Μνήμες κατεχόμενης γης. Εκτοπισμένοι Δήμοι και Κοινότητες

Αυλώνα Η Αυλώνα, λουσµένη µε το λαµπρό φως του ήλιου, είναι απλωµένη στην άκρη ενός καταπράσινου κάµπου, όπου από τους αρχαίους χρόνους έως την αποφράδα µέρα της εισβολής των Τούρκων το 1974, άνθρωποι και φύση συνυπήρχαν και αλληλοεπιδρούσαν δυναµικά και δηµιουργικά. Το κατάφυτο χωριό µε τις πορτοκαλιές, έχοντας συµµάχους τους ποταµούς Μέρικα, τον ποταµό του Ακακίου και της Περιστερώνας, δεν έπαψε ποτέ να δίνει απλόχερα ζωή και πλούσιους καρπούς στους πολύµοχθους αγρότες. Η ευλογηµένη γη της Αυλώνας στενάζει σήµερα κάτω από την µπότα του Αττίλα και αναζητά τους αυτόχθονες κατοίκους της να την ποτίσουν και πάλι µε τον ιδρώτα τους και να λειτουργηθούν στις εκκλησίες της. Ο πληθυσµός του χωριού από 160 κατοίκους το 1881, αυξήθηκε στους 220 το 1911, στους 406 το 1946 και στους 684 το 1973. Σήµερα, οι Αυλωνίτες βρίσκονται διάσπαρτοι σε όλη την Κύπρο και στο εξωτερικό, µε ιδιαίτερη φιλοξενούσα κοινότητα το γειτονικό Ακάκι. Ο συνολικός πληθυσµός των Αυλωνιτών που βρίσκονται σήµερα στην προσφυγιά ανέρχεται στους 1.200 περίπου. Οι κάτοικοι της Αυλώνας είναι εργατικοί και παθιασµένοι δουλευτές: γεωργοί, βοσκοί, τεχνίτες και εργάτες, όλοι έδιναν το παρών τους το σούρουπο στην πλατεία όπου βρίσκεται ο µεγάλος ευκάλυπτος, δύο καφενεία, σωµατείο, γραφεία της Συνεργατικής, παντοπωλείο, κουρείο, ταβέρνα και σταθµός λεωφορείου. Στην ανατολική πλευρά της πλατείας βρίσκεται και η εκκλησία της Αγίας Μαρίνας, στην βόρεια άκρη ήταν το δηµοτικό σχολείο. Το πιο εντυπωσιακό αρχιτεκτονικό µνηµείο είναι ο νερόµυλος µε τις καµάρες που βρίσκεται µέσα στην λεγόµενη σήµερα «ουδέτερη ζώνη». Στην αυλή του δηµοτικού σχολείου βρίσκεται η ερειπωµένη σήµερα εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που ανοικοδοµήθηκε το 1535. Σύµφωνα µε τον Νέαρχο Κληρίδη, το όνοµα του χωριού προέρχεται από την λέξη «αυλός» δηλαδή στενόµακρο έδαφος όπως ο αυλός, όπως ο τόπος στον οποίο είναι κτισµένο το χωριό. 136 Mνήµες Kατεχόµενης Γης

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0