γυναίκα». Στη βάση αυτής της θεώρησης, η σεξουαλική παρενόχληση δεν συνιστά αποκλειστικά μια σεξουαλικού χαρακτήρα πράξη, αλλά και μια μορφή έκφρασης της δύναμης και της υπεροχής του δράστη έναντι του θύματος, και αυτό δίνει την ευκαιρία στον άνδρα να θέτει υπό την κυριαρχία του τη γυναίκα και να την αντιμετωπίζει ως αντικείμενο. Οι σχέσεις που διέπουν την αλληλεπίδραση των δύο φύλων στην κοινωνία είναι σχέσεις εξουσίας, δηλαδή κυριαρχίας και υποταγής, και σε ένα τέτοιο πατριαρχικό πλαίσιο οποιαδήποτε διαφορά ανάμεσα στα δύο φύλα μεταφράζεται ιεραρχικά ως ανισότητα, και τόσο η κυρίαρχη ομάδα, δηλαδή οι άνδρες, όσο και η υποτακτική ομάδα, δηλαδή οι γυναίκες, αναπτύσσουν εξαιτίας της θέσης τους αντίστοιχα χαρακτηριστικά και συμπεριφορές. Πολλές κοινωνίες, όπως και η δική μας, είναι ανδροκρατούμενες και πατριαρχικές τόσο όσον αφορά την πολιτική και οικονομική ζωή, αλλά και εντός της οικογένειας και της εργασίας και γι’ αυτό το φαινόμενο της σεξουαλικής παρενόχλησης δεν εξαλείφεται, παρά τη σχετική νομοθεσία στη χώρα μας και σε πολλές άλλες χώρες. Η επαναλαμβανόμενη καταπίεση των γυναικών είναι ένα καθολικό φαινόμενο, το οποίο χαρακτηρίζει όλες τις σύγχρονες βιομηχανοποιημένες κοινωνίες του δυτικού πολιτισμού και αποτελούν την αφετηρία για την ερμηνεία της υποδεέστερης θέσης της γυναίκας στην ιδιωτική και δημόσια σφαίρα, διαχρονικά και διαπολιτισμικά. Συνηθίζεται να αναζητούνται τα αίτια της σεξουαλικής παρενόχλησης στο ντύσιμο, ή γενικά στη δήθεν προκλητική εμφάνιση των γυναικών και να τους επιρρίπτονται ευθύνες, ενώ είναι ορθότερο να εξεταστεί το πρόβλημα σε βάθος στις πραγματικές του διαστάσεις που ανάγονται στις δομές και πολιτικές του πατριαρχικού συστήματος. Νομοθετική κατοχύρωση Η βούληση του νομοθέτη να ασχοληθεί με ένα υπαρκτό κοινωνικό πρόβλημα και να αναγνωρίσει την κοινωνική απαξίωση που εκφράζει η συγκεκριμένη πράξη επιβεβαιώνει ότι η συμπεριφορά αυτή πρέπει να θεωρείται απαράδεκτη στη σύγχρονη κοινωνία, και τιμωρητέα. Η ποινικοποίησή της εν λόγω συμπεριφοράς είναι χρήσιμη τουλάχιστον στο ότι δίνει μια νομιμοποιητική βάση στη διεκδίκηση συγκεκριμένου δικαιώματος και επομένως απελευθερώνει τα θύματα να προβούν σε καταγγελίες. Δεν παραβλέπεται φυσικά το γεγονός ότι δεν ασχολούνται καθόλου με τα αίτια του προβλήματος και αυτό αιτιολογεί την αδυναμία εξάλειψης ή αποτροπής των φαινομένων αυτών, αφού δεν ασχολούνται με τη ρίζα του προβλήματος αλλά μόνο με τις συνέπειες του. Στην Κύπρο το 2003 τέθηκε σε εφαρμογή ο Νόμος 205(1)2002, σε συμμόρφωση με τις ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ 52

RkJQdWJsaXNoZXIy MzU4MTg0