Αγρότης, τεύχος 476

24 A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 1 9 / T E Υ Χ Ο Σ 4 7 6 ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ Αιτιολογία: Το αίτιο είναι ο Staphylococcus aureus, που συχνά συνοδεύεται από το Clostridium perfingens και το Clostridium septicum ως επιπλέκοντες μικροοργανισμούς. Το κυρίως αίτιο και οι επιπλέκοντες μικροοργανισμοί ζουν στο έδαφος και στη στρωμνή. Έρχονται σε επαφή με τον μαστό κατά την κατάκλιση των ζώων. Η μόλυνση του μαστού γίνεται μέσω της θηλής του. Συμπτώματα: Αρχικά παρατηρείται υψηλός πυρετός (410C-420C), ταχύπνοια, κατήφεια και ανορεξία. Σχεδόν πάντοτε προσβάλλεται ο ένας μαστός, που αρχικά διογκώνεται με εξοίδηση. Το δέρμα του γίνεται κυανέρυθρο ως μελανοκόκκινο εξαιτίας της νέκρωσης, ενώ ολόκληρος ο μαστός σκληρύνεται και γίνεται επώδυνος. Στη συνέχεια, το ζώο μπορεί να πεθάνει μέσα σε 4-5 μέρες από όταν νοσήσει. Σε περίπτωση που επιζήσει, εμφανίζεται μια αύλακα που χωρίζει το υγιές τμήμα του μαστού από το γαγγραινώδες. Το προσβεβλημένο τμήμα του μαστού πέφτει σε 1 ως 2 εβδομάδες, αφήνοντας μια αιματηρή πληγή που βαίνει προς ίαση. Το γάλα αλλοιώνεται και εμφανίζεται αιματηρό. Διάγνωση: Η κλινική διάγνωση της γαγγραινώδους μαστίτιδας που βασίζεται στα συμπτώματα είναι σχετικά εύκολη. Η εργαστηριακή διάγνωση στηρίζεται στη μικροβιολογική εξέταση εκκρίματος (γάλακτος) του μαστού που λαμβάνεται με άσηπτο τρόπο από το ζώο στα αρχικά στάδια της λοίμωξης. Θεραπευτική αγωγή: Για τη θεραπεία της γαγγραινώδους μαστίτιδας χορηγούνται παρεντερικώς αντιβιοτικά, ιδίως τετρακυκλίνες παρατεταμένης δράσης, πενικιλίνες, φλορφαινικόλη κάθε 36 ή 48 ώρες, για 1-3 φορές. Επιπλέον, μπορεί να χορηγηθεί στρεπτοπενικιλίνη για 3 μέρες με 2 εγχύσεις την ημέρα κ.ά. Η παρεντερική χορήγηση αντιβιοτικών καλό είναι να συνδυάζεται παράλληλα με ενδομαστική έγχυση αντιβακτηριδιακών ουσιών. Η επιλογή γενικά των αντιβακτηριδιακών ουσιών που θα χρησιμοποιηθούν συνιστάται να γίνεται μετά από δοκιμή ευαισθησίας (αντιβιόγραμμα) λόγω της μεγάλης αντιβιοαντοχής του σταφυλόκοκκου. Προφύλαξη: Συνιστάται η απολύμανση του χώρου κατάκλισης των ζώων, άρμεγμα των προσβεβλημένων από μαστίτιδα ζώων στο τέλος και απόρριψη του γάλακτος, ενώ ο αρμεχτής θα πρέπει να προβαίνει, πριν και μετά από το άρμεγμα, σε πλύσιμο και απολύμανση εξωτερικά του μαστού, καθώς και των χεριών του. Μεταδοτική μαστίτιδα Οξεία μεταδοτική νόσος των αιγοπροβάτων που χαρακτηρίζεται από εξοίδηση και σκλήρυνση του μαστού και παράλληλα δακρύρροια και ρινικό έκκριμα, η οποία οφείλεται σε παστερέλλα. Αιτιολογία: Το αίτιο είναι η Pasteurella haemolytica που υπάρχει στο έδαφος και στη στρωμνή. Έρχεται σε επαφή με τον μαστό κατά την κατάκλιση των ζώων και σπανιότερα με τα χέρια του αρμεχτή. Η μόλυνση του μαστού γίνεται μέσω της θηλής, όπως και στην περίπτωση της γαγγραινώδους μαστίτιδας. Η παθογόνος δράση της Pasteurella haemolytica οφείλεται στην ικανότητά της αφενός να πολλαπλασιάζεται στον μαστό και να παράγει τοξίνες και, αφετέρου να εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος και να προκαλεί αιμορραγική σηψαιμία. Συμπτώματα: Στην οξεία μορφή της νόσου τα προσβεβλημένα ζώα παρουσιάζουν υψηλό πυρετό, κατήφεια, ανορεξία, όπως και στη γαγγραινώδη μαστίτιδα, αλλά επιπλέον ρινική καταρροή και δακρύρροια. Ο μαστός διογκώνεται, εμφανίζει σκληρύνσεις, γίνεται επώδυνος, αλλά δεν μελανιάζει. Το γάλα εμφανίζει λευκωπά πήγματα. Τα ζώα βαδίζουν με δυσκολία και με τα άκρα τους σε διάσταση, λόγω του πόνου που αισθάνονται στον μαστό τους. Είναι δυνατό να επέλθει θάνατος των προσβεβλημένων ζώων που προέρχεται από σηψαιμία. Στην υποξεία μορφή της νόσου οι προσβεβλημένοι ιστοί του μαστού διανοίγονται προς τα έξω με τη μορφή αποστήματος, ενώ σε χρόνια μορφή της ο μαστός φέρει μόνιμη σκλήρυνση. Διάγνωση: Η κλινική διάγνωση που βασίζεται στα συμπτώματα είναι δύσκολη. Η εργαστηριακή διάγνωση στηρίζεται στη μικροβιολογική εξέταση γάλακτος του μαστού, που λαμβάνεται με άσηπτο τρόπο από το προσβεβλημένο ζώο. Θεραπευτική αγωγή: Για θεραπεία χορηγούνται παρεντερικά αντιβιοτικά των οποίων η δοσολογία αναφέρεται στην περίπτωση της θεραπείας της γαγγραινώδους μαστίτιδας. Η επιλογή γενικά των αντιβακτηριδιακών ουσιών που θα χρησιμοποιηθούν συνιστάται να γίνεται μετά από δοκιμή ευαισθησίας (αντιβιόγραμμα), λόγω της μεγάλης αντιβιοαντοχής της παστερέλλας. Προφύλαξη: Συνίσταται η απολύμανση του χώρου κατάκλισης των ζώων, άρμεγμα των προσβεβλημένων από μαστίτιδα ζώων στο τέλος και απόρριψη του γάλακτος, ενώ ο αρμεχτής θα πρέπει να προβαίνει, πριν και μετά από το άρμεγμα, σε πλύσιμο και απολύμανση εξωτερικά του μαστού, καθώς και των χεριών του. Μαστίτιδες που προκαλούνται από ποικίλους άλλους μικροοργανισμούς Μικροοργανισμοί όπως ο στρεπτόκοκκος (Streptococcus agalactiae) , ο κολιβάκιλλος (Escherichia coli) , το κορυνεβακτηρίδιο (Corynebacterium pyogenes) , η ψευδομονάδα (Pseudomonas aeruginosa) , η βρουκέλλα (Brucella melitensis, Brucella abortus) , η λιστέρια (Listeria monocytogenes) , ο ιστόφιλος (Histophilus ovis ), ο ακτινοβάκιλλος (Actinobacillus seminis) , ορισμένα είδη βακίλλου (Bacillus spp) και πρωτέα (Proteus spp) κ.ά. μπορούν να προκαλέσουν μαστίτιδες. Αυτές εμφανίζονται σποραδικά σε προβατίνες και σε αίγες. Τα συμπτώματα και οι παθολογοανατομικές βλάβες του μαστού μπορεί να διαφέρουν λίγο ή πολύ από τη γαγγραινώδη και τη μεταδοτική μαστίτιδα. Η διάγνωση στηρίζεται κυρίως στη μικροβιολογική εξέταση γάλακτος ή γενικά παθολογικού υλικού του μαστού. Η θεραπευτική αγωγή στηρίζεται στη χρήση γενικά αντιβακτηριδιακών ουσιών όπως είναι διάφορα αντιβιοτικά, σουλφοναμίδες, σουλφοναμίδες - διαμινοπυριμιδίνες και κινολόνες. Η δοκιμή ευαισθησίας (αντιβιόγραμμα) του παθογόνου αιτίου συνιστάται να διενεργείται για τη χρησιμοποίηση των πιο δραστικών αντιβακτηριδιακών ουσιών. Πηγή: Σπάης, Β. (2005). Νοσολογία αιγών και προβάτων. Θεσσαλονίκη: Συγχρονη Παιδεία.

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0