ΑΓΡΟΤΗΣ - ΤΕΥΧΟΣ 474

A Γ Ρ Ο Τ Η Σ 2 0 1 8 / T E Υ Χ Ο Σ 4 7 4 53 Θερισμός ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ Ανάλογα με τον χρόνο σποράς και τον βαθμό ωρίμανσης των σιτηρών, η συγκομιδή της σοδιάς άρχιζε την περίοδο μετά το Πάσχα και αποτελούσε το σημαντικότερο γεγονός του γεωργικού έτους. Ήταν η περίοδος που οι αγρότες θα άδραχναν τους καρπούς των κόπων τους, κλείνοντας τον κύκλο των επίπονων και χρονοβόρων προσπαθειών τους. Τον θερισμό ως εργασία χαρακτήριζαν, κυρίως, η συλλογικότητα και οι γρήγοροι ρυθμοί που απαιτούνταν για την επιτυχή ολοκλήρωσή του καθώς διάφοροι παράγοντες, όπως οι καιρικές συνθήκες ή οι πιέσεις που ασκούνταν από τη Διοίκηση της Κύπρου για την καταβολή της δεκάτης, οι οποίες μπορούσαν να λειτουργήσουν ανασταλτικά. Άλλωστε, στο πλαίσιο των κλειστών, παραδοσιακών κοινωνιών όπου οι συγγενικοί και φιλικοί δεσμοί αποκτούσαν ιδιαίτερη σημασία, η συνδρομή όλων για την περάτωση ενός έργου ήταν κατά κάποιο τρόπο επιβεβλημένη. Τα στοιχεία αυτά, η ομαδικότητα δηλαδή, και η ταχύτητα, εκφράστηκαν πολύ εύστοχα από τον λαό που παρομοίαζε το θέρος με τον τρύγο και τον πόλεμο. Εκτός από τα μέλη της οικογένειας – ακόμη και τα μικρά παιδιά είχαν μερίδιο στην εργασία – «θεριστάδες» από την Πάφο, την Τυλληρία και την Πιτσιλιά μεταφέρονταν για να εργαστούν στα πεδινά μέρη και κυρίως στη Μεσαορία που αποτελούσε για αιώνες τον σιτοβολώνα της Κύπρου. Οι θεριστές αφού έπαιρναν ιεραρχικά τις θέσεις τους στο πρώτο «αντάτζι(ν)», που καθόριζε ο «πρωτερκάτης», θερίζοντας την αριστερή πλευρά του κάθε τμήματος, σχημάτιζαν με τα δρεπάνια το σήμα του Σταυρού στον ουρανό επικαλούμενοι την ευλογία του Θεού και άρχιζαν να κόβουν τα μεστωμένα στάχυα. Η εργασία πραγματοποιείτο με συγχρονισμένο βηματισμό από όλους, σχεδόν τελετουργικά, στον ρυθμό που έδιναν τα τραγούδια. Το «πάτημαν», όπως αναφέρεται η ρυθμική αυτή κίνηση, ουσιαστικά θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένας δραματοποιημένος χορός που εντεινόταν από τον δυναμισμό της διαδικασίας και έφτανε στην κορύφωσή του με τον εκστατικό «χορό του δρεπανιού». Χαρακτηριστική είναι η έκφραση «Αγριώνει τζιαι νάκον το δειν» που παραδίδει θεριστής από την Αγία Τριάδα Γιαλούσας. Το μοναδικό εργαλείο που χρησιμοποιείτο κατά τη συγκεκριμένη εργασία, το δρεπάνι, αποτελούσε συχνά μέσο προβολής της σωματικής ικανότητας και της τεχνικής του εργάτη, που τον καθιστούσαν πρώτο ή τελευταίο στην ιεραρχία των θεριστών, «πρωτοθεριστή» ή «ροάρη» αντίστοιχα. Για τον λόγο αυτό, παρατηρούνται και διαφοροποιήσεις ως προς το μέγεθος των δρεπανιών, αλλά, κυρίως, ως προς τη διακόσμηση, που παρουσιάζεται ιδιαίτερα επιμελημένη. Τα μοτίβα που επιλέγονταν, εγχάρακτα στην ξύλινη επιφάνεια, ενσφράγιστα στη μεταλλική, ήταν, συνήθως, γεωμετρικά, όπως φολιδωτά πλέγματα, οδοντωτές ταινίες σχήματος «ζιγκ - ζαγκ» και σταυροειδή κοσμήματα, ενώ δεν έλειπαν και ανάλογα σήματα, δηλωτικά της ταυτότητας του χρήστη ή του χρόνου κατασκευής του εργαλείου. Στη λαβή υπήρχε δερμάτινη επένδυση με κρόσσια που έφεραν κοχύλια (τοπ.: κάττες) ή μικρά κουδούνια στην απόληξη για να απωθούνται με τον θόρυβο τα ερπετά. Βέβαια, δεν θα ήταν άστοχη η παρατήρηση πως ο ήχος των κουδουνιών λειτουργούσε μάλλον συμπληρωματικά στο πιο πάνω δρώμενο (πάτημαν), αποτελώντας ένα ακόμη στοιχείο που προσέδιδε ρυθμικότητα και ένταση στην εργασία. Αν και ο θερισμός ήταν ανδρική υπόθεση δεν έλειπαν και οι περιπτώσεις των γυναικών που θέριζαν, αλλά με μικρότερα δρεπάνια, τα «φασούλια» ή «κατσούνια». Κυρίως, όμως, εργάζονταν ως βοηθοί, γνωστές με την τοπική ονομασία «αγκαλιαρκές», που ακολουθούσαν τον κάθε θεριστή, μάζευαν δέσμες και τις έδεναν σε δεμάτια. Πέρα από τις βιοποριστικές ανάγκες που κάλυπτε η διαδικασία του θερισμού, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι κοινωνικές προεκτάσεις του φαινομένου που εξελισσόταν σε γιορτή. Οι αγροτικές εργασίες, που επιτελούνταν συλλογικά, αποτελούσαν αφορμή για τη συνάθροιση και, εν μέρει, διασκέδαση των μελών των συντηρητικών κατά βάση κοινωνιών, την ανάπτυξη φιλικών ή άλλων σχέσεων και την πραγματοποίηση συνοικεσίων. Επίσης, οι νεαρότεροι, κυρίως, σε ηλικία αντιμετώπιζαν την εργασία αυτή ως ένα μέσο επίδειξης των δεξιοτεχνιών και ικανοτήτων τους, ενώ οι μεγαλύτεροι ως έναν τρόπο να αξιολογήσουν τους πρώτους. Το γεγονός ότι στην αντίληψη του αγροτικού κόσμου ο θερισμός ήταν συχνά ταυτόσημος της κοινωνικής συνεύρεσης αποδεικνύουν, παράλληλα, και τα παιχνίδια που σχετίζονται με το συγκεκριμένο γεγονός όπως αυτό «του λαγού και του κυνηγού», με τους μικρόσωμους και ευκίνητους θεριστές να παριστάνουν τους λαγούς και τους γιγαντόσωμους και πιο δυνατούς να παίρνουν τη θέση του κυνηγού που προσπαθούσε να εντοπίσει μέσα στα στάχυα και να σκοτώσει τον πρώτο. Το τέλος του θερισμού και, παράλληλα, του κύκλου καλλιέργειας των σιτηρών σηματοδοτούσε το έθιμο της «μηλιάς». Επρόκειτο για ένα τραγούδι αρχικά, που εξελίχθηκε σε θεατρικό, κατά κάποιο τρόπο, δρώμενο, με τον ιδιοκτήτη καθισμένο σε ένα μικρό αθέριστο τμήμα του χωραφιού και τους εργάτες περιμετρικά να χορεύουν, απειλώντας τον με τα δρεπάνια και απαιτώντας ένα πλουσιοπάροχο δείπνο ως αμοιβή για τον κόπο τους. Ο ιδιοκτήτης έφερε στο κεφάλι ένα δεμάτι στάχυα τα οποία έκοβαν σταδιακά οι θεριστές πλησιάζοντάς τον συνεχώς, οπότε, προκειμένου να γλιτώσει, υποσχόταν πως θα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις τους. Και πράγματι, παρά το εθιμοτυπικό που προϋπέθεται την «άσκηση πίεσης» στον ιδιοκτήτη, ο ίδιος ήταν υποχρεωμένος να παρέχει τα καθιερωμένα γεύματα στους εργάτες καθώς και φιλοξενία για αυτούς που ταξίδευαν έως τον τόπο εργασίας. Πηγή: Δόξα Αποστόλου, Η παραδοσιακή καλλιέργεια των σιτηρών στην Κύπρο, Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών Κύπρου, 332/2012.

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0