Εθνική Φρουρά & Ιστορία, τεύχος 43ο

παραλλήλου ως αλληλένδετα, δεδομένου ότι η τυχόν ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ προεξοφλείτο ότι θα συνεπαγόταν και την ένταξή της στα αμερικανικά Προγράμματα Στρατιωτικής Βοήθειας. Επίμετρο: το αμερικανικό ενδιαφέρον για την εξοπλιστική πτυχή των γεγονότων διακοινοτικής βίας του 1963 και μία ύστερη σκέψη για την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ Οι δραματικές και πολυαίμακτες συγκρούσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων το 1963 προξένησαν σειρά διεθνών αντιδράσεων. Θα άξιζε όμως να απομονωθεί η πρώτη πράξη της διαχείρισης της κρίσης από αμερικανικής πλευράς: ο υπουργός Εξωτε- ρικών D. Rusk ζήτησε από τους πρεσβευτές των ΗΠΑ στην Αθήνα και στην Άγκυρα να μεταφέρουν στις δύο κυβερνήσεις τη σαφή του υπενθύμιση ότι «οιαδήποτε χρήση εξοπλισμού προέλευσης [των αμερικανικών προγραμμάτων στρατιωτικής βοήθειας] MAP από πλευράς ΕΛΔΥΚ-ΤΟΥΡΔΥΚ, χωρίς να έχει προηγηθεί διαβούλευση με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, θα θεωρηθεί παραβίαση του γράμματος και του πνεύματος των συμφωνιών που διέπουν τη βοήθεια αυτή» . Είχαν προηγηθεί οι σχετικές παραστάσεις αξιωματούχων του State Dept προς Ελλαδίτες διπλωμάτες στην αμερικανική πρωτεύουσα. Η ελλαδική πλευρά αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι η ΕΛΔΥΚ είχε προμηθεύσει με όπλα τους Ελληνοκύπριους τόνισε μάλιστα ότι οι τελευταίοι είχαν χρησιμοποιήσει όπλα «που δεν απαντώνται στο ελλαδικό οπλοστάσιο» (sic), πως οι Ελληνοκύπριοι θα μπορούσαν να έχουν προμηθευτεί όπλα από οπουδήποτε στη Μ. Ανατολή κι ότι η αστυνομία είχε χρησιμοποιήσει ελαφρύ οπλισμό που τής τον είχε χορηγήσει το ΗΒ, προσθέτοντας ότι οι Τουρκοκύπριοι διέθεταν αφθονία όπλων και πυρομαχικών 13 . Ήταν προφανές ότι οι ΗΠΑ είχαν ξεκινήσει έναν κύκλο πιέσεων στις «μητέρες- πατρίδες» με άξονα τα πιστοποιητικά τελικού χρήστη κι εντέλει τον έλεγχο που ασκούσαν στα μέσα συντήρησης της κυπριακής κρίσης (τα αμερικανικής προέλευσης όπλα που είχαν τυχόν χρησιμοποιηθεί δηλαδή), η οποία κρίση εκινείτο πλέον στη σφαίρα των ενόπλων διακοινοτικών συγκρούσεων. Η ελλαδική πλευρά, παραδοσιακά ευαίσθητη σε τέτοιου είδους πιέσεις, αλλά κι εκ πεποιθήσεως εχθρική προς τον εξοπλισμό των Ελληνοκυπρίων ως το 1963 (στο πλαίσιο της ευρύτερης καλλιέργειας υφεσιακού κλίματος με την Τουρκία και της επίδειξης υπευθυνότητας ειδικά στα της Κύπρου 14 ), είχε φροντίσει να μην εμπλακεί σε αυτόν μέχρι τότε, απορρίπτοντας τα σχετικά αιτήματά τους. Και αργότερα, όμως, όταν από το 1964 προχώρησε διστακτικά -και αναγκαστικά, ένεκα της αναδυόμενης τουρκικής απειλής- σε αυτήν την κίνηση, το έπραξε αξιοποιώντας κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, παλαιό, βρετανικής προέλευσης οπλισμό που βρισκόταν στα αποθέματά της και δεν υπόκειτο στις περιοριστικές ρήτρες που τη δέσμευαν (όπως και την τουρκική 39 ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΥΠΕΡΑΤΛΑΝΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΜΕ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΟΠΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΟ ΝΑΤΟ (1959 - 1969) 13. NARA , RG 59, Lot #69D15, entry 5256, NEA/GRK 1964-1966, Μemorandum of Conversation, January 8, 1964, CONFIDENTIAL, και S. Bolukbasi,Τhe Johnson letter revisited, Middle Eastern Studies , vol 29 no 3, (July 1993), σελ. 511-512. 14. Την κυπριακού ενδιαφέροντος έκφανση αναφέρει ο Α. Αζίνας, υπονοώντας σαφώς πως η πηγή της ερμηνείας ήταν ελλαδική, τότε κυβερνητική ( 50 χρόνια σιωπής /Η ώρα της Αλήθειας , Λευκωσία: Airwaves Ltd, 2001, τ. Β΄, σελ. 938).

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0