Εθνική Φρουρά & Ιστορία, τεύχος 43ο

στοιχείο που θα καθιστούσε την εκπαιδευτική τους ενασχόληση ευχερέστερη, όμως επιφυλάχθηκε για την τελική ευόδωση του αιτήματος, επικαλούμενος νομικούς και οικονομικούς περιορισμούς προς το παρόν 5 . Τα σημεία που καθίστανται σαφή από τις πηγές σε σχέση με τα πρώιμα αυτά εξοπλιστικά αιτήματα είναι τα εξής: α) αμφότερες οι ΗΠΑ και το ΗΒ ήταν απρόθυμες να ανταποκριθούν, β) επίσης, το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών ξεκαθάριζε ότι και αν ακόμη εγκρινόταν κάποιας μορφής, άμεση ή έμμεση (μέσω Ελλάδας και Τουρκίας), μεταβίβαση στρατιωτικού υλικού στις κυπριακές ένοπλες δυνάμεις, η αμελητέα απαιτούμενη ποσότητα δεν θα δικαιολογούσε αιτήματα αύξησης της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας, είτε αυτά προέρχονταν από τη μία είτε από την άλλη «μητέρα- πατρίδα» , γ) όφειλε να διαπιστωθεί αν η τουρκοκυπριακή πλευρά ήταν ενήμερη των συγκεκριμένων αιτημάτων ή αν ο Αρχιεπίσκοπος τα προωθούσε ουσιαστικά ως ηγέτης της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Ο Μακάριος, πάντως, προσέγγιζε το όλο θέμα υπό δημοσιονομικό πρίσμα, και έκανε ό,τι μπορούσε ώστε να εξασφαλίσει δωρεάν οπλισμό για το μικρό υπό συγκρότηση στράτευμα του νησιού, θέλοντας να αποφύγει την επιβάρυνση των κρατικών προϋπολογισμών με ένα ακόμη κονδύλι 6 . Το ζήτημα συζητήθηκε σε ανώτατο επίπεδο (Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, τμήμα πρακτικών της 426 ης Σύσκεψής του, την 1/12/1959): τότε o G. Gray, ειδικός προεδρικός σύμβουλος σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας, έθεσε το θέμα του αιτήματος της κυπριακής ηγεσίας περί έναρξης προγράμματος στρατιωτικής βοήθειας (αρχικού ύψους 2 εκ.$), γύρω από το οποίο ο Αμερικανός Πρόεδρος Eisenhower επέλεξε να αναβάλει οριστικές αποφάσεις, μέχρι να συσκεφθεί με τον υπουργό του των Εξωτερικών Christian Herter. Σύμφωνα πάντως με προηγούμενη διϋπουργική προσέγγιση του ζητήματος που μνημόνευσε ο Gray, το State Dept είχε μειοψηφήσει στην προτίμησή του να εξεταστεί το κυπριακό αίτημα σε συνάρτηση με τη δυνατότητα ή μη των Ελλάδας-Τουρκίας-ΗΒ να καλύψουν τη συγκεκριμένη ανάγκη και αναλόγως με τις εθνικές σκοποθεσίες των ΗΠΑ, ενώ τα υπουργεία 31 ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΥΠΕΡΑΤΛΑΝΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΜΕ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΟΠΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΟ ΝΑΤΟ (1959 - 1969) 5. FRUS 1958-60, vol X part I, “doc 332”: τηλεγράφημα του Αμερικανού γενικού Προξένου στη Λευκωσία προς το State Dept, 22-10-1959. Ο Βelcher σημείωνε ότι όση καχυποψία και να επιστράτευε, δεν πίστευε ότι ο Μακάριος διασυνέδεσε σκοπίμως τα δύο ζητήματα (το αμερικανικό αίτημα για τις εγκαταστάσεις με το αντίστοιχο των Κυπρίων για στρατιωτικούς εξοπλισμούς από τις ΗΠΑ), γιατί απέκλειε το ενδεχόμενο να γνώριζε προκαταβολικά ο Αρχιεπί- σκοπος τί επρόκειτο να τού ζητήσει εκείνος. Το σκεπτικό του Βelcher βασιζόταν στο γεγονός ότι το εκτενές και ολο- κληρωμένο υπόμνημα με τα κυπριακά αιτήματα είχε παρουσιαστεί μόλις μία μέρα μετά τις νύξεις του Αμερικανού Προξένου για το ζήτημα της παράτασης λειτουργίας των εγκαταστάσεων. Στα τέλη Αυγούστου το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών (που ήλεγχε τη διεθνή στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ) γνωμοδότησε θετικά για την παροχή εξοπλισμού προς τον μικρό υπό συγκρότηση κυπριακό στρατό από τα προγράμματα MAP (Military Assistance Program) και συγκεκριμένα από όσα υλικά ήδη προσφέρονταν στις Ελλάδα-Τουρκία, με την προϋπόθεση να μην αυξηθεί η βοήθεια προς τις δύο χώρες εξαιτίας αυτής της μεταφοράς: Β. Α. Daniels,2009 op cit σελ. 259. 6. Cl. Nicolet, United States policy to wards Cyprus: removing the Greek-Turkish Bone of Contention , Bibliopolis, Mannheim und Moehnesee, 2001, σελ. 159-160, Α. Μ. Χρυσοστόμου op cit σελ. 100, Β. Α. Daniels 2009 ibid σελ. 266-267.

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0