιγμή εκείνη. Ο μποέμ τρόπος ζωής τους, που συχνά έφτανε στα όρια της φτώχειας και της ανέχειας, μα και ταυτόχρονα το αγκάλιασμα από διανοούμενους, νέους επιστήμονες, μέλη της καλής κοινωνίας, ξένους διπλωμάτες και διευθυντές μορφωτικών ιδρυμάτων, όπως για παράδειγμα οι Roger και Tatiana Milliex, δημιούργησε στο πέρασμα των χρόνων ένα σχεδόν μυθικό πλαίσιο για την γκαλερί Απόφασις. Η καινούργια Απόφασις ξεκινά τη λειτουργία της τον Σεπτέμβριο του 1960 στη οδό Απόλλωνος 44Α. Η πρώτη έκθεση που φιλοξενήθηκε εκεί ήταν η «Φθινοπωρινή Συλλογή» (23 Σεπτεμβρίου– 6 Οκτωβρίου) με έργα επτά Κυπρίων καλλιτεχνών: Στέλιου Βότση, Ανδρέα Χρυσοχού, Γεωργίου Θεμιστοκλέους Μαρίας Κωνσταντίνου, Έλλης Ιωάννου και των γλυπτών Ανδρέα Σαββίδη και Νίκου Δυμιώτη. Η γκαλερί γίνεται πολύ σύντομα ένας καλλιτεχνικός πυρήνας με δυναμική παρουσία, κάτι που η Λευκωσία χρειαζόταν πολύ την εποχή εκείνη. Έγινε αμέσως τόπος συνάντησης παλαιών και νέων καλλιτεχνών, πουσυγκεντρώνονταν εδώγιαναδείξουν ταέργα τους και γιαναανταλλάξουναπόψεις και ιδέες. Πέρα από τις εκθέσεις διοργανώνονται και άλλες σημαντικές πολιτιστικές εκδηλώσεις: διαλέξεις, συζητήσεις, θεατρικές παραστάσεις, λογοτεχνικές και μουσικές παρουσιάσεις. Όπως λέει ο Γκλυν Χιουζ: «Λόγω των σοσιαλιστικών διασυνδέσεων του Σάββα, παρουσιάστηκαν ομιλητές, όπως ο σπουδαίος Ρώσος σκηνοθέτης κινηματογράφου Sergei Bondarchuk, καθώς και μια έκθεση φωτογραφικών ανατύπων με έργα μεγάλων ζωγράφων, όπως οι Ρενουάρ, Πουσέν, Γκρέκο, Ρούμπενς, Ρέμπραντ, Τιτσιάνο κ.ά., από τη συλλογή του Μουσείου Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης 38 –που τότε ονομαζόταν Λένινγκραντ–, η οποία ωστόσο δεν έτυχε καλής υποδοχής διότι δεν θεωρήθηκε αρκετά “μοντέρνα”». 39 Στο σημείο αυτό, είναι σημαντικό να τονισθεί το πολυσχιδές και πολύπλευρο όραμα των δημιουργών της γκαλερί σχετικά με τον χαρακτήρα που ήθελαν να έχει. Δεν ήθελαν να δημιουργήσουν απλά μια γκαλερί αλλά στην ουσία ένα πολιτιστικό κέντρο, το οποίο θα έφερνε κοντά τα εικαστικά με όλες τις άλλες μορφές τέχνης· έναν πυρήνα που θα συγκέντρωνε δημιουργικά όλους τους διανοούμενους και φιλότεχνους της εποχής, όχι μόνο Κύπριους αλλά και ξένους. Φυσικά, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι αυτός ήταν και ο στόχος των περισσοτέρων χώρων που διευθύνονταν από τους ίδιους τους καλλιτέχνες στον δυτικό κόσμο εκείνη την εποχή – η προώθηση, δηλαδή, της ανταλλαγής ιδεών και πειραματισμών μεταξύ καλλιτεχνών, με βάση τις έννοιες της συλλογικότητας και της συμμετοχής: «Με την αντίθεση τους προς τους παραδοσιακούς κανόνες της τέχνης και την

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0