Εθνική Φρουρά & Ιστορία

49 ΄΄Dog Whistle Politics΄΄ ΡΗΤΟΡΙΚΗ, ΠΕΙΘΩ, ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟ «ΝΕΝΙΚΗΚΑΜΕΝ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ» μερικούς μόνο πολιτικούς, οι οποίοι στους λόγους τους χρησιμοποιούσαν πολλές αναφορές στη θρησκεία. Οι αναφορές αυτές διαδραματίζουν ένα πολύ σημαντικό, διαμορφωτικό της αντίληψης, του ψυχοσυναισθήματος και της αντίδρασης του ακροατηρίου, στρατηγικό ρόλο στο κείμενο της ομιλίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Παρά την πεποίθηση πολιτικών, επιστημόνων και πολιτών σήμερα, σε διάφορες χώρες του Δυτικού Κόσμου, ότι αναγκαίος είναι ο διαχωρισμός της Εκκλησίας από το κράτος, στην Κύπρο υπήρχε παράδοση ενεργού εμπλοκής της Εκκλησίας της Κύπρου στο πολιτικό γίγνεσθαι. 33 Η Εκκλησία είχε αναλάβει εθναρχικό ρόλο: δεν ήταν μόνο το σπουδαίο θρησκευτικό έργο που επιτελούσε. Ήταν ταυτόχρονα η φροντίδα του εθνικού συναισθήματος του κυπριακού ελληνισμού και η πολιτική εκπροσώπησή του. Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν ο πρωταγωνιστικός ρόλος τόσο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Β΄ όσο και του μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ στη διεξαγωγή του ενωτικού δημοψηφίσματος του 1950. Η στενή αυτή σχέση του κυπριακού ελληνισμού με τη θρησκεία και την εθναρχούσα εκκλησία μπορεί να εξηγήσει και να δικαιολογήσει πλήρως τη χρήση θρησκευτικών αναφορών στην αρχή και στο τέλος του λόγου του Μακαρίου. Ο αγορητής, εκμεταλλευόμενος την αφοσίωση του λαού προς την εκκλησία, αλλά και τη βαθιά θρησκευτική πίστη και συνείδησή του, προσπαθεί να παρουσιάσει τις συμφωνίες ως θεόσκεπτο επίτευγμα, με στόχο να ελαχιστοποιήσει τις αντιδράσεις του ακροατηρίου, «φυσικού» ή «νοητικού», μέλη του οποίου έβλεπαν με κακό μάτι μία συμφωνία που δεν εξυπηρετούσε τον αρχικό στόχο του αγώνα: την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Αυτή η τεχνική της επίκλησης του Θείου, για να δικαιωθεί στη συνείδηση του κόσμου μία πολιτική πράξη, έχει ρίζες στην αρχαιοελληνική ρητορική πρακτική. Αρκετοί Αθηναίοι ρήτορες, για παράδειγμα, επικαλούνταν τη στενή σχέση της πόλης τους με τους θεούς (π.χ.: Δημοσθένης, Ολυνθιακός 1.10, 2.1. Φιλιππικός 1.12,37), την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος από τους θεούς (π.χ.: Αισχίνης 3.196. Δημοσθένης 19.280) και τη στήριξη που οι θεοί παρείχαν στους (πολεμικούς κυρίως) αγώνες των Αθηναίων εναντίον των εχθρών τους (π.χ.: Δημοσθένης 15.2). Η επίκληση και μόνο του Θείου βοηθούσε στη σφυρηλάτηση της ενότητας του αθηναϊκού δήμου, δηλαδή του λαού, και στην ενθάρρυνσή του, ώστε να τολμήσει να αναλάβει πρωτοβουλίες πολεμικής συνήθως φύσεως. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που η επίκληση στο Θείο πολύ συχνά λάμβανε χώρα σε προτρεπτικούς προς πόλεμο ρητορικούς λόγους. Ο αρχαίος ιστορικός Ξενοφών, για παράδειγμα, αναφέρει ότι ο Αθηναίος δημοκρατικός πολιτικός Θρασύβουλος, όταν μιλούσε στον 33. Η στενή σχέση ανάμεσα στη θρησκεία, τις εκκλησιαστικές δομές και την πολιτική έχει γίνει αντικείμενο συστη- ματικής φιλοσοφικής και κοινωνικοπολιτικής πραγμάτευσης. Μελετητές, όπως ο Max Weber και ο Pascal Boyer, υποστηρίζουν ότι η θρησκεία λειτουργούσε ως η συνεκτική δύναμη μίας κοινωνίας. Η σύζευξη της θρησκείας με το κράτος και την πολιτική εξουσία ήταν άρρηκτη και στην ελληνική αρχαιότητα, όπως δηλώνει και ο όρος “polis religion” . Ο όρος αυτός, θεωρητικός απολογητής του οποίου ήταν η Christiane Sourvinou-Inwood, περιέγραφε την αλληλεπίδραση μεταξύ των θεσμών της πόλης-κράτους και της θρησκείας.

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0