Εθνική Φρουρά & Ιστορία

124 ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ & ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΥΧΟΣ 40 Ο ΙΟΥΛΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2017 τιμαριούχοι σε τέσσερις περιοχές (Χανιά, Ρέθυμνο, Χάνδακα, Σητεία), παίρνοντας από την ενετική αρχή μεγάλα κτήματα και Κρήτες αγρότες ως δουλοπαροίκους, με την υποχρέωση να πληρώνουν φόρους και να παρέχουν σε περίπτωση ανάγκης τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες στο κράτος. 23 Σταδιακά αποτέλεσαν τη νέα διοικητική διαίρεση του νησιού, η οποία παραμένει μέχρι και σήμερα. Η βυζαντινή αριστοκρατία, που αρχικά παραγκωνίστηκε, βαθμιαία επανήλθε, 24 καθώς σε πολλούς απογόνους της παλαιάς ελληνικής αριστοκρατίας -κυρίως γαιοκτήμονες- σε αντάλλαγμα στρατιωτικών, πολιτικών ή και χρηματικών υπηρεσιών προς το Ενετικό Κράτος, με διατάγματά τους παραχωρήθηκε η «ευγένεια» , η οποία όμως σε καμία περίπτωση δεν ήταν ισότιμη με τον αντίστοιχο τίτλο που αποδίδονταν στους Βενετούς υπηκόους. Γι’ αυτό και οι Κρητικοί ευγενείς ( nobili cretensi ) ήταν πάντοτε αριστοκράτες δεύτερης κατηγορίας. 25 Ανώτατη αρχή υπήρξε ο Δούκας της Κρήτης, ο οποίος διοριζόταν από τους ευγενείς και είχε διετή θητεία με έδρα τον Χάνδακα, μαζί με δύο συμβούλους ( consiliari ) οι οποίοι συγκροτούσαν την τοπική διοίκηση ( regimen ), ενώ γενικός στρατιωτικός διοικητής ήταν ο καπιτάνος ( capitan general ), που είχε και αυτός την έδρα του στον Χάνδακα. 26 Στην κατώτερη ιεραρχία ανήκαν οι δικαστές ( giudici ), οι αγορανόμοι ( giustiziarii ) και οι αστυνόμοι ( domini di nocte ), των οποίων τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις περιγράφονταν ενδελεχώς στα καπιτουλάρια ( capitularia ). 27 Οι μη ευγενείς κάτοικοι των πόλεων ονομάζονταν πολίτες ή αστοί ( cittadini, burgenses ) και απαρτίζονταν κυρίως από δημόσιους υπαλλήλους και ελεύθερους επαγγελματίες, ενώ στη κατώτερη κοινωνική βαθμίδα ανήκε ο λαός των πόλεων και της υπαίθρου ( plebe, populari ή populani, villani, ή contadini ). Στην ύπαιθρο, ιδίως από τον 16 ο αιώνα, όταν άρχισε να αμβλύνεται σημαντικά η ακαμψία του 23. Στ. Ξανθουλίδη, Επίτομος ιστορία της Κρήτης,… ,ό.π. , σσ. 78-79. 24. Οι Έλληνες των βενετοκρατούμενων περιοχών είχαν αποκλειστεί από το προνόμιο της βενετικής υπηκοότητας, γιατί η μετάταξή τους από την κατηγορία των υποτελών στην κατηγορία των προνομιούχων Βενετών υπηκόων θα απέβαινε τελικά εις βάρος της βενετικής αποικιακής πολιτικής. Για τον λόγο αυτό διατηρήθηκε κλειστή η τάξη των Βενετών ευγενών. Ο Αλέξιος Καλλέργης ήταν η μοναδική περίπτωση Κρητικού ευγενούς πού πήρε τη βενετική ευγένεια. Xρ. Μαλτέζου, «Παρατηρήσεις στον θεσμό της βενετικής υπηκοότητας», ό.π., σ. 7. Βλ. σχ. A. Μαρμαρέλη -Δρακάκη, «Ο Λοιμός του 1592-1595 στο Χάνδακα», Πεπραγμένα του Ζ΄ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου , τόμ. Β2, Ρέθυμνο 1995, σσ. 552-553. 25. Πρ βλ. Χρ. Μαλτέζου, «Η Κρήτη στη διάρκεια της περιόδου της Βενετοκρατίας (1211-1669)», ό.π., σσ. 114- 115, όπου υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες για τη διοικητική δομή της περιόδου. Οι Βενετοί προσπαθούσαν να έχουν με το μέρος τους, τούς πλούσιους Έλληνες γαιοκτήμονες κάθε περιοχής, στους οποίους παρείχαν το δικαίωμα να ενταχθούν στο ανώτερο, κυρίαρχο κοινωνικό στρώμα. Τα κριτήρια για την ένταξη ήταν η γαιοκατοχή, η κληρονομικότητα και η αποδεδειγμένη αστική ιδιότητα. Ει. Αρτέμη, «Η σχέση των Ελλήνων με τους Βενετούς και τους άλλους Δυτικούς Ευρωπαίους από το 13 ο - 18 ο αιώνα», τεύχ. 14 ο του ηλεκτρονικού περιοδικού ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ , Απρίλιος 2012, σ. 8. 26. Πρβλ. Χρ. Μαλτέζου, «Η Κρήτη στη διάρκεια της περιόδου της Βενετοκρατίας (1211-1669)»,ό.π., σσ. 111-112˙ Στ. Ξανθουδίδη, Επίτομος ιστορία της Κρήτης… , ό.π., σ. 95. Το διαμέρισμα του Ρεθύμνου ήταν χωρισμένο σε τρεις καστελλανίες: Milopotamo, San Basilio και Amari. Στα υπόλοιπα διαμερίσματα Χανίων και Σητείας τη διοίκηση ασκούσαν οι «ρέκτορες» (rectores) με πολιτικές και στρατιωτικές εξουσίες. Στα Σφακιά υπήρχε καθεστώς ημιανε- ξαρτησίας. Την εξουσία είχε ο «προνοητής» (provveditor) με δέκα άντρες. 27. Πρβλ. Χρ. Μαλτέζου, «Η Κρήτη στη διάρκεια της περιόδου της Βενετοκρατίας (1211-1669)», ό.π., σ. 112.

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0