Μνήμες κατεχόμενης γης. Εκτοπισμένοι Δήμοι και Κοινότητες

Περιστερώνα - Πηγή (Περιστερωνοπηγή) - συνέχεια Οι άνθρωποι της Περιστερωνοπηγής ήταν πολύ εργατικοί και οι περισσότεροι συνδύαζαν τη γεωργία µε την κτηνοτροφία. Οι πιο πλούσιοι κτηµατίες καλλιεργούσαν 200-400 σκάλες γης. Λόγω της ενασχόλησής τους µε τα ζώα, συµµετείχαν σε κτηνοτροφικές εκθέσεις και από το 1935 άρχισαν να οργανώνουν οι ίδιοι ετήσιες επαρχιακές κτηνοτροφικές εκθέσεις στο χωριό στις οποίες πολλοί Περιστερωνοπηγιώτες βραβεύτηκαν επανειληµµένα. Για την οργάνωση της ζωής µιας γεωργοκτηνοτροφικής οικογένειας ήταν απαραίτητη η ευρύχωρη κατοικία µε αποθηκευτικούς χώρους, υποστατικά και µεγάλη αυλή. Μπροστά από τα βασικά δωµάτια του σπιτιού ήταν ο ηλιακός µε τις καµάρες, σωστά προσανατολισµένος για να λιάζεται τον χειµώνα και να σκιάζεται το καλοκαίρι. Το µεγαλύτερο δωµάτιο, το δίχωρο, όπου δέχονταν τους ξένους, ήταν ιδιαίτερα προσεγµένο και στολισµένο µε φωτογραφίες και κάδρα. Τα κρέµαζαν κάτω από τη γύψινη σουβάντζα µε τα πιάτα, τα βάζα, τις «καντήλες», τους «κιασέδες» και τις «µερρέχες». Οι µαντιλιές του τοίχου, οι «πάντες», τα πανέρια, οι «τσεντούες» και οι «εταζιέρες», αντανακλούσαν την αξιοσύνη της νοικοκυράς αλλά και την οικονοµική κατάσταση της οικογένειας. Μέχρι τον βίαιο εκτοπισµό τους, οι Περιστερωνοπηγιώτες διακρίνονταν για την προσήλωσή τους στις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιµά τους. Στους γάµους ξεχωρίζει το ράψιµο των σταυρών πάνω στο νυφικό κρεβάτι, το ράντισµα µε τη µερρέχα και το κάπνισµα µε την ευλογηµένη ελιά. Η βράκα, η ζιµπούνα και το σκούωµα µε το µαντήλι δεν ήταν απλά φολκλορικά στοιχεία αλλά µέρος της ζωής τους, αληθινό αποτύπωµα ψυχής. Αξίζει να αναφερθεί ότι το 1974 πενήντα ηλικιωµένοι κατέφυγαν στην ελεύθερη Κύπρο φορώντας τις βράκες τους και ένας τη ζιµπούνα του. Mνήµες Kατεχόµενης Γης 70

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0