Εθνική Φρουρά & Ιστορία, τεύχος 43ο

αποδοτική σε άλλα σημεία της υφηλίου, στην περίπτωση της Κύπρου αυτή δεν ήταν η δέουσα προσέγγιση, επειδή εκεί η χώρα του είχε «άμεσα και ζωτικά συμφέροντα που αφορούν στις εγκαταστάσεις παρακολούθησης κι αναμετάδοσης επί του νησιού» . Ο Belcher εισηγείτο την αμερικανική εγρήγορση να ανταποκριθεί τουλάχιστον σε άλλα αιτήματα αρωγής, που προεξοφλούσε ότι αργά ή γρήγορα θα απηύθυνε και πάλι ο Μακάριος, ειδικά αφού η Washington φαινόταν απρόθυμη να ανταποκριθεί στις εξοπλιστικές επιθυμίες του Αρχιεπισκόπου. Η ηγεσία του State Dept προχώρησε στην αντικατάσταση του Belcher από τον F. Wilkins (ως πρώτου πρεσβευτή πλέον) μετά τον Αύγουστο του 1960, με την αφορμή της κήρυξης της Κυπριακής Ανεξαρ- τησίας. Ο T. Belcher, όπως θα αποδεικνυόταν τα επόμενα χρόνια, έδειχνε ιδιαίτερη κατανόηση κι ευαισθησία στις ανάγκες του ευρύτερου στρατιωτικού εποικοδομήματος της χώρας του στο νησί, αρετές για τις οποίες θα ανταμειβόταν 4 χρόνια αργότερα με την ανάθεση σε αυτόν της θέσης του επικεφαλής της αμερικανικής πρεσβείας στην Κύπρο, λόγω των συνθηκών μόνιμης κρίσης πια που επικρατούσαν τότε αλλά κι επειδή θεωρήθηκε ότι οι απόψεις του και η συνεργασία του με ηγετικά μέλη των δύο Κοινοτήτων δικαιώνονταν. Ο F. Wilkins δεν απέφυγε την προσχώρησή του στα «θύματα της Μακαριακής πολιτικής γοητείας», αφού, μέσα σε λιγότερο από 3 μήνες μετά την άφιξή του στο νησί, προσυπέγραφε τα εξοπλιστικά αιτήματα του Αρχιεπισκόπου. Μέχρι και τον Νοέμβριο του 1960 ο F. Wilkins επανερχόταν στο ζήτημα της έγκρισης έστω κι εφάπαξ εφοδιασμού του μικρού κυπριακού στρατού με αμερικανικό οπλισμό. O Βρετανός ύπατος αρμοστής (πρεσβευτής) συμφωνούσε με αυτά τα αιτήματα. Πάντως ως το τέλος του έτους οι ανάγκες για οπλισμό και κράνη, υπόδηση και ιματισμό κινούνταν σε συμβολικά ύψη (για 400 περίπου άνδρες). Τελικά, αυτές καλύφθηκαν με παραχωρήσεις αμερικανικών όπλων από τις Ελλάδα-Τουρκία και πωλήσεις από τα βρετανικά αποθέματα αντίστοιχα. Ούτως ή άλλως, η συγκρότηση του στρατού κινήθηκε με βραδείς ρυθμούς. Μέχρι την έναρξη εκπαίδευσης του πρώτου πυρήνα, που είχε προσδιοριστεί για τον Σεπτέμβριο του 1961, η μόνη άξια λόγου εξέλιξη συνέβη επτά μήνες νωρίτερα, όταν η Αθήνα και η Άγκυρα συμφώνησαν να τον προμηθεύσουν εκείνες με όπλα που παραλάμβαναν από τις Ηνωμένες Πολιτείες 12 . Τα δύο θέματα, ο εξοπλισμός του υπό ίδρυση Κυπριακού Στρατού και οι βορειοατλαντικές προοπτικές της Κυπριακής Δημοκρατίας, εξετάστηκαν εκ 38 ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ & ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΥΧΟΣ 43 Ο ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2019 12. Cl. Nicolet 2001 op cit σελ. 163-164, Α. Μ. Χρυσοστόμου 2015 op cit σελ. 103-106. Είναι ενδεικτική η επιστολή του Wilkins προς τον διερχόμενο απ’ την ελληνική πρωτεύουσα διευθυντή της CIAAllen Dulles της 27 ης Οκτωβρίου 1960 (που περιόδευε στη Μ. Ανατολή). Το ζήτημα της παροχής οπλισμού για τον Κυπριακό Στρατό περιλαμβανόταν στα τέσσερα συνολικά που έθιγε η επιστολή. Προσπελάσιμη στην ιστοσελίδα με τα μερικώς ή καθ’ ολοκληρίαν αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA: https://www.cia.gov/library/readingroom/docs/CIA-RDP80B016 76R00 3500270026-9.pdf (ανακτήθηκε στις 30/10/2014). Για παρόμοια κρούση του Wilkins στις 18 Νοεμβρίου βλ. Β. Α. Daniels 2009 op cit σελ. 273. Σύμφωνα με «πληροφοριακό σημείωμα» της ΚΥΠ της 30 ης Οκτωβρίου 1960, η αμερικανική πρεσβεία υπέδειξε τελικά και πάλι στην κυπριακή κυβέρνηση «να αποτανθή [sic] δι’ όπλα εις ΕΛΛΑΔΑ και ΤΟΥΡΚΙΑΝ και ότι [η αμε- ρικανική πλευρά] ενδιαφέρεται πρωτίστως δι’ οικονομικήν βοήθειαν...»: Μ. Ηλιάδης, Τ ο απόρρητο ημερολόγιο της ΚΥΠ για την Κύπρο , Αθήνα: Σιδέρης, 2007, σελ.328.

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0