Λάκης Σπαταλάκης

8 9 Την άλλη μέρα το πρωί, μόλις άνοιξε μάτι, με κέφι και ενέργεια άφησε το κρεβάτι . Σ τ η ν τ ο υ α λ έ τ α κ ί ν η σ ε τ η β ρ ύ σ η ν α α ν ο ί ξ ε ι κ α ι μ π ό λ ι κ ο ζ ε σ τ ό ν ε ρ ό ε π ά ν ω τ ο υ ν α ρ ί ξ ε ι . Πώς, όμως, θα κατάφερνε το πρόσωπο να νίψει, αφού νερό δεν έτρεχε, σαν όλο να ’χε λείψει . «Κάποια σωλήνα», σκέφτηκε, «πρέπει να έχει σπάσει» και στην κουζίνα έτρεξε χωρίς χρόνο να χάσει! Πήρε την οδοντόβουρτσα άπλωσε και την κρέμα, όμως αυτό που έβλεπε σίγουρα ήταν ψέμα! Ούτε η βρύση τους αυτή δεν έβγαζε σταγόνα κι ακίνητος την κοίταζε σαν πέτρινη κολόνα! Είδαν τον Λάκη κι έμειναν με ανοικτό το στόμα, η κρέμα είχε απλωθεί σε όλο του το σώμα! «Πώς σκέφτηκες τα δόντια σου να πλύνεις τέτοια μέρα; Ξέχασες πως έχει νερό μ ο ν ά χ α τη Δευτέρα;» μ ο ν ά χ α τη Δευτέρα μ ο ν ά χ α τη Δευτέρα μ ο ν ά χ α τη Δευτέρα μ ο ν ά χ α τη Δευτέρα μ ο ν ά χ α τη Δευτέρα «Μαμά, μπαμπά!» , τους φώναξε χωρίς χρόνο να χάσει, « Φ ω ν ά ξ τ ε τ ο ν υ δ ρ α υ λ ι κ ό , κ ά τ ι θ α έ χ ε ι σ π ά σ ε ι ! »

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0